Επιλογές αναζήτησης
Η ΕΚΤ Ενημέρωση Επεξηγήσεις Έρευνα & Εκδόσεις Στατιστικές Νομισματική πολιτική Το ευρώ Πληρωμές & Αγορές Θέσεις εργασίας
Προτάσεις
Εμφάνιση κατά

Πρόλογος

Το 2016 ήταν από πολλές απόψεις μια δύσκολη χρονιά, ταυτόχρονα όμως χαρακτηρίστηκε και από ενδείξεις προόδου. Αν και ξεκίνησε μέσα σε κλίμα οικονομικής αβεβαιότητας, έληξε με την οικονομία σε σταθερές βάσεις, τις σταθερότερες που είχε αφότου εκδηλώθηκε η κρίση.

Ωστόσο, καθώς η οικονομική αβεβαιότητα υποχωρούσε, η πολιτική αβεβαιότητα αυξανόταν. Ήρθαμε αντιμέτωποι με σειρά γεωπολιτικών εξελίξεων που θα διαμορφώσουν το τοπίο της πολιτικής μας για τα επόμενα χρόνια. Η φετινή Ετήσια Έκθεση περιγράφει πώς πορεύθηκε η ΕΚΤ σ’ αυτό το ταραγμένο περιβάλλον.

Το 2016 ξεκίνησε με φόβους για νέα επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας, που αντικατοπτρίστηκαν στην έντονη μεταβλητότητα στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Υπήρχε κίνδυνος να καθυστερήσει περαιτέρω η επάνοδος του πληθωρισμού σε επίπεδα συμβατά με τον στόχο μας και, καθώς ο πληθωρισμός βρισκόταν ήδη σε πολύ χαμηλά επίπεδα, οι κίνδυνοι αποπληθωρισμού ήταν σημαντικοί. Όπως και το 2015, το Διοικητικό Συμβούλιο παρέμεινε αποφασισμένο να χρησιμοποιήσει όλα τα εργαλεία που διαθέτει στο πλαίσιο της αποστολής του για την εκπλήρωση του στόχου του.

Έτσι, τον Μάρτιο θεσπίσαμε μια σειρά νέων μέτρων προκειμένου να διευρύνουμε τη στήριξη της νομισματικής πολιτικής προς την πραγματική οικονομία. Σε αυτά συγκαταλέγονταν η περαιτέρω μείωση των βασικών μας επιτοκίων, η αύξηση των μηνιαίων αγορών στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς περιουσιακών στοιχείων (asset purchase programme) από 60 δισεκ. ευρώ σε 80 δισεκ. ευρώ, η διενέργεια, για πρώτη φορά, αγορών ομολόγων του επιχειρηματικού τομέα και η έναρξη μιας νέας σειράς στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης.

Όπως περιγράφεται στην Έκθεση, αυτά τα μέτρα αποδείχθηκαν ιδιαιτέρως αποτελεσματικά όσον αφορά τη χαλάρωση των συνθηκών χρηματοδότησης, τη διατήρηση της ανάκαμψης και – τελικά – τη στήριξη της σταδιακής προσαρμογής των ρυθμών πληθωρισμού προς επίπεδα πλησιέστερα στον στόχο μας.

Καθώς η πολιτική μας απέδιδε καρπούς, τον Δεκέμβριο το πρόγραμμα αγοράς περιουσιακών στοιχείων παρατάθηκε κατά εννέα μήνες ώστε να διασφαλιστεί πιο μακρόχρονη στήριξη των συνθηκών χρηματοδότησης και διατηρήσιμη επάνοδος του πληθωρισμού πλησίον αλλά κάτω του 2%. Το μηνιαίο ύψος των αγορών, ωστόσο, επανακαθορίστηκε στο αρχικό επίπεδο των 60 δισεκ. ευρώ. Αυτό αντανακλούσε την επιτυχία των μέτρων που είχαμε λάβει νωρίτερα στη διάρκεια του έτους: την ενίσχυση της εμπιστοσύνης στην οικονομία της ζώνης του ευρώ και την εξάλειψη των κινδύνων αποπληθωρισμού.

Ωστόσο, παράλληλα με αυτά τα οφέλη, η νομισματική πολιτική έχει, όπως συμβαίνει πάντα, και κάποιες παρενέργειες. Το 2016 αυτές οι παρενέργειες βρέθηκαν συχνά στο προσκήνιο. Στη φετινή Έκθεση εξετάζουμε ορισμένα από τα ζητήματα και τις ανησυχίες που σχετίζονται με τις ακούσιες συνέπειες των ενεργειών μας.

Μία από τις ανησυχίες που διατυπώθηκαν αφορούσε τις διανεμητικές επιδράσεις των μέτρων μας, ιδίως από την άποψη της ανισοκατανομής του εισοδήματος και του πλούτου. Στην Έκθεση διαπιστώνεται ότι μεσοπρόθεσμα η νομισματική πολιτική έχει θετικές διανεμητικές επιδράσεις μέσω της μείωσης της ανεργίας, από την οποία μείωση ωφελούνται περισσότερο τα φτωχότερα νοικοκυριά. Άλλωστε, η δημιουργία θέσεων εργασίας είναι ένας από τους ισχυρότερους παράγοντες που συμβάλλουν στη μείωση των ανισοτήτων.

Μια άλλη ανησυχία αφορούσε την κερδοφορία των τραπεζών, των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και των συνταξιοδοτικών ταμείων. Εξετάζεται πώς τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα επηρεάστηκαν από το περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων και ποιες ήταν οι αντίστοιχες αντιδράσεις τους σε αυτό. Διαπιστώνεται ότι η ικανότητα προσαρμογής των τραπεζών εξαρτάται από τα συγκεκριμένα επιχειρηματικά μοντέλα λειτουργίας τους.

Η Έκθεση καλύπτει και άλλες προκλήσεις που αντιμετώπισε ο χρηματοπιστωτικός τομέας το 2016. Εξετάζονται ειδικότερα το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων, οι ενέργειες που απαιτούνται για την επίλυσή του και τα εμπόδια που εξακολουθούν να υφίστανται. Επίσης, σε ειδικό θέμα που δημοσιεύεται μαζί με την Έκθεση στον δικτυακό τόπο της ΕΚΤ παρουσιάζεται η νέα τεχνολογία και η καινοτομία στον χρηματοπιστωτικό τομέα, ο πιθανός αντίκτυπός τους στη δομή και τη λειτουργία του εν λόγω τομέα καθώς και το τι συνεπάγονται για τις αρχές επίβλεψης και ρύθμισης.

Και βέβαια η ανασκόπηση του 2016 δεν θα μπορούσε να είναι πλήρης χωρίς να αναφερθούμε στις συγκλονιστικές πολιτικές αλλαγές που συντελέστηκαν στη διάρκεια της χρονιάς, κυρίως στην απόφαση του Ηνωμένου Βασιλείου να αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Έτσι, στην Έκθεση αξιολογείται το Brexit από τη σκοπιά της ΕΚΤ. Πάνω από όλα, τονίζουμε πόσο σημαντικό είναι να διαφυλαχθεί η ακεραιότητα της Ενιαίας Αγοράς καθώς και η ομοιογένεια των κανόνων της και της επιβολής συμμόρφωσης με αυτούς.

Η πολιτική αβεβαιότητα είναι πιθανόν να συνεχιστεί και το 2017. Διατηρούμε όμως την πεποίθηση ότι η οικονομική ανάκαμψη, στηριζόμενη από τη νομισματική πολιτική μας, θα προχωρήσει. Η ΕΚΤ ενεργεί με γνώμονα τη ρητή εντολή που της έχει ανατεθεί: να διατηρεί τη σταθερότητα των τιμών. Αυτή η εντολή μάς καθοδήγησε επιτυχώς σε όλη τη διάρκεια του 2016 – και θα συνεχίσει να μας καθοδηγεί και το τρέχον έτος.

Φραγκφούρτη, Απρίλιος 2017

Mario Draghi

Πρόεδρος

Η οικονομία της ζώνης του ευρώ, η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ και ο ευρωπαϊκός χρηματοπιστωτικός τομέας το 2016

Η οικονομία της ζώνης του ευρώ

Το παγκόσμιο μακροοικονομικό περιβάλλον

Το 2016 η οικονομία της ζώνης του ευρώ αντιμετώπισε ένα απαιτητικό εξωτερικό περιβάλλον. Ο ρυθμός ανάπτυξης τόσο στις προηγμένες όσο και στις αναδυόμενες οικονομίες ήταν συγκρατημένος με βάση τα ιστορικά δεδομένα και σημειώθηκαν επεισόδια αυξημένης αβεβαιότητας και παροδικές εξάρσεις της μεταβλητότητας των χρηματοπιστωτικών αγορών, ιδίως μετά το βρετανικό δημοψήφισμα για την παραμονή της χώρας στην ΕΕ τον Ιούνιο και τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές τον Νοέμβριο. Ο πληθωρισμός παγκοσμίως ήταν υποτονικός λόγω της σταδιακά μειούμενης επίδρασης προηγούμενων πτώσεων της τιμής του πετρελαίου και της συνεχιζόμενης αφθονίας του αναξιοποίητου παραγωγικού δυναμικού διεθνώς.

Η παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη παρέμεινε συγκρατημένη

Η παγκόσμια οικονομία εξακολούθησε να ανακάμπτει σταδιακά το 2016, αν και με κάπως χαμηλότερο ρυθμό σε σχέση με το προηγούμενο έτος λόγω της επιβράδυνσης στις προηγμένες οικονομίες. Η οικονομική δραστηριότητα επιταχύνθηκε μόνο το δεύτερο εξάμηνο του έτους, ιδίως στις αναδυόμενες οικονομίες. Συνολικά, ο ρυθμός αύξησης του παγκόσμιου ΑΕΠ παραμένει χαμηλότερος από τα προ της κρίσης επίπεδα.

Το 2016 χαρακτηρίστηκε από σημαντικά πολιτικά γεγονότα, τα οποία σκίασαν τις παγκόσμιες οικονομικές προοπτικές. Τον Ιούνιο του 2016 το αποτέλεσμα του βρετανικού δημοψηφίσματος δημιούργησε αβεβαιότητα σχετικά με τις οικονομικές προοπτικές της χώρας, αλλά οι άμεσες χρηματοοικονομικές και οικονομικές επιπτώσεις του αποδείχθηκαν παροδικές και περιορισμένες. Αργότερα στη διάρκεια του έτους, το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών επέφερε μεταβολή των προσδοκιών σχετικά με τις μελλοντικές πολιτικές της νέας κυβέρνησης των ΗΠΑ, γεγονός που πυροδότησε μια νέα έξαρση αβεβαιότητας ως προς την ακολουθούμενη πολιτική.

Διάγραμμα 1

Κυριότερες εξελίξεις σε επιλεγμένες οικονομίες

(ετήσιες ποσοστιαίες μεταβολές, τριμηνιαία στοιχεία, μηνιαία στοιχεία)

Πηγές: Eurostat και εθνικά στοιχεία.
Σημειώσεις: Τα στοιχεία για το ΑΕΠ είναι εποχικώς διορθωμένα. ΕνΔΤΚ για τη ζώνη του ευρώ και το Ην. Βασίλειο, ΔΤΚ για τις ΗΠΑ, την Κίνα και την Ιαπωνία.

Η ανάπτυξη συνεχίστηκε στις προηγμένες οικονομίες, αν και με βραδύτερο ρυθμό σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Η διατήρηση διευκολυντικών συνθηκών χρηματοδότησης και οι βελτιούμενες αγορές εργασίας ενίσχυσαν την οικονομική δραστηριότητα. Η ανάπτυξη στις αναδυόμενες οικονομίες της αγοράς ήταν επίσης συγκρατημένη συνολικά το έτος, ενώ οι προοπτικές βελτιώθηκαν σημαντικά το δεύτερο εξάμηνο. Δύο παράγοντες άσκησαν ιδιαίτερη επίδραση: η συνεχιζόμενη σταδιακή επιβράδυνση της κινεζικής οικονομίας και η προοδευτική υποχώρηση της βαθιάς ύφεσης στις χώρες που είναι σημαντικοί εξαγωγείς βασικών εμπορευμάτων. Πέραν τούτου, η ανάπτυξη εξακολούθησε να περιορίζεται από γεωπολιτικές εντάσεις, υπερβολική μόχλευση, ευπάθεια σε τυχόν αντιστροφή των κεφαλαιακών ροών και, στην περίπτωση χωρών εξαγωγής βασικών εμπορευμάτων, βραδεία προσαρμογή στη μείωση των εσόδων.

Ο ρυθμός αύξησης του παγκόσμιου εμπορίου ήταν αδύναμος το 2016, καθώς ο όγκος των παγκόσμιων εισαγωγών αυξήθηκε μόλις κατά 1,7% ετησίως, έναντι 2,1% το προηγούμενο έτος. Υπάρχουν ενδείξεις ότι ορισμένες διαρθρωτικές εξελίξεις που κατά το παρελθόν είχαν ενισχύσει το εμπόριο – όπως το χαμηλότερο κόστος μεταφοράς, η απελευθέρωση του εμπορίου, η επέκταση των παγκόσμιων αλυσίδων αξίας και η χρηματοπιστωτική βάθυνση – δεν θα στηρίξουν το εμπόριο στον ίδιο βαθμό σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Συνεπώς, το παγκόσμιο εμπόριο δεν είναι πολύ πιθανόν να αναπτυχθεί ταχύτερα από την παγκόσμια οικονομική δραστηριότητα στο ορατό μέλλον.

Οι παγκόσμιες συνθήκες χρηματοδότησης παρέμειναν ευνοϊκές καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Οι κεντρικές τράπεζες στις μεγάλες προηγμένες οικονομίες διατήρησαν τη διευκολυντική κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής τους. Μεταξύ αυτών, η Τράπεζα της Αγγλίας, η Τράπεζα της Ιαπωνίας και η ΕΚΤ συνέχισαν να εφαρμόζουν επεκτατική νομισματική πολιτική. Το Ομοσπονδιακό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών των ΗΠΑ συνέχισε να κινείται προς την ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής αυξάνοντας το επιτόκιο-στόχο για τα ομοσπονδιακά κεφάλαια κατά 25 μονάδες βάσης τον Δεκέμβριο του 2016. Οι χρηματοπιστωτικές αγορές επέδειξαν συνολικά ανθεκτικότητα, παρά τις περιοδικές εξάρσεις της αβεβαιότητας που προκλήθηκαν από πολιτικές εξελίξεις. Προς το τέλος του έτους οι αποδόσεις των μακροπρόθεσμων αμερικανικών ομολόγων αυξήθηκαν σημαντικά. Δεν είναι ακόμη σαφές αν η αύξηση αυτή αντικατοπτρίζει προσδοκίες για υψηλότερη ανάπτυξη και αύξηση του πληθωρισμού ή απλώς διεύρυνση της διαφοράς αποδόσεων μεταξύ των μακροπρόθεσμων και βραχυπρόθεσμων αμερικανικών τίτλων (term premia). Οι περισσότερες αναδυόμενες αγορές ωφελήθηκαν από τη βελτίωση των συνθηκών εξωτερικής χρηματοδότησης μέχρι τη διενέργεια των αμερικανικών εκλογών τον Νοέμβριο. Στη συνέχεια, ωστόσο, η προηγηθείσα αύξηση των εισροών κεφαλαίων προς τις αναδυόμενες οικονομίες της αγοράς άρχισε να υποχωρεί, ενώ οι διαφορές αποδόσεων των κρατικών ομολόγων άρχισαν να κινούνται ανοδικά και οι πιέσεις στα νομίσματα άρχισαν να εντείνονται σε ορισμένες χώρες.

Το άφθονο αναξιοποίητο παραγωγικό δυναμικό εξακολούθησε να ασκεί περιοριστική επίδραση στον παγκόσμιο πληθωρισμό

Το 2016 ο παγκόσμιος πληθωρισμός εξακολούθησε να επηρεάζεται από τις χαμηλές τιμές του πετρελαίου και το αναξιοποίητο παραγωγικό δυναμικό που παραμένει σε αφθονία παγκοσμίως (βλ. Διάγραμμα 2). Στις χώρες του ΟΟΣΑ ο ετήσιος μετρούμενος πληθωρισμός αυξήθηκε σταδιακά προς το τέλος του έτους, φθάνοντας στο 1,1% για το έτος ως σύνολο, έναντι 0,6% το 2015, ενώ ο πυρήνας του ετήσιου πληθωρισμού (χωρίς τις τιμές των ειδών διατροφής και της ενέργειας) αυξήθηκε ελαφρά σε 1,8% (βλ. Διάγραμμα 1).

Διάγραμμα 2

Τιμές βασικών εμπορευμάτων

(ημερήσια στοιχεία)

Πηγές: Bloomberg και Hamburg Institute of International Economics.

Οι τιμές του πετρελαίου ανέκαμψαν από το χαμηλό επίπεδο των 33 δολ. ΗΠΑ το βαρέλι στο τέλος Ιανουαρίου 2016 σε 55 δολ. ΗΠΑ το βαρέλι στο τέλος Δεκεμβρίου. Ο περιορισμός των επενδύσεων από τις αμερικανικές πετρελαϊκές εταιρίες και η αιφνίδια αύξηση των προβλημάτων διακοπής του εφοδιασμού σε πετρέλαιο παγκοσμίως το δεύτερο εξάμηνο του έτους οδήγησαν τις τιμές σε αύξηση.[1] Προς το τέλος του έτους οι τιμές του πετρελαίου επηρεάστηκαν σημαντικά από τη στρατηγική του ΟΠΕΚ όσον αφορά την προσφορά πετρελαίου. Μετά την απόφαση της 30ής Νοεμβρίου για μείωση της προσφοράς πετρελαίου από τα μέλη του ΟΠΕΚ (κατά 1,2 εκατ. βαρέλια ημερησίως) κατά το πρώτο εξάμηνο του 2017, η τιμή του αργού πετρελαίου Brent αυξήθηκε. Στην άνοδο της τιμής του πετρελαίου συνέβαλε και η συμφωνία της 10ης Δεκεμβρίου μεταξύ του ΟΠΕΚ και μερικών πετρελαιοπαραγωγών χωρών εκτός του ΟΠΕΚ για περαιτέρω μείωση της παραγωγής (κατά 0,6 εκατ. βαρέλια ημερησίως).

Το 2016 οι τιμές των βασικών εμπορευμάτων εκτός του πετρελαίου ανέκαμψαν. Ωστόσο, οι τιμές των τροφίμων και των μετάλλων κινήθηκαν σε αντίθετες κατευθύνσεις. Οι τιμές των γεωργικών βασικών εμπορευμάτων αυξήθηκαν για λόγους που σχετίζονται με τις καιρικές συνθήκες τους πρώτους μήνες του έτους και υποχώρησαν το καλοκαίρι λόγω πλούσιας σοδειάς σιταριού και λοιπών σιτηρών. Οι τιμές των μετάλλων παρέμειναν σε χαμηλά επίπεδα τους πρώτους μήνες του έτους, καθώς η Κίνα εξήγγειλε περιβαλλοντικές πολιτικές που περιορίζουν την κατανάλωση μετάλλων. Καθώς οι μελλοντικές προοπτικές της ζήτησης βελτιώθηκαν στο πλαίσιο δυνητικών νέων επενδύσεων σε υποδομές στην Κίνα και τις ΗΠΑ, οι τιμές των μετάλλων ανέκαμψαν στη συνέχεια εν μέρει.

Συνολικά, η σταδιακή εξάλειψη του παραγωγικού κενού στις προηγμένες οικονομίες, η συγκρατημένη μείωση του άφθονου αναξιοποίητου παραγωγικού δυναμικού σε αρκετές αναδυόμενες οικονομίες και η εξασθένηση των επιδράσεων προηγούμενων μειώσεων των τιμών του πετρελαίου και άλλων βασικών εμπορευμάτων άσκησαν μικρή ανοδική πίεση στον παγκόσμιο πληθωρισμό το δεύτερο εξάμηνο του 2016.

Η ανάπτυξη συνεχίστηκε στις μεγάλες οικονομίες

Στις ΗΠΑ η οικονομική δραστηριότητα επιβραδύνθηκε το 2016. Μετά από συγκρατημένη επέκταση το πρώτο εξάμηνο του έτους, το πραγματικό ΑΕΠ ανέκαμψε το δεύτερο εξάμηνο. Στην ανάπτυξη συνέβαλαν κυρίως η καταναλωτική δαπάνη, η αύξηση της απασχόλησης και οι ενισχυμένοι ισολογισμοί των νοικοκυριών. Η δυσμενής επίδραση από την προσαρμογή των αποθεμάτων και την υποχώρηση των ενεργειακών επενδύσεων που συμπίεσε την ανάπτυξη το πρώτο εξάμηνο του έτους ελαττώθηκε προς το τέλος του έτους, συμβάλλοντας στην ενίσχυση της δραστηριότητας. Συνολικά, ο ρυθμός ανόδου του ΑΕΠ μειώθηκε από 2,6% το 2015 σε 1,6% το 2016. Η υποκείμενη δυναμική της αγοράς εργασίας παρέμεινε ισχυρή με περαιτέρω μείωση του ποσοστού ανεργίας σε 4,7% και επιτάχυνση του ρυθμού ανόδου των μισθών στο τέλος του έτους. Ο πληθωρισμός παρέμεινε αισθητά χαμηλότερος από τον στόχο της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Ανοικτής Αγοράς (FOMC). Συνολικά, ο ετήσιος πληθωρισμός βάσει του δείκτη τιμών καταναλωτή έφθασε το 2,1% το 2016, ενώ ο πυρήνας του πληθωρισμού βάσει του δείκτη τιμών καταναλωτή (χωρίς τις τιμές των ειδών διατροφής και της ενέργειας) αυξήθηκε σε 2,2%.

Η νομισματική πολιτική παρέμεινε πολύ διευκολυντική το 2016. Τον Δεκέμβριο, σε μια κίνηση που αναμενόταν ευρέως από τις χρηματοπιστωτικές αγορές, η FOMC αποφάσισε να αυξήσει το επιτόκιο-στόχο για τα ομοσπονδιακά κεφάλαια κατά 25 μονάδες βάσης σε 0,5-0,75%. Η κατεύθυνση της δημοσιονομικής πολιτικής ήταν ελαφρώς επεκτατική κατά το δημοσιονομικό έτος 2016. Το δημοσιονομικό έλλειμμα αυξήθηκε ελαφρώς σε 3,2% του ΑΕΠ λόγω αυξημένων δαπανών υγείας και υψηλότερων καθαρών δαπανών για τόκους.

Στην Ιαπωνία σημειώθηκε σημαντική ανάπτυξη το 2016, στην οποία συνέβαλαν η διευκολυντική κατεύθυνση της νομισματικής και της φορολογικής πολιτικής, η χαλάρωση των χρηματοπιστωτικών συνθηκών και η σταδιακά αυξανόμενη στενότητα στην αγορά εργασίας. Κατά μέσο όρο, ο ρυθμός αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ επιβραδύνθηκε ελαφρώς σε 1% το 2016, από 1,2% το προηγούμενο έτος. Το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε σε 3,1%, αλλά ο ρυθμός αύξησης των μισθών παρέμεινε υποτονικός. Ο ετήσιος μετρούμενος πληθωρισμός βάσει του δείκτη τιμών καταναλωτή (ΔΤΚ) έγινε αρνητικός το 2016 και έφθασε το -0,1%, αντανακλώντας κυρίως την υποχώρηση των τιμών των βασικών εμπορευμάτων παγκοσμίως και την ενίσχυση του γιεν. Ο δείκτης που προτιμά η Τράπεζα της Ιαπωνίας για τη μέτρηση του πυρήνα του πληθωρισμού – ΔΤΚ χωρίς τις τιμές των νωπών ειδών διατροφής και της ενέργειας – υποχώρησε κάπως σε σχέση με το προηγούμενο έτος και διαμορφώθηκε σε 0,6% το 2016. Τον Σεπτέμβριο η Τράπεζα της Ιαπωνίας θέσπισε μέτρα ποσοτικής και ποιοτικής νομισματικής χαλάρωσης με έλεγχο της καμπύλης αποδόσεων. Δεσμεύθηκε επίσης να διευρύνει τη νομισματική βάση μέχρις ότου ο παρατηρούμενος ρυθμός πληθωρισμού υπερβεί το στόχο της για σταθερότητα των τιμών και παραμείνει σταθερά επάνω από αυτό το επίπεδο.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο η οικονομία παρέμεινε εύρωστη, παρά την αβεβαιότητα μετά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος για την παραμονή της χώρας στην ΕΕ. Το 2016 το πραγματικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 2,0% σύμφωνα με προκαταρκτικές εκτιμήσεις, κυρίως χάρη στην ενίσχυση από την εύρωστη ιδιωτική κατανάλωση.[2] Στις χρηματοπιστωτικές αγορές η σημαντικότερη αντίδραση στο αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος ήταν η έντονη υποτίμηση της λίρας Αγγλίας. O πληθωρισμός σημείωσε αύξηση από πολύ χαμηλά επίπεδα. Η νομισματική πολιτική παρέμεινε διευκολυντική κατά τη διάρκεια του 2016. Τον Αύγουστο η Επιτροπή Νομισματικής Πολιτικής της Τράπεζας της Αγγλίας μείωσε το κύριο επιτόκιο πολιτικής κατά 25 μονάδες βάσης σε 0,25%, επέκτεινε το πρόγραμμα αγοράς περιουσιακών στοιχείων και ξεκίνησε ένα πρόγραμμα χρηματοδότησης των τραπεζών (Term Funding Scheme) για να στηρίξει τη μετακύλιση του επιτοκίου στην οικονομία. Τον Νοέμβριο η κυβέρνηση εξήγγειλε ένα νέο δημοσιονομικό πλαίσιο και στοχευμένα μέτρα πολιτικής, ιδίως στους τομείς των επενδύσεων σε κατοικίες και υποδομές, για να στηριχθεί η οικονομία κατά τη διάρκεια της μεταβατικής φάσης.

Στην Κίνα η ανάπτυξη σταθεροποιήθηκε το 2016, υποβοηθούμενη από την υψηλή κατανάλωση και τις δαπάνες για υποδομές. Ο ετήσιος ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ διαμορφώθηκε σε 6,7% το 2016, από 6,9% το προηγούμενο έτος. Οι επενδύσεις στον τομέα της μεταποίησης παρέμειναν χαμηλές, αλλά οι επενδύσεις σε ακίνητα αυξήθηκαν ελαφρώς. Η ζήτηση εισαγομένων ανέκαμψε από το χαμηλό επίπεδο του 2015, αλλά παρέμεινε ασθενέστερη σε σχέση με το παρελθόν. Η σχετικά υποτονική εξωτερική ζήτηση επέδρασε δυσμενώς στις εξαγωγές, γεγονός που με τη σειρά του επηρέασε αρνητικά τις εισαγωγές στον βαθμό που τα εισαγόμενα επανεξάγονται κατόπιν επεξεργασίας (processing trade). Ο ετήσιος πληθωρισμός τιμών καταναλωτή αυξήθηκε σε 2%, ενώ ο ετήσιος πληθωρισμός τιμών παραγωγού, που ήταν αρνητικός από τον Μάρτιο του 2012, αυξήθηκε σε -1,4%.

Η σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ παρέμεινε σε γενικές γραμμές σταθερή

Το 2016 το ευρώ παρέμεινε σε γενικές γραμμές σταθερό σε όρους ονομαστικής σταθμισμένης συναλλαγματικής ισοτιμίας (βλ. Διάγραμμα 3). Σε διμερείς όρους ωστόσο, το ευρώ διακυμάνθηκε σε σχέση με ορισμένα άλλα κύρια νομίσματα. Σε σχέση με το δολάριο ΗΠΑ, το ευρώ παρέμεινε αξιοσημείωτα σταθερό κατά το μεγαλύτερο μέρος του 2016, καθώς οι αποδόσεις και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού παρέμειναν εν πολλοίς αμετάβλητες, αλλά μειώθηκε προς το τέλος του έτους. Η υποχώρηση του ευρώ έναντι του γιεν Ιαπωνίας αντισταθμίστηκε εν μέρει από την ανατίμησή του έναντι της λίρας Αγγλίας.

Διάγραμμα 3

Συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ

(ημερήσια στοιχεία)

Πηγή: ΕΚΤ.
Σημείωση: Ονομαστική σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία έναντι των νομισμάτων των 38 κυριότερων εμπορικών εταίρων.

Η κορώνα Δανίας είναι επί του παρόντος το μοναδικό νόμισμα του ευρωπαϊκού μηχανισμού συναλλαγματικών ισοτιμιών ΙΙ (ΜΣΙ ΙΙ). Η τρέχουσα ισοτιμία της κορώνας Δανίας διαμορφώθηκε κοντά στην κεντρική της ισοτιμία εντός του ΜΣΙ ΙΙ, ενώ η Danmarks Nationalbank αύξησε τα επιτόκια πολιτικής της τον Ιανουάριο του 2016 και, σε καθαρούς όρους, αγόρασε ξένο νόμισμα με κορώνες Δανίας το 2016. Η Česká národní banka εξακολούθησε να αγοράζει ξένα νομίσματα τηρώντας τη δέσμευσή της να παρεμβαίνει στις αγορές συναλλάγματος για να αποτρέψει την αύξηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας της κορώνας Τσεχίας πέραν ενός συγκεκριμένου επιπέδου. Ομοίως, η Hrvatska narodna banka εξακολούθησε να διενεργεί παρεμβάσεις στις αγορές συναλλάγματος στο πλαίσιο του καθεστώτος ελεγχόμενης διακύμανσης της συναλλαγματικής ισοτιμίας. Το λεβ Βουλγαρίας παρέμεινε σταθερά συνδεδεμένο με το ευρώ. Το ευρώ παρέμεινε επίσης σε γενικές γραμμές σταθερό έναντι του φράγκου Ελβετίας, του φιορινιού Ουγγαρίας και του λέι Ρουμανίας, ενώ ανατιμήθηκε έναντι της κορώνας Σουηδίας και, σε μικρότερο βαθμό, έναντι του ζλότυ Πολωνίας.

Χρηματοπιστωτικές εξελίξεις

Το 2016 οι εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές της ζώνης του ευρώ εξακολούθησαν να διαμορφώνονται, σε μεγάλο βαθμό, από την περαιτέρω χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ, η οποία συνέβαλε στη σταδιακή μείωση των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων τα τρία πρώτα τρίμηνα του έτους. Ωστόσο, λόγω παραγόντων παγκόσμιας εμβέλειας, προς το τέλος του έτους οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων της ζώνης του ευρώ κάλυψαν εν μέρει τις απώλειες που είχαν καταγράψει νωρίτερα το 2016. Τα επιτόκια της αγοράς χρήματος και το κόστος εξωτερικής χρηματοδότησης των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων συνέχισαν την πτωτική πορεία τους, φθάνοντας σε ιστορικώς χαμηλά επίπεδα. Οι συνθήκες χρηματοδότησης των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων και των νοικοκυριών βελτιώθηκαν περαιτέρω.

Τα επιτόκια της αγοράς χρήματος στη ζώνη του ευρώ υποχώρησαν

Τα επιτόκια της αγοράς χρήματος εξακολούθησαν να μειώνονται το 2016, κυρίως λόγω της περαιτέρω χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ.

Τα μέτρα χαλάρωσης παρουσιάζονται αναλυτικότερα στην Ενότητα 2.1. Η μείωση του επιτοκίου της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων μετακυλίστηκε γρήγορα και πλήρως στο επιτόκιο ΕΟΝΙΑ, το οποίο στη συνέχεια σταθεροποιήθηκε γύρω στις -35 μονάδες βάσης (βλ. Διάγραμμα 4). Όπως έχει παρατηρηθεί και στο παρελθόν, το επιτόκιο ΕΟΝΙΑ σημείωσε παροδικές αυξήσεις στο τέλος κάθε μηνός, οι οποίες όμως ήταν λιγότερο έντονες από τις αυξήσεις που είχαν σημειωθεί στις αρχές του 2015, προτού δηλαδή αρχίσει να αυξάνεται έντονα η υπερβάλλουσα ρευστότητα με την εφαρμογή του προγράμματος αγοράς περιουσιακών στοιχείων (ΑPP).

Διάγραμμα 4

Επιτόκια της αγοράς χρήματος και υπερβάλλουσα ρευστότητα

(δισεκ. ευρώ, ποσοστά % ετησίως, ημερήσια στοιχεία)

Πηγές: ΕΚΤ και Bloomberg.
Σημείωση: Πιο πρόσφατες παρατηρήσεις: 30 Δεκεμβρίου 2016.

Το EURIBOR τριών και έξι μηνών υποχώρησε περαιτέρω και διαμορφώθηκε σε αρνητικά επίπεδα. Η μείωση των επιτοκίων EURIBOR ήλθε σε συνέχεια της περαιτέρω χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής, ενώ κάποια επιπλέον καθοδική πίεση ασκήθηκε και από την ανοδική τάση της υπερβάλλουσας ρευστότητας. Η αύξηση της υπερβάλλουσας ρευστότητας κατά 500 δισεκ. ευρώ και πλέον κατά τη διάρκεια του έτους οφειλόταν κυρίως στις αγορές στο πλαίσιο του APP και, σε μικρότερο βαθμό, στη νέα σειρά στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (TLTRO-II). Η υπερβάλλουσα ρευστότητα είχε διαμορφωθεί σε 1.200 δισεκ. ευρώ στο τέλος του έτους (βλ. Διάγραμμα 4).

Στην αγορά χρήματος για συναλλαγές με παροχή ασφάλειας, τα επιτόκια των συμφωνιών επαναγοράς (repos) εξακολούθησαν επίσης να μειώνονται, λόγω των περικοπών των βασικών επιτοκίων της ΕΚΤ, των συνθηκών άφθονης ρευστότητας και της αναζήτησης εξασφαλίσεων υψηλής ποιότητας. Τα επιτόκια των συμφωνιών επαναγοράς για εξασφαλίσεις που έχουν εκδώσει ορισμένες χώρες της ζώνης του ευρώ διαμορφώθηκαν σε επίπεδα χαμηλότερα από το επιτόκιο της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων κατά το μεγαλύτερο μέρος του έτους, αντανακλώντας τη ζήτηση για εξασφαλίσεις υψηλής ρευστότητας.

Τα προθεσμιακά επιτόκια της αγοράς χρήματος του ευρώ σταμάτησαν να μειώνονται μετά το βρετανικό δημοψήφισμα για την παραμονή της χώρας στην ΕΕ στο τέλος Ιουνίου εν μέσω αυξημένων προσδοκιών της αγοράς για περαιτέρω χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ. Ωστόσο, μέχρι το τέλος του έτους η πορεία των προθεσμιακών επιτοκίων είχε αντιστραφεί, καθώς οι προσδοκίες της αγοράς για περαιτέρω μειώσεις των επιτοκίων πολιτικής υποχώρησαν και η καμπύλη των προθεσμιακών επιτοκίων ΕΟΝΙΑ απέκτησε εντονότερη ανοδική κλίση. Η μεταβολή αυτή, σε συνδυασμό με την αύξηση των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων της ζώνης του ευρώ, αντικατοπτρίζει τις εξελίξεις των πιο μακροπρόθεσμων αποδόσεων παγκοσμίως, οι οποίες ήταν εντονότερες στις ΗΠΑ.

Οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων της ζώνης του ευρώ αυξήθηκαν προς το τέλος του έτους

Οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων της ζώνης του ευρώ ήταν χαμηλότερες συνολικά το 2016 σε σχέση με το 2015, χάρη στη συνεχιζόμενη συμβολή των αγορών κρατικών ομολόγων της ζώνης του ευρώ από την ΕΚΤ και άλλων μέτρων νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ. Οι αποδόσεις τόσο στη ζώνη του ευρώ όσο και στις ΗΠΑ υπέστησαν σημαντική προσαρμογή λόγω παγκόσμιων εξελίξεων (βλ. Διάγραμμα 5). Η αυξημένη αβεβαιότητα σχετικά με τις παγκόσμιες προοπτικές ανάπτυξης στην αρχή του έτους οδήγησε σε έντονη πτώση των επιτοκίων μηδενικού κινδύνου. Το αποτέλεσμα του βρετανικού δημοψηφίσματος συμπίεσε περαιτέρω τις αποδόσεις, ενώ στη συνέχεια οι πιο αισιόδοξες προοπτικές για την παγκόσμια οικονομία και το αποτέλεσμα των αμερικανικών προεδρικών εκλογών οδήγησαν σε αύξηση των αποδόσεων τόσο στη ζώνη του ευρώ όσο και στις ΗΠΑ. Συνολικά, ο σταθμισμένος ως προς το ΑΕΠ μέσος όρος των αποδόσεων των δεκαετών κρατικών ομολόγων της ζώνης του ευρώ υποχώρησε κατά περίπου 30 μονάδες βάσης το 2016 και διαμορφώθηκε γύρω στο 0,9% στο τέλος του έτους. Οι εξελίξεις των διαφορών αποδόσεων των κρατικών ομολόγων μεταξύ των χωρών της ζώνης του ευρώ ήταν σχετικά συγκρατημένες, αλλά παρατηρήθηκε κάποια ανομοιογένεια μεταξύ των χωρών.

Διάγραμμα 5

Αποδόσεις δεκαετών κρατικών ομολόγων

(ποσοστά % ετησίως, ημερήσια στοιχεία)

Πηγές: Bloomberg, Thomson Reuters και υπολογισμοί της ΕΚΤ.
Σημειώσεις: Τα στοιχεία για τη ζώνη του ευρώ αφορούν τον σταθμισμένο ως προς το ΑΕΠ μέσο όρο των αποδόσεων των δεκαετών κρατικών ομολόγων. Πιο πρόσφατη παρατήρηση: 30 Δεκεμβρίου 2016.

Οι τιμές των μετοχών στη ζώνη του ευρώ παρέμειναν σε γενικές γραμμές αμετάβλητες μετά από παροδικές μειώσεις

Το 2016 ξεκίνησε με σημαντική πτώση στις παγκόσμιες αγορές μετοχών, καθώς οι εξελίξεις στην Κίνα πυροδότησαν ανησυχίες για την παγκόσμια ανάπτυξη (βλ. Διάγραμμα 6). Καθώς οι ανησυχίες υποχώρησαν, γύρω στον Απρίλιο οι αγορές μετοχών επανήλθαν στα επίπεδα των αρχών του έτους. Παρόμοια ήταν η πορεία των μετοχών και την περίοδο πριν και μετά το βρετανικό δημοψήφισμα, καθώς η έντονη μείωση που σημειώθηκε αμέσως μετά το δημοψήφισμα αναστράφηκε τους επόμενους μήνες. Το δεύτερο εξάμηνο του έτους η αγορά μετοχών της ζώνης του ευρώ σημείωσε σημαντική άνοδο λόγω βελτίωσης των προοπτικών. Παρά τις σχετικά μεγάλες διακυμάνσεις κατά τη διάρκεια του έτους, η αγορά μετοχών της ζώνης του ευρώ παρέμεινε σε γενικές γραμμές αμετάβλητη, καθώς ο ευρύς δείκτης EURO STOXX σημείωσε άνοδο κατά 1% περίπου. Η μικρή άνοδος του γενικού δείκτη υποκρύπτει την υποχώρηση των τραπεζικών μετοχών, οι οποίες επηρεάστηκαν αρνητικά, μεταξύ άλλων, από το απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων και τη συνεχιζόμενη χαμηλή κερδοφορία των τραπεζών.

Διάγραμμα 6

Χρηματιστηριακοί δείκτες για τη ζώνη του ευρώ και τις ΗΠΑ

(δείκτης: 1 Ιαν. 2016 = 100, ημερήσια στοιχεία)

Πηγή: Thomson Reuters.
Σημειώσεις: Δείκτης EURO STOXX για τη ζώνη του ευρώ, δείκτης S&P 500 για τις ΗΠΑ. Οι δείκτες κανονικοποιούνται στο 100 την 1η Ιανουαρίου 2016.

Πιο πρόσφατη παρατήρηση: 30 Δεκεμβρίου 2016.

Οι μετοχές στις ΗΠΑ ακολούθησαν παρόμοια εξέλιξη κατά τη διάρκεια του έτους, αλλά συνολικά είχαν καλύτερες επιδόσεις και κατέγραψαν αύξηση που προσέγγισε το 10% το 2016. Τον Δεκέμβριο του 2016 οι σημαντικότεροι δείκτες μετοχών στις ΗΠΑ έφθασαν για άλλη μία φορά σε πρωτοφανές υψηλό.

Οι μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις ωφελήθηκαν από το χαμηλότερο κόστος εξωτερικής χρηματοδότησης

Τα μέτρα νομισματικής πολιτικής που ελήφθησαν το 2016 επηρέασαν και το συνολικό κόστος εξωτερικής χρηματοδότησης των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων (ΜΧΕ), το οποίο έφθασε σε ιστορικώς χαμηλό επίπεδο το καλοκαίρι του 2016 (βλ. Διάγραμμα 7). Ειδικότερα, τα αρνητικά επιτόκια της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων και οι νέες πράξεις TLTRO-ΙΙ που ανακοινώθηκαν τον Μάρτιο συνέβαλαν στην περαιτέρω μείωση του κόστους τραπεζικού δανεισμού για τις ΜΧΕ. Η συμπερίληψη ομολόγων επενδυτικής βαθμίδας σε ευρώ που έχουν εκδοθεί από μη τραπεζικές επιχειρήσεις εγκατεστημένες στη ζώνη του ευρώ, σε συνδυασμό με τα λοιπά στοιχεία του APP, μείωσε σημαντικά το κόστος έκδοσης χρεογράφων σε σχέση με το προηγούμενο έτος, αλλά και σε σχέση με τα τραπεζικά επιτόκια χορηγήσεων. Ωστόσο, καθώς τα ασφάλιστρα κινδύνου μετοχής παρέμειναν υψηλά, το κόστος έκδοσης μετοχών υποχώρησε μόνο οριακά το 2016. Η ιδιαίτερα διευκολυντική νομισματική πολιτική συνέβαλε στη μείωση του κόστους εξωτερικής χρηματοδότησης, καθώς και στον περιορισμό της ανομοιογένειας του κόστους εξωτερικής χρηματοδότησης μεταξύ των χωρών της ζώνης του ευρώ και μεταξύ επιχειρήσεων διαφορετικού μεγέθους.

Διάγραμμα 7

Συνολικό ονομαστικό κόστος εξωτερικής χρηματοδότησης για τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις στη ζώνη του ευρώ

(ποσοστά % ετησίως, κινητοί μέσοι όροι τριών μηνών)

Πηγές: ΕΚΤ, Merrill Lynch, Thomson Reuters και υπολογισμοί της ΕΚΤ.
Σημειώσεις: Το συνολικό κόστος χρηματοδότησης για τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις υπολογίζεται ως ο σταθμισμένος μέσος όρος του κόστους τραπεζικού δανεισμού, του κόστους έκδοσης χρεογράφων και του κόστους έκδοσης μετοχών, βάσει των αντίστοιχων υπολοίπων, όπως προκύπτουν από τους λογαριασμούς της ζώνης του ευρώ. Το κόστος έκδοσης μετοχών μετρείται με ένα υπόδειγμα προεξόφλησης μερισμάτων σε τρία στάδια με βάση στοιχεία της Datastream για τον δείκτη τιμών μετοχών του μη χρηματοπιστωτικού τομέα. Πιο πρόσφατη παρατήρηση: Δεκέμβριος 2016.

Οι ροές εξωτερικής χρηματοδότησης σταθεροποιήθηκαν το 2016

Τα τρία πρώτα τρίμηνα του 2016 οι ροές εξωτερικής χρηματοδότησης των ΜΧΕ σταθεροποιήθηκαν σε επίπεδα παρόμοια με τον μέσο όρο του 2015 (βλ. Διάγραμμα 8). Από πιο μακροχρόνια σκοπιά, παράγοντες που εξακολουθούν να συμβάλλουν στη διατήρηση της ανάκαμψης των ροών εξωτερικής χρηματοδότησης των ΜΧΕ από τα χαμηλά επίπεδα του α΄ τριμήνου του 2014 είναι οι εξής: (α) η περαιτέρω μείωση του κόστους χρηματοδότησης, (β) η χαλάρωση των πιστωτικών περιορισμών, (γ) η συνέχιση της επέκτασης της οικονομικής δραστηριότητας και (δ) η εντονότερη δραστηριότητα συγχωνεύσεων και εξαγορών. Επιπλέον, και η διευκολυντική νομισματική πολιτική της ΕΚΤ συνέβαλε στη δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για την πρόσβαση των ΜΧΕ σε χρηματοδότηση μέσω των αγορών. Ειδικότερα, η επέκταση του APP τον Ιούνιο του 2016 στα εταιρικά ομόλογα ενίσχυσε την έκδοση χρεογράφων κατά τη διάρκεια του έτους. Η βελτίωση των πιστωτικών συνθηκών[3] και τα χαμηλότερα επιτόκια οδήγησαν σε ελαφρά αύξηση της προσφυγής των ΜΧΕ σε τραπεζική χρηματοδότηση, ενώ τα δάνεια από μη ΝΧΙ και τον υπόλοιπο κόσμο μειώθηκαν σημαντικά κατά τη διάρκεια του έτους. Οι μη εισηγμένες μετοχές και λοιπές συμμετοχές παρέμειναν η μεγαλύτερη συνιστώσα των ροών εξωτερικής χρηματοδότησης προς ΜΧΕ, υποβοηθούμενες από τα υψηλά παρακρατούμενα κέρδη. Η έκδοση εισηγμένων μετοχών επηρεάστηκε δυσμενώς από το σχετικά υψηλό κόστος χρηματοδότησης μέσω της έκδοσης μετοχών. Επιπλέον, η γενικότερη βελτίωση της πρόσβασης των ΜΧΕ σε εξωτερική χρηματοδότηση έδρασε ανασταλτικά στη δυναμική των εμπορικών πιστώσεων και των ενδοομιλικών δανείων.

Διάγραμμα 8

Καθαρές ροές εξωτερικής χρηματοδότησης προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις στη ζώνη του ευρώ

(ετήσιες ροές, δισεκ. ευρώ)

Πηγές: Eurostat και ΕΚΤ.
Σημειώσεις: Τα “λοιπά δάνεια” περιλαμβάνουν δάνεια από μη ΝΧΙ (λοιπούς φορείς χρηματοπιστωτικής διαμεσολάβησης, ασφαλιστικές επιχειρήσεις και ταμεία συντάξεων) και από τον υπόλοιπο κόσμο. Τα δάνεια από ΝΧΙ και τα δάνεια από μη ΝΧΙ είναι διορθωμένα ως προς τις πωλήσεις και τις τιτλοποιήσεις δανείων. “Λοιπά” είναι η διαφορά μεταξύ του συνόλου και του αθροίσματος των άλλων κατηγοριών στο διάγραμμα. Περιλαμβάνουν τα ενδοομιλικά δάνεια και τις εμπορικές πιστώσεις. Πιο πρόσφατη παρατήρηση: γ΄ τρίμηνο 2016.

Ο ρυθμός αύξησης του καθαρού πλούτου των νοικοκυριών επιταχύνθηκε

Κατά τα τρία πρώτα τρίμηνα του 2016 ο καθαρός πλούτος των νοικοκυριών εξακολούθησε να αυξάνεται με επιταχυνόμενο ρυθμό (βλ. Διάγραμμα 9). Ειδικότερα, οι συνεχείς αυξήσεις των τιμών των κατοικιών απέφεραν σημαντικά κεφαλαιακά κέρδη επί των ακίνητων περιουσιακών στοιχείων των νοικοκυριών. Η αύξηση των τιμών των μετοχών το 2016 οδήγησε σε άνοδο της αξίας των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων των νοικοκυριών και συνέβαλε θετικά στη μεταβολή του καθαρού πλούτου.

Διάγραμμα 9

Μεταβολή καθαρού πλούτου των νοικοκυριών

(ετήσιες ροές, ποσοστό % ακαθάριστου διαθέσιμου εισοδήματος)

Πηγές: Eurostat και ΕΚΤ.
Σημειώσεις: Τα δεδομένα για τα μη χρηματοοικονομικά στοιχεία ενεργητικού είναι εκτιμήσεις της ΕΚΤ. Πιο πρόσφατη παρατήρηση: γ΄ τρίμηνο 2016.

1) Αποτελείται από την καθαρή αποταμίευση, την καθαρή λήψη μεταβιβάσεων κεφαλαίου και τη διαφορά μεταξύ μη χρηματοοικονομικών και χρηματοοικονομικών λογαριασμών.
2) Κυρίως υπεραξίες και ζημίες επί μετοχών και λοιπών συμμετοχών.
3) Κυρίως υπεραξίες και ζημίες επί ακινήτων (και έγγειας ιδιοκτησίας).

Το κόστος δανεισμού για τα νοικοκυριά της ζώνης του ευρώ έφθασε σε ιστορικώς χαμηλό επίπεδο, αλλά εξακολούθησε να διαφέρει από χώρα σε χώρα και ανάλογα με τη διάρκεια του δανείου. Το κόστος των μακροπρόθεσμων δανείων μειώθηκε περισσότερο από ό,τι το κόστος των βραχυπρόθεσμων δανείων. Ο τραπεζικός δανεισμός προς τον τομέα των νοικοκυριών εξακολούθησε να ανακάμπτει το 2016.

Πλαίσιο 1 Οι επιδράσεις των χαμηλών επιτοκίων για τις τράπεζες και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα

Τα χαμηλά επιτόκια που παρατηρήθηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια του 2016 ήταν αποτέλεσμα τόσο παγκόσμιων παραγόντων όσο και παραγόντων που αφορούν μόνο τη ζώνη του ευρώ. Ορισμένοι από αυτούς τους παράγοντες είναι μακροχρόνιοι και σχετίζονται με διαρθρωτικές μεταβολές, όπως οι παρατηρούμενες δημογραφικές τάσεις και η χαμηλότερη αύξηση της παραγωγικότητας, ενώ άλλοι συνδέονται με την απομόχλευση μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση και το γεγονός ότι η σχεδιαζόμενη αποταμίευση υπερβαίνει τις σχεδιαζόμενες επενδυτικές και καταναλωτικές δαπάνες. Η διευκολυντική νομισματική πολιτική της ΕΚΤ με πρωταρχικό σκοπό τη διαφύλαξη της σταθερότητας των τιμών αποτέλεσε έναν από τους παράγοντες αυτού του περιβάλλοντος. Η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ στηρίζει τον ονομαστικό ρυθμό ανάπτυξης της ζώνης του ευρώ προκειμένου να επιτευχθεί ο σκοπός αυτός, γεγονός που αναμένεται τελικά να οδηγήσει σε αύξηση των επιτοκίων, καθώς θα εδραιώνεται η ανάκαμψη.

Η έρευνα για τις τραπεζικές χορηγήσεις στη ζώνη του ευρώ παρέχει στοιχεία που μαρτυρούν ότι το πρόγραμμα αγοράς περιουσιακών στοιχείων της ΕΚΤ, οι στοχευμένες πράξεις πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (TLTRO) και το αρνητικό επιτόκιο της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων συνέβαλαν στη διαμόρφωση ευνοϊκότερων όρων και προϋποθέσεων χορήγησης δανείων το 2016, με αποτέλεσμα την αύξηση του δανεισμού.[4] Παράλληλα με αυτά τα θετικά στοιχεία, το περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων άσκησε πίεση στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.[5] Η ΕΚΤ, από κοινού με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου, εντόπισε κινδύνους για τις τράπεζες, τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις και τα ταμεία συντάξεων, που σχετίζονται με τη διατηρησιμότητα των επιχειρηματικών μοντέλων τους και την ανάληψη κινδύνων. Ορισμένοι από αυτούς τους κινδύνους ενδέχεται να χρειαστεί να περιοριστούν με συγκεκριμένα μακροπροληπτικά και μικροπροληπτικά μέτρα.[6]

Η διατήρηση χαμηλών επιτοκίων επί μακρόν, ιδίως αν συνδυάζεται με χαμηλή οικονομική ανάπτυξη, μπορεί να επιβαρύνει την κερδοφορία και τη φερεγγυότητα εκείνων των ιδρυμάτων που προσφέρουν εγγυημένες αποδόσεις μακροπρόθεσμα. Πέραν του τραπεζικού συστήματος, παραδοσιακά προϊόντα εγγυημένης απόδοσης ασφαλιστικών επιχειρήσεων και ταμείων συντάξεων θα μπορούσαν να καταστούν μη βιώσιμα λόγω των χαμηλών επιτοκίων. Τα στοιχεία δείχνουν ότι οι τομείς των ασφαλίσεων και των συντάξεων ήδη εγκαταλείπουν τις εγγυημένες αποδόσεις και στρέφονται σε επιχειρηματικά μοντέλα που βασίζονται σε προϊόντα συνδεδεμένα με επενδύσεις (“unit linked”), προκειμένου να περιορίσουν τις μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις τους. Ως εκ τούτου, ο χρηματοπιστωτικός τομέας περιορίζει την παροχή πιο μακροπρόθεσμων εγγυημένων αποδόσεων. Επιπλέον, το περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων μπορεί επίσης να συμβάλει στη μείωση των καθαρών εσόδων από τόκους των τραπεζών, ιδίως μέσω της συμπίεσης των καθαρών επιτοκιακών περιθωρίων, καθώς τα επιτόκια καταθέσεων ενδεχομένως δεν μπορούν να μειωθούν κάτω από ένα ελάχιστο δυνατό επίπεδο (effective lower bound), και να μειώσει την κερδοφορία. Τα καθαρά έσοδα από τόκους αποτελούν την κύρια πηγή εσόδων των περισσότερων τραπεζών, ωστόσο η κερδοφορία των τραπεζών διαμορφώνεται και από άλλους παράγοντες, όπως τα έσοδά τους από προμήθειες ή η σχετική αποτελεσματικότητα κόστους τους.

Σε μια προσπάθεια αποκατάστασης των περιθωρίων κέρδους, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα αξιοποίησαν εναλλακτικές πηγές εσόδων και σταδιακά προσαρμόζουν τα επιχειρηματικά μοντέλα τους. Τα έσοδα από προμήθειες ως ποσοστό των συνολικών εσόδων είναι χαμηλότερα για τις τράπεζες που ειδικεύονται στις χορηγήσεις και υψηλότερα για τις τράπεζες που παρέχουν υπηρεσίες θεματοφύλακα.[7] Ειδικότερα, πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι ορισμένες τράπεζες έχουν αυξήσει τις δραστηριότητες που τους αποφέρουν έσοδα από προμήθειες. Σημαντική πηγή εσόδων για τα πιστωτικά ιδρύματα τα τελευταία χρόνια είναι οι προμήθειες για πρόωρες αποπληρωμές και επαναδιαπραγματεύσεις στεγαστικών δανείων. Οι δανειολήπτες ωφελούνται από τη σταδιακή μείωση των μακροπρόθεσμων επιτοκίων, ιδίως στις χώρες όπου συνηθέστερα είναι τα στεγαστικά δάνεια σταθερού επιτοκίου. Τα έσοδα από προμήθειες για πρόωρες αποπληρωμές και επαναδιαπραγματεύσεις πιθανόν να διαδραματίσουν μικρότερο ρόλο στο μέλλον, καθώς η σχετική δαπάνη πραγματοποιείται άπαξ, τη στιγμή της επαναδιαπραγμάτευσης. Έτσι, οι τράπεζες πρέπει να προσαρμόσουν περαιτέρω τα επιχειρηματικά μοντέλα τους και την αποτελεσματικότητα κόστους τους για να παραμείνουν κερδοφόρες. Πράγματι, οι τράπεζες έχουν επίσης εξετάσει μέτρα μείωσης του κόστους, όπως αναδιάρθρωση, μειώσεις προσωπικού, κλείσιμο καταστημάτων και ψηφιοποίηση διαδικασιών, αλλά η πρόοδος ως προς τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας κόστους παραμένει άνιση μεταξύ χωρών, καθώς και μεταξύ τραπεζών.[8]

Τα μειούμενα έσοδα από τόκους σε περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων και η περιορισμένη πρόοδος ως προς τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας αυξάνουν τις πιθανότητες εκτεταμένης ανάληψης κινδύνων από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, ιδίως από εκείνα για τα οποία τα έσοδα από τόκους αποτελούσαν το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων τους στο παρελθόν. Η επένδυση σε κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων υψηλότερου κινδύνου ή περιουσιακά στοιχεία μεγαλύτερης διάρκειας ενέχει τον κίνδυνο μεγαλύτερης έκθεσης σε μη ευχερώς ρευστοποιήσιμα χρηματοδοτικά μέσα, γεγονός που με τη σειρά του εκθέτει τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα σε αυξημένους κινδύνους αποτίμησης και μεγαλώνει τον κίνδυνο μετάδοσης αρνητικών επιδράσεων.

Η ΕΚΤ παρακολουθεί προσεκτικά τις αναπροσαρμογές των επιχειρηματικών μοντέλων από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ως φορέας εποπτείας των τραπεζών και ως αρχή μακροπροληπτικής εποπτείας στο πλαίσιο της εντολής της να εξασφαλίζει τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα στις χώρες που καλύπτονται από την ευρωπαϊκή τραπεζική εποπτεία. Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΚΤ μπορεί να αναλάβει εποπτική δράση και να εφαρμόσει μακροπροληπτικές πολιτικές για τον τραπεζικό τομέα ώστε να εξασφαλιστεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα, η οποία εξακολουθεί να αποτελεί προϋπόθεση για την εδραίωση της οικονομικής ανάκαμψης μέσω του περιορισμού των συστημικών κινδύνων.

Ανάκαμψη με ευρεία βάση

Το 2016 συνεχίστηκε η οικονομική ανάκαμψη στη ζώνη του ευρώ που ξεκίνησε στην αρχή του 2013 και η οποία βασίζεται στην εγχώρια ζήτηση. Κρίνοντας με βάση τους παράγοντες που αποτελούν την κινητήρια δύναμη της οικονομικής δραστηριότητας, η τρέχουσα δυναμική της ανάπτυξης φαίνεται ότι γίνεται πιο ανθεκτική (περισσότερες λεπτομέρειες βλ. στο Πλαίσιο 2). Από την άλλη πλευρά, ανασταλτικά στην οικονομική δραστηριότητα της ζώνης του ευρώ δρα ο υποτονικός ρυθμός αύξησης της εξωτερικής ζήτησης εν μέσω έξαρσης της παγκόσμιας αβεβαιότητας. Έτσι, ο μέσος ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης διαμορφώθηκε σε 1,7% το 2016 (βλ. Διάγραμμα 10). Το ποσοστό αυτό είναι ελαφρώς μόνο χαμηλότερο από το 2,0% που καταγράφηκε το 2015 και το οποίο αντανακλούσε την ιδιαίτερα υψηλή αύξηση του ΑΕΠ στην Ιρλανδία. Η ιδιωτική κατανάλωση αυξήθηκε με ρυθμό παρόμοιο με τον ρυθμό του 2015, τροφοδοτούμενη και πάλι από την άνοδο του διαθέσιμου εισοδήματος, ενώ ο ρυθμός αύξησης των επενδύσεων ήταν ελαφρώς χαμηλότερος από ό,τι το προηγούμενο έτος, παρά την ανάκαμψη στον τομέα των κατασκευών. Παράλληλα, η δημόσια κατανάλωση αυξήθηκε με ταχύτερο ρυθμό το 2016 και έτσι συνέβαλε θετικά στην οικονομική ανάπτυξη (βλ. Ενότητα 1.6 του Κεφαλαίου 1). Η οικονομική ανάκαμψη είχε σχετικά ευρεία βάση στις χώρες της ζώνης του ευρώ.

Διάγραμμα 10

Πραγματικό ΑΕΠ της ζώνης του ευρώ

(ετήσιες ποσοστιαίες μεταβολές, ετήσιες συμβολές σε ποσοστιαίες μονάδες)

Πηγές: Eurostat και υπολογισμοί της ΕΚΤ.
Σημείωση: Ο ετήσιος ρυθμός αύξηςης του ΑΕΠ για το δ΄ τρίμηνο του 2016 αφορά την πρώιμη προκαταρκτική εκτίμηση.

Η οικονομία της ζώνης του ευρώ εξακολούθησε να επεκτείνεται

Η πολύ διευκολυντική κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ εξακολούθησε να μεταδίδεται στην πραγματική οικονομία και στήριξε την εγχώρια ζήτηση. Η βελτίωση της κερδοφορίας των επιχειρήσεων και οι πολύ ευνοϊκές συνθήκες χρηματοδότησης προώθησαν περαιτέρω την ανάκαμψη των επενδύσεων. Επιπλέον, η διαρκής αύξηση της απασχόλησης, η οποία ωφελήθηκε και από προηγηθείσες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, εξακολούθησε να στηρίζει την ανάκαμψη. Οι σχετικά χαμηλές ακόμη τιμές του πετρελαίου τόνωσαν περαιτέρω την ανάπτυξη το 2016. Παράλληλα, η δανειακή επιβάρυνση του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, η οποία παρέμεινε υψηλή σε ορισμένες χώρες, και οι συναφείς ανάγκες απομόχλευσης επέδρασαν αρνητικά στην εγχώρια ζήτηση. Επιπλέον, η βραδεία πρόοδος στην υλοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων εξακολούθησε να αποτελεί τροχοπέδη της ανάπτυξης.

Η ιδιωτική κατανάλωση στη ζώνη του ευρώ ενισχύθηκε περαιτέρω το 2016, με μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης γύρω στο 2,0%, σε γενικές γραμμές παρόμοιο με το προηγούμενο έτος. Οι κυριότεροι παράγοντες που συνέβαλαν στην αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης ήταν η χαμηλή τιμή του πετρελαίου, ιδίως στην αρχή του έτους, οι βελτιώσεις στις αγορές εργασίας της ζώνης του ευρώ και η συνακόλουθη αύξηση του εισοδήματος από την εργασία. Από αυτή την άποψη, ο παράγοντας που συνέβαλε στην αύξηση του συνολικού ονομαστικού εισοδήματος από την εργασία το 2016 ήταν κυρίως η αύξηση του αριθμού των θέσεων εργασίας παρά οι υψηλότεροι μισθοί. Τα χαμηλά επιτόκια εξακολούθησαν να στηρίζουν την ιδιωτική κατανάλωση, καθώς ο δανεισμός έγινε φθηνότερος και η αποταμίευση λιγότερο αποδοτική. Επιπλέον, παρόλο που τα καθαρά έσοδα από τόκους των νοικοκυριών της ζώνης του ευρώ μειώθηκαν οριακά το 2016, τα χαμηλότερα επιτόκια είχαν ως αποτέλεσμα κυρίως την αναδιανομή πόρων από τους καθαρούς αποταμιευτές προς τους καθαρούς δανειολήπτες, οι οποίοι κατά κανόνα έχουν υψηλότερη ροπή προς κατανάλωση από ό,τι οι καθαροί αποταμιευτές.[9]

Τα μέτρα νομισματικής πολιτικής που εφαρμόζει τα τελευταία χρόνια η ΕΚΤ, συμπεριλαμβανομένου του προγράμματος αγοράς εταιρικών ομολόγων που ανακοινώθηκε τον Μάρτιο του 2016, έχουν δώσει ώθηση στη ζήτηση και έτσι έχουν προωθήσει τις επενδύσεις. Ως εκ τούτου, οι επενδύσεις εξακολούθησαν να συμβάλλουν ουσιαστικά στην ανάπτυξη το 2016, αντανακλώντας επίσης τη βελτίωση των κερδών των επιχειρήσεων, τη λιγότερο συγκρατημένη ζήτηση και την αυξανόμενη χρησιμοποίηση του παραγωγικού δυναμικού. Επιπλέον, τα μέτρα νομισματικής πολιτικής ενίσχυσαν την εμπιστοσύνη των επιχειρήσεων, μείωσαν τις καθαρές πληρωμές για τόκους των επιχειρήσεων και οδήγησαν σε χαλάρωση των συνθηκών χρηματοδότησης, μεταξύ άλλων και για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ενισχύοντας έτσι περαιτέρω τις επιχειρηματικές επενδύσεις. Οι επενδύσεις σε εξοπλισμό μεταφορών συνέβαλαν στην ανάκαμψη ιδίως των επιχειρηματικών επενδύσεων. Εντούτοις, ορισμένοι παράγοντες πιθανόν να επέδρασαν αρνητικά στις επενδυτικές δραστηριότητες των επιχειρήσεων, όπως η παρατεταμένη υποχώρηση των προσδοκιών για τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη στη ζώνη του ευρώ, οι συνεχιζόμενες προσαρμογές των εταιρικών ισολογισμών που σχετίζονται με τις υψηλές δανειακές υποχρεώσεις των επιχειρήσεων και το ασθενέστερο παγκόσμιο εμπόριο.

Οι επενδύσεις στον τομέα των κατασκευών επίσης βελτιώθηκαν, αν και από χαμηλά επίπεδα, παράλληλα με την ανάκαμψη των αγορών κατοικιών της ζώνης του ευρώ. Η τελευταία αντανακλούσε την αύξηση της ζήτησης, η οποία με τη σειρά της στηρίχθηκε από την αύξηση του πραγματικού εισοδήματος, τα ευνοϊκά επιτόκια και τους ευνοϊκούς λοιπούς όρους χορήγησης στεγαστικών δανείων χάρη στα μέτρα νομισματικής πολιτικής, αλλά και σε δημοσιονομικά κίνητρα σε ορισμένες χώρες. Επιπλέον, οι αποδόσεις άλλων μορφών επενδύσεων των νοικοκυριών παρέμειναν χαμηλές, γεγονός που προσέφερε πρόσθετα κίνητρα για επενδύσεις σε κατοικίες. Η ανάκαμψη της αγοράς κατοικιών ήταν γενικευμένο φαινόμενο στις χώρες της ζώνης του ευρώ.

Το ασθενές εξωτερικό περιβάλλον εξακολούθησε να αναχαιτίζει τη δυναμική της οικονομικής ανάπτυξης το 2016, ενώ υπεραντιστάθμισε την επίδραση της σημαντικής υποτίμησης του ευρώ την περίοδο 2014-15, που εκδηλώθηκε με χρονική υστέρηση (βλ. Ενότητα 1.1 του Κεφαλαίου 1). Οι εξαγωγές της ζώνης του ευρώ προς τις ΗΠΑ, την Ασία (εξαιρουμένης της Κίνας) και τις αναδυόμενες οικονομίες παρέμειναν υποτονικές το 2016. Ταυτόχρονα, οι εμπορικοί εταίροι στην Ευρώπη και η Κίνα αντιμετώπισαν τις αντιξοότητες και διεύρυναν όλο και περισσότερο τα μερίδιά τους στις εξαγωγές της ζώνης του ευρώ. Οι εμπορικές συναλλαγές εντός της ζώνης του ευρώ ενισχύθηκαν το 2016 και αντικατόπτρισαν την υποκείμενη δυναμική της εγχώριας ζήτησης.

Από τη σκοπιά των επιμέρους τομέων της οικονομίας, η αύξηση του προϊόντος το 2016 ήταν γενικευμένη (βλ. Διάγραμμα 11). Η συνολική ακαθάριστη προστιθέμενη αξία, που στο β΄ τρίμηνο του 2015 ξεπέρασε το προ της κρίσης μέγιστο επίπεδό της (το οποίο είχε επιτευχθεί το α΄ τρίμηνο του 2008), παρουσίασε αύξηση περίπου 1,7% κατά μέσο όρο το 2016. Η αύξηση της προστιθέμενης αξίας στη βιομηχανία (εκτός κατασκευών) επιβραδύνθηκε σε 1,6% περίπου το 2016, ενώ ο τομέας των υπηρεσιών επεκτάθηκε με ρυθμό 1,8%, ελαφρά υψηλότερο σε σχέση με το 2015. Παράλληλα, η προστιθέμενη αξία στις κατασκευές εξακολουθεί να είναι πολύ χαμηλότερη από το προ της κρίσης επίπεδό της, αλλά απέκτησε θετική δυναμική, καθώς αυξήθηκε με ρυθμό 2,0%, που είναι ο υψηλότερος ρυθμός αύξησης από το 2006. Αυτό επιβεβαιώνει ότι οι εξελίξεις στον τομέα των κατασκευών γίνονται όλο και πιο θετικές μετά την παρατεταμένη περίοδο συρρίκνωσης ή βραδείας ανάπτυξης που ξεκίνησε το 2008.

Διάγραμμα 11

Πραγματική ακαθάριστη προστιθέμενη αξία κατά τομέα δραστηριότητας στη ζώνη του ευρώ

(δείκτης: α΄ τρ. 2010 = 100)

Πηγές: Eurostat και υπολογισμοί της ΕΚΤ.

Η απασχόληση στη ζώνη του ευρώ εξακολούθησε να αυξάνεται

Οι αγορές εργασίας ανέκαμψαν περαιτέρω το 2016 (βλ. Διάγραμμα 12). Μέχρι το γ΄ τρίμηνο του 2016 ο αριθμός των απασχολουμένων στη ζώνη του ευρώ είχε αυξηθεί κατά 1,2% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2015 ή κατά 3% και πλέον σε σχέση με το τελευταίο κατώτατο σημείο στο οποίο είχε φθάσει το β΄ τρίμηνο του 2013. Εντούτοις, η απασχόληση ήταν περίπου 0,5% χαμηλότερη από το προ της κρίσης ανώτατο επίπεδο που είχε καταγραφεί το α΄ τρίμηνο του 2008. Όσον αφορά την ανάλυση κατά τομέα, η απασχόληση αυξήθηκε κυρίως στον τομέα των υπηρεσιών και, σε μικρότερο βαθμό, στη βιομηχανία εκτός των κατασκευών, ενώ στις κατασκευές παρέμεινε σε γενικές γραμμές σταθερή.

Διάγραμμα 12

Δείκτες της αγοράς εργασίας

(τριμηνιαίος ρυθμός αύξησης, ποσοστό % του εργατικού δυναμικού, με εποχική διόρθωση)

Πηγή: Eurostat.

Τα τρία πρώτα τρίμηνα του 2016 οι συνολικές πραγματικές ώρες εργασίας αυξήθηκαν με παρόμοιο ρυθμό με τον αριθμό των απασχολουμένων. Ο ετήσιος ρυθμός αύξησης της παραγωγικότητας ανά απασχολούμενο παρέμεινε χαμηλός και διαμορφώθηκε σε 0,4% περίπου κατά μέσο όρο ανά τρίμηνο τα τρία πρώτα τρίμηνα του 2016, έναντι ετήσιας αύξησης 1,0% το 2015 (η οποία ωστόσο επηρεάστηκε ευνοϊκά από την αναθεώρηση του ΑΕΠ στην Ιρλανδία).

Το ποσοστό ανεργίας συνέχισε να υποχωρεί το 2016 και διαμορφώθηκε σε 9,6% τον Δεκέμβριο, που ήταν το χαμηλότερο επίπεδο από τα μέσα του 2009. Η πτώση της ανεργίας που ξεκίνησε το δεύτερο εξάμηνο του 2013 αφορά και τα δύο φύλα, αλλά και όλες τις ηλικιακές ομάδες. Για το 2016 ως σύνολο, το μέσο ποσοστό ανεργίας διαμορφώθηκε σε 10,0%, έναντι 10,9% το 2015 και 11,6% το 2014. Ωστόσο, ευρύτεροι δείκτες της υπερπροσφοράς στην αγορά εργασίας παρέμειναν υψηλοί.

Πλαίσιο 2 Παράγοντες που στηρίζουν την τρέχουσα ανάκαμψη

Η ανάπτυξη της οικονομικής δραστηριότητας συνεχίστηκε το 2016 στη ζώνη του ευρώ, παρά την αυξημένη διεθνή αβεβαιότητα. Η ανάκαμψη του ΑΕΠ από το β΄ τρίμηνο του 2013 βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης. Η σημαντική άνοδος της απασχόλησης διευκόλυνε τη σταθερή αύξηση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος, που συνέβαλε τόσο στην ισχυρή δυναμική της κατανάλωσης όσο και στη συνεχιζόμενη απομόχλευση των νοικοκυριών. Οι παράγοντες αυτοί υποδηλώνουν κάποια ανθεκτικότητα της δυναμικής της ανάπτυξης. Επιπλέον, η διεύρυνση των παραγόντων που στηρίζουν την οικονομική ανάπτυξη στη ζώνη του ευρώ – χάρη και στην ώθηση της πολύ διευκολυντικής κατεύθυνσης της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ – επίσης δείχνει ότι η ανάκαμψη είναι διατηρήσιμη.

Η σωρευτική αύξηση του ΑΕΠ της ζώνης του ευρώ από το β΄ τρίμηνο του 2013 οφείλεται σχεδόν κατά το ήμισυ στη συμβολή της κατανάλωσης (βλ. Διάγραμμα Α, αριστερό μέρος)[10]. Σε κάποιο βαθμό, αυτό μπορεί να θεωρηθεί φυσικό, καθώς η κατανάλωση αποτελεί τη μεγαλύτερη συνιστώσα της δαπάνης (περίπου 55% του ΑΕΠ της ζώνης του ευρώ). Ωστόσο, έρχεται σε έντονη αντίθεση με την ανάκαμψη της περιόδου 2009-11, όταν μόνο το 11% της σωρευτικής αύξησης του ΑΕΠ προήλθε από την κατανάλωση (βλ. Διάγραμμα A, δεξιό μέρος). Η τρέχουσα ανάκαμψη βασίζεται πολύ λιγότερο στις καθαρές εξαγωγές από ό,τι η προηγούμενη, αλλά έχει επίσης αποδειχθεί πιο βαθμιαία και διαρκέστερη.

Διάγραμμα A

Συμβολές στο ΑΕΠ

(σωρευτικές ποσοστιαίες μονάδες)

Πηγές: Eurostat και υπολογισμοί της ΕΚΤ.

Ένας παράγοντας που συνέβαλε καίρια στη διατηρησιμότητα της προϊούσας ανάπτυξης αφορά τη σύνθεση της αύξησης του ακαθάριστου διαθέσιμου εισοδήματος, η οποία κατά την τρέχουσα ανοδική φάση του οικονομικού κύκλου παρουσιάζει σημαντικές διαφορές σε σχέση με την ανάκαμψη της περιόδου από το γ΄ τρίμηνο του 2009 μέχρι το γ΄ τρίμηνο του 2011 (βλ. Διάγραμμα Β). Κατά την τρέχουσα ανάκαμψη, στην αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος συνέβαλε η σχετικά υψηλή δημιουργία θέσεων εργασίας. Αντίθετα, κατά την προηγούμενη ανάκαμψη η αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος προήλθε σχεδόν εξ ολοκλήρου από την αύξηση των μισθών, ενώ η απασχόληση μειώθηκε. Επιπλέον, ενώ ένα μέρος της αύξησης του ονομαστικού εισοδήματος εξανεμίστηκε από τον πληθωρισμό, το φαινόμενο αυτό ήταν πολύ ηπιότερο από ό,τι στην προηγούμενη ανάκαμψη, καθώς οι μειώσεις της τιμής του πετρελαίου από το δεύτερο εξάμηνο του 2014 προσέφεραν στα νοικοκυριά ένα απροσδόκητο όφελος σε όρους πραγματικής αγοραστικής δύναμης.

Διάγραμμα B

Συμβολές στο πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα

(σωρευτικές ποσοστιαίες μονάδες)

Πηγές: Eurostat και υπολογισμοί της ΕΚΤ.

Σύμφωνα με την οικονομική θεωρία, η κατανάλωση των νοικοκυριών αντιδρά εντονότερα στην αύξηση της απασχόλησης από ό,τι στην αύξηση των πραγματικών μισθών, ιδίως διότι η πρώτη έχει μεγαλύτερη διάρκεια από τη δεύτερη.[11] Συνεπώς, μια αύξηση της απασχόλησης σήμερα μπορεί να σηματοδοτεί μεγαλύτερη αύξηση του μόνιμου εισοδήματος από ό,τι παρόμοια αύξηση των μισθών. Έτσι γίνεται καλύτερα αντιληπτό γιατί οι καταναλωτές αντιδρούν εντονότερα στις διακυμάνσεις της τρέχουσας αύξησης της απασχόλησης από ό,τι στις διακυμάνσεις της τρέχουσας αύξησης των μισθών.[12] Επιπλέον, μικροοικονομικά στοιχεία δείχνουν ότι οι άνεργοι και οι ανενεργοί οικονομικά έχουν υψηλότερη ροπή προς κατανάλωση από ό,τι οι εργαζόμενοι.[13] Το γεγονός ότι οι αυξήσεις του συνολικού εισοδήματος από την εργασία λόγω των διακυμάνσεων της απασχόλησης συγκεντρώνονται, σε μεγάλο βαθμό, μεταξύ των ανενεργών οικονομικά ατόμων ή των ανέργων είναι ένας ακόμη παράγοντας που βοηθά να γίνει κατανοητό γιατί η συνολική κατανάλωση σε επίπεδο συγχρονίας ανταποκρίνεται περισσότερο στις διακυμάνσεις της απασχόλησης από ό,τι στις διακυμάνσεις των μισθών. Επομένως, η μεγαλύτερη συμβολή της απασχόλησης στο πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα κατά την τρέχουσα ανάκαμψη συνάδει με τη μεγαλύτερη αύξηση της κατανάλωσης.

Οι χαμηλότερες τιμές της ενέργειας επίσης συνέβαλαν στην έντονη αύξηση της κατανάλωσης κατά την παρούσα ανάκαμψη. Η συνολική πτώση των τιμών του πετρελαίου από το δεύτερο εξάμηνο του 2014 προσέφερε στα νοικοκυριά ένα απροσδόκητο όφελος σε όρους πραγματικής αγοραστικής δύναμης, γεγονός που συνέβαλε τόσο στη σταθερή αύξηση της κατανάλωσης όσο και στη συγκρατημένη αύξηση του ποσοστού αποταμίευσης των νοικοκυριών. Εντούτοις, η συμβολή της πτώσης των τιμών του πετρελαίου στην αύξηση της κατανάλωσης αρχίζει να εξασθενεί, καθώς το μεγαλύτερο μέρος του σχετικού οφέλους ήδη δαπανάται. Κατά κανόνα, από μακροχρόνια σκοπιά, η κατανάλωση αντιδρά με καθυστέρηση στις μεταβολές των τιμών του πετρελαίου. Ωστόσο, η κατανάλωση αντέδρασε προσφάτως ταχύτερα στην πτώση των τιμών του πετρελαίου από ό,τι είχε κάνει σε ανάλογες περιπτώσεις στο παρελθόν, όπως προκύπτει από τη σχετικά υποτονική αντίδραση του ποσοστού αποταμίευσης των νοικοκυριών στο απροσδόκητο αυτό όφελος (βλ. Διάγραμμα Γ).

Διάγραμμα Γ

Ποσοστό αποταμίευσης και τιμές πετρελαίου

(ευρώ και ποσοστά)

Πηγές: Bloomberg Finance L.P., Eurostat και υπολογισμοί της ΕΚΤ.

Διάγραμμα Δ

Δανειακή επιβάρυνση των νοικοκυριών και κατανάλωση

(ποσοστιαίες μονάδες και ποσοστά, ετήσιες μεταβολές με βάση τριμηνιαία στοιχεία)

Πηγές: Eurostat και υπολογισμοί της ΕΚΤ.
Σημείωση: Η δανειακή επιβάρυνση των νοικοκυριών ορίζεται ως ο λόγος των δανείων προς τα νοικοκυριά προς το ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών.

Ένας ακόμη παράγοντας που συμβάλλει στη διατηρησιμότητα της προϊούσας ανάκαμψης σχετίζεται με το γεγονός ότι η τρέχουσα ανάπτυξη, η οποία βασίζεται στην κατανάλωση, δεν απορρέει από αύξηση της δανειακής επιβάρυνσης των νοικοκυριών (που ορίζεται ως ο λόγος των δανείων προς τα νοικοκυριά προς το ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών). Σε αντίθεση με την προ της κρίσης περίοδο, η αύξηση της κατανάλωσης στη ζώνη του ευρώ συνδυάζεται με σταδιακή μείωση της δανειακής επιβάρυνσης των νοικοκυριών (βλ. Διάγραμμα Δ). Αυτό υπογραμμίζει τη διατηρησιμότητα και την ανθεκτικότητα της οικονομικής ανάκαμψης η οποία βασίζεται στην κατανάλωση.

Η οικονομική ανάκαμψη, εκτός του ότι σε μεγάλο βαθμό προέρχεται από την κατανάλωση, αποκτά ολοένα ευρύτερη βάση, καθώς ενισχύεται σταδιακά η στήριξή της από τις εγχώριες επενδύσεις, χάρη και στην ώθηση της πολύ διευκολυντικής κατεύθυνσης της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ. Η δυναμική των ακαθάριστων επενδύσεων πάγιου κεφαλαίου συνεισέφερε κοντά στο 1/3 της σωρευτικής αύξησης του ΑΕΠ κατά την περίοδο από το β΄ τρίμηνο του 2013 μέχρι το γ΄ τρίμηνο του 2016.

Ταυτόχρονα, ο ρυθμός αύξησης των εξαγωγών μετριάστηκε το 2016, καθώς η εξωτερική ζήτηση παρέμεινε υποτονική εν μέσω αυξημένης αβεβαιότητας παγκοσμίως, ενώ οι θετικές επιδράσεις της προηγηθείσας υποτίμησης του ευρώ εξασθένησαν. Η συνολική στήριξη της οικονομικής δραστηριότητας από τις σχετικά χαμηλές τιμές του πετρελαίου και την υποτίμηση του ευρώ την περίοδο 2014-15 εξασθένησε το 2016 στο πλαίσιο της σταθερής – σε γενικές γραμμές – σταθμισμένης συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ. Ωστόσο, δεδομένων των ενδείξεων για κάπως ισχυρότερη παγκόσμια ανάκαμψη, οι εξαγωγές σε χώρες εκτός της ζώνης του ευρώ αναμένεται να τονωθούν από την ενίσχυση της εξωτερικής ζήτησης και να συμβάλουν έτσι στη δυναμική της οικονομικής επέκτασης.

Συνολικά, η διατηρησιμότητα της τρέχουσας ανάκαμψης βασίζεται στην αύξηση του εισοδήματος των νοικοκυριών που ενισχύεται από την άνοδο της απασχόλησης, στην υπό εξέλιξη απομόχλευση του τομέα των νοικοκυριών και στη διεύρυνση των παραγόντων που συμβάλλουν στην οικονομική ανάπτυξη.

Τιμές και κόστος

Το 2016 η εξέλιξη του μετρούμενου πληθωρισμού στη ζώνη του ευρώ, όπως μετρείται από τον Εναρμονισμένο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (ΕνΔΤΚ), αντανακλούσε κυρίως την επίδραση των τιμών της ενέργειας. Η επίδραση αυτή ήταν υπεύθυνη για τους χαμηλούς ή ακόμη και αρνητικούς ρυθμούς πληθωρισμού των πρώτων μηνών του 2016, αλλά και για τη μετέπειτα ανοδική τάση, καθώς εξασθένησαν οι αρνητικές συμβολές της ενέργειας. Ο υποκείμενος πληθωρισμός, όπως μετρείται με βάση τον ΕνΔΤΚ χωρίς τις τιμές της ενέργειας και των ειδών διατροφής, δεν παρουσίασε ένδειξη ανοδικής τάσης και κυμάνθηκε μεταξύ 0,7% και 1,0% κατά τη διάρκεια του έτους.

Ο μετρούμενος πληθωρισμός καθορίστηκε σε μεγάλο βαθμό από τις τιμές της ενέργειας

Το 2016 ο μετρούμενος πληθωρισμός βάσει του ΕνΔΤΚ στη ζώνη του ευρώ διαμορφώθηκε σε 0,2% κατά μέσο όρο, από 0,0% το 2015. Η πορεία του εναρμονισμένου πληθωρισμού καθορίστηκε κυρίως από την εξέλιξη των τιμών της ενέργειας (βλ. Διάγραμμα 13). Ο μετρούμενος πληθωρισμός ήταν αρνητικός την άνοιξη, αλλά στη συνέχεια αυξήθηκε σταδιακά. Μέχρι τον Δεκέμβριο είχε αυξηθεί κατά 1 1/4 ποσοστιαία μονάδα και πλέον σε σχέση με το κατώτατο σημείο στο οποίο είχε φθάσει τον Απρίλιο.

Διάγραμμα 13

Εναρμονισμένος πληθωρισμός και συμβολές ανά συνιστώσα

(ετήσιες ποσοστιαίες μεταβολές και συμβολές σε ποσοστιαίες μονάδες)

Πηγές: Eurostat και υπολογισμοί της ΕΚΤ.

Αντίθετα, διάφοροι εναλλακτικοί δείκτες υποκείμενου πληθωρισμού δεν έδειξαν σαφή ανοδική τάση (βλ. Διάγραμμα 14). Ο εναρμονισμένος πληθωρισμός χωρίς τις τιμές της ενέργειας και των ειδών διατροφής κυμάνθηκε μεταξύ 0,7% και 1% καθ’ όλη τη διάρκεια του 2016. Η απουσία ανοδικής δυναμικής στον υποκείμενο πληθωρισμό οφειλόταν εν μέρει στις έμμεσες καθοδικές επιδράσεις προγενέστερων έντονων μειώσεων των τιμών του πετρελαίου και άλλων βασικών εμπορευμάτων, οι οποίες εκδηλώνονται με χρονική υστέρηση. Σε βαθύτερη ανάλυση, οι πιέσεις από πλευράς εγχώριου κόστους – ιδίως αυτές που προέρχονται από τις μισθολογικές αυξήσεις – παρέμειναν επίσης υποτονικές (περισσότερες λεπτομέρειες βλ. στο Πλαίσιο 3).

Διάγραμμα 14

Δείκτες υποκείμενου πληθωρισμού

(ετήσιες ποσοστιαίες μεταβολές)

Πηγές: Eurostat και υπολογισμοί της ΕΚΤ.
Σημειώσεις: Στο εύρος των υποκείμενων δεικτών έχουν ληφθεί υπόψη τα εξής: ΕνΔΤΚ χωρίς τις τιμές της ενέργειας, ΕνΔΤΚ χωρίς τις τιμές των μη επεξεργασμένων ειδών διατροφής και της ενέργειας, ΕνΔΤΚ χωρίς τις τιμές των ειδών διατροφής και της ενέργειας, ΕνΔΤΚ χωρίς τις τιμές ειδών διατροφής, ενέργειας, ταξιδιωτικών υπηρεσιών και ένδυσης, περικομμένος μέσος όρος (10%), περικομμένος μέσος όρος (30%), διάμεση τιμή του ΕνΔΤΚ και δείκτης βασισμένος σε δυναμικό υπόδειγμα παραγόντων. Πιο πρόσφατες παρατηρήσεις: Νοέμβριος 2016.

Όσον αφορά αναλυτικότερα τις κύριες συνιστώσες του ΕνΔΤΚ, ο πληθωρισμός της ενέργειας είχε αρνητική συμβολή -0,5 της ποσοστιαίας μονάδας στον μετρούμενο πληθωρισμό κατά μέσο όρο το 2016. Αυτό οφειλόταν κυρίως στην εξέλιξη των τιμών του πετρελαίου σε ευρώ, οι οποίες κατά κύριο λόγο επηρεάζουν τις τιμές καταναλωτή των υγρών καυσίμων. Επηρεάζουν επίσης τις τιμές καταναλωτή του φυσικού αερίου, αλλά η μετακύλιση είναι λιγότερο άμεση, ασθενέστερη και εκδηλώνεται με μεγαλύτερη χρονική υστέρηση.[14]

Ο πληθωρισμός των τιμών των ειδών διατροφής μειώθηκε σε 1,0% κατά μέσο όρο το 2016, μετά την ανοδική τάση που παρουσίασε το 2015, φθάνοντας σε 1,4% το δ΄ τρίμηνο του 2015. Αυτή η υποχώρηση, καθώς και οι διακυμάνσεις κατά τη διάρκεια του έτους οφείλονται κυρίως στις εξελίξεις στις τιμές των μη επεξεργασμένων ειδών διατροφής, ιδίως των οπωροκηπευτικών, οι οποίες αντανακλούν παροδικές επιδράσεις, όπως οι μεγάλες αυξήσεις λόγω των καιρικών συνθηκών τον Ιούλιο και τον Αύγουστο και η μετέπειτα έντονη διόρθωση προς τα κάτω τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο. Αντίθετα, ο πληθωρισμός των επεξεργασμένων ειδών διατροφής παρέμεινε σε γενικές γραμμές σταθερός καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους.

Ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής των τιμών των μη ενεργειακών βιομηχανικών αγαθών αυξήθηκε σε 0,7% τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο, αλλά στη συνέχεια μειώθηκε και διαμορφώθηκε σε 0,3% από τον Αύγουστο μέχρι τον Δεκέμβριο. Η μείωση αυτή οφειλόταν στις τιμές των διαρκών και ημιδιαρκών αγαθών, δηλ. των δύο συνιστωσών των μη ενεργειακών βιομηχανικών αγαθών με το υψηλότερο εισαγωγικό περιεχόμενο, οι οποίες εξ αυτού του λόγου είναι πιθανότερο να επηρεαστούν από την ανατίμηση της ονομαστικής σταθμισμένης συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ που ξεκίνησε την άνοιξη του 2015. Ο πληθωρισμός των μη διαρκών αγαθών παρέμεινε σε γενικές γραμμές σταθερός.

Επίσης, οι προϋπάρχουσες πιέσεις στις τιμές παρέμειναν ασθενείς το 2016. Ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής των τιμών των εισαγομένων μειώθηκε αισθητά το 2015 και διατηρείται αρνητικός από την αρχή του 2016, αντανακλώντας κυρίως την άμεση επίδραση της ανατίμησης της ονομαστικής σταθμισμένης συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ (βλ. Διάγραμμα 15). Όσον αφορά τις εγχώριες εξελίξεις, ο πληθωρισμός τιμών παραγωγού των καταναλωτικών αγαθών εκτός των ειδών διατροφής κυμάνθηκε γύρω στο μηδέν καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Οι εξελίξεις στις τιμές παραγωγού στους κλάδους των ενδιάμεσων αγαθών δείχνουν σημαντική επίδραση των τιμών του αργού πετρελαίου και άλλων βασικών εμπορευμάτων στα πρώτα στάδια της αλυσίδας διαμόρφωσης των τιμών και στη συνέχεια επίδραση και στα επόμενα στάδια (όπως μετρείται με βάση τις τιμές των καταναλωτικών αγαθών).

Διάγραμμα 15

Τιμές εισαγόμενων μη διατροφικών καταναλωτικών αγαθών και εξελίξεις της συναλλαγματικής ισοτιμίας

(ετήσιες ποσοστιαίες μεταβολές)

Πηγές: Eurostat και υπολογισμοί της ΕΚΤ.
Σημειώσεις: Πιο πρόσφατες παρατηρήσεις: Νοέμβριος 2016 για την ονομαστική ΣΣΙ-38 και Οκτώβριος 2016 για τις τιμές των εισαγομένων. Η ονομαστική ΣΣΙ-38 είναι η ονομαστική σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ έναντι των νομισμάτων των 38 σημαντικότερων εμπορικών εταίρων της ζώνης του ευρώ.

Ο πληθωρισμός των τιμών των υπηρεσιών κυμάνθηκε γύρω στο 1,1% καθ’ όλη τη διάρκεια του 2016, επίπεδο σημαντικά χαμηλότερο από τον πιο μακροχρόνιο μέσο όρο του. Ορισμένες κατηγορίες της συνιστώσας των υπηρεσιών του ΕνΔΤΚ τείνουν να είναι εγχώριας παραγωγής, γεγονός που σημαίνει ότι οι τιμές των υπηρεσιών θα έπρεπε να συσχετίζονται στενότερα με την εξέλιξη της εγχώριας ζήτησης και του εγχώριου κόστους εργασίας. Έτσι, οι υποτονικές εξελίξεις πιθανώς αντανακλούν τις συνθήκες σημαντικής ακόμη υπερπροσφοράς στις αγορές προϊόντων και εργασίας της ζώνης του ευρώ.

Οι πιέσεις από την πλευρά του εγχώριου κόστους παρέμειναν συγκρατημένες

Οι πιέσεις από την πλευρά του εγχώριου κόστους που προέρχονται από το κόστος εργασίας παρέμειναν συγκρατημένες τα τρία πρώτα τρίμηνα του 2015.

Ο ρυθμός αύξησης της μισθολογικής δαπάνης ανά μισθωτό και του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος στη ζώνη του ευρώ διαμορφώθηκαν κατά μέσο όρο σε 1,3% και 0,9% αντίστοιχα τα τρία πρώτα τρίμηνα του 2016 (βλ. Διάγραμμα 16). Η ελαφρά ανάκαμψη του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος το 2016 σε σύγκριση με το 2015 αντανακλά κυρίως τη μείωση του ρυθμού ανόδου της παραγωγικότητας της εργασίας, ενώ ο ρυθμός αύξησης της μισθολογικής δαπάνης ανά μισθωτό παρέμεινε χαμηλός. Μεταξύ των παραγόντων που εξηγούν τις συγκρατημένες μισθολογικές πιέσεις περιλαμβάνονται η υψηλή ακόμη υπερπροσφορά στην αγορά εργασίας, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις των τελευταίων ετών στις αγορές εργασίας που έχουν οδηγήσει σε μεγαλύτερη καθοδική ευελιξία των μισθών σε ορισμένες χώρες της ζώνης του ευρώ και ο χαμηλός πληθωρισμός.[15]

Διάγραμμα 16

Ανάλυση του αποπληθωριστή του ΑΕΠ

(ετήσιες ποσοστιαίες μεταβολές και συμβολές σε ποσοστιαίες μονάδες)

Πηγές: Eurostat και υπολογισμοί της ΕΚΤ.

Οι πιέσεις από την πλευρά του εγχώριου κόστους που προέρχονται από εξελίξεις στα κέρδη (όπως μετρούνται σε όρους ακαθάριστου λειτουργικού πλεονάσματος) υποχώρησαν κάπως το 2016 σε σύγκριση με το 2015. Αυτό μπορεί να δείχνει ότι οι ανοδικές επιδράσεις που είχαν στα κέρδη οι βελτιώσεις των όρων του εμπορίου (λόγω των χαμηλών τιμών του πετρελαίου), οι οποίες αποτέλεσαν τον κυριότερο παράγοντα που ώθησε προς τα επάνω τα κέρδη το 2015, άρχισαν να εξασθενούν, καθώς οι τιμές του πετρελαίου συνέχισαν να ανακάμπτουν από τα χαμηλά επίπεδα στα οποία είχαν φθάσει στην αρχή του 2016.[16] Ως εκ τούτου, τα κέρδη ανά μονάδα προϊόντος ήταν ο κυριότερος παράγοντας που συνέβαλε στην ελαφρά μείωση του ετήσιου ρυθμού μεταβολής του αποπληθωριστή του ΑΕΠ μεταξύ δ΄ τριμήνου του 2015 και γ΄ τριμήνου του 2016.

Οι μακροπρόθεσμες προσδοκίες για τον πληθωρισμό σταθεροποιήθηκαν

Οι μακροπρόθεσμες προσδοκίες για τον πληθωρισμό που βασίζονται σε αποτελέσματα ερευνών σταθεροποιήθηκαν το 2016. Σύμφωνα με την έρευνα μεταξύ των εξειδικευμένων φορέων διενέργειας προβλέψεων (Survey of Professional Forecasters), οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό σε ορίζοντα πέντε ετών διαμορφώθηκαν στο 1,8% και στους τέσσερις γύρους της έρευνας το 2016. Οι μακροπρόθεσμες προσδοκίες για τον πληθωρισμό είναι κατά τι υψηλότερες σύμφωνα με την έρευνα του Consensus Economics (1,9%). Μετά τα ιστορικώς χαμηλά επίπεδα στα οποία έφθασαν τον Ιούλιο, σημειώθηκε ανάκαμψη των προσδοκιών για τον πληθωρισμό, όπως συνάγονται από τα επιτόκια των συμφωνιών ανταλλαγής που συνδέονται με τον πληθωρισμό μετά από πέντε έτη και για ορίζοντα πέντε ετών. Ωστόσο, οι μακροπρόθεσμες προσδοκίες για τον πληθωρισμό που βασίζονται σε δείκτες της αγοράς παρέμειναν χαμηλότερες από τις προσδοκίες που βασίζονται σε στοιχεία ερευνών καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους.

Πλαίσιο 3 Τάσεις του υποκείμενου πληθωρισμού: ο ρόλος της δυναμικής των μισθών

Ο υποκείμενος πληθωρισμός συνέχισε να μην εμφανίζει πειστικές ενδείξεις ανοδικής τάσης και το 2016. Το παρόν πλαίσιο εξετάζει κάποιους από τους παράγοντες που είναι πιθανόν να συγκράτησαν τη δυναμική του πληθωρισμού και ειδικότερα τον ρόλο των μισθολογικών εξελίξεων στην ερμηνεία των υποτονικών τάσεων του πληθωρισμού.

Το 2016 ο ετήσιος πληθωρισμός βάσει του ΕνΔΤΚ εκτός των ειδών διατροφής και της ενέργειας συνέχισε να κυμαίνεται μεταξύ 0,7% και 1,0%, επίπεδο πολύ χαμηλότερο από τον ιστορικό μέσο όρο του (βλ. Διάγραμμα A). Αυτό αντανακλούσε ιδίως τον συνεχιζόμενο υποτονικό πληθωρισμό των τιμών των υπηρεσιών, αλλά ενισχύθηκε και από την εκ νέου καθοδική κίνηση του πληθωρισμού των τιμών των μη ενεργειακών βιομηχανικών αγαθών ύστερα από τη σχετική ανάκαμψη που παρατηρήθηκε το 2015 και στις αρχές του 2016. Οι υποτονικές αυτές εξελίξεις μπορούν εν μέρει να ερμηνευθούν από τις καθοδικές έμμεσες επιδράσεις που άσκησαν οι χαμηλές τιμές του πετρελαίου και άλλων βασικών εμπορευμάτων στις τιμές των εισροών στην παραγωγή ορισμένων υπηρεσιών (π.χ. μεταφορών) και καταναλωτικών αγαθών (π.χ. φαρμακευτικών προϊόντων). Επιπλέον, η παγκοσμίως υποτονική δυναμική των τιμών συγκράτησε σε χαμηλά επίπεδα και τις τιμές των απευθείας εισαγόμενων καταναλωτικών αγαθών.

Διάγραμμα A

Απόκλιση του ΕνΔΤΚ χωρίς τις τιμές των ειδών διατροφής και της ενέργειας από τον μακροχρόνιο μέσο όρο του και συμβολές των κύριων συνιστωσών του

(ετήσιες ποσοστιαίες μεταβολές και συμβολές σε ποσοστιαίες μονάδες)

Πηγές: Eurostat και υπολογισμοί της ΕΚΤ.
Σημειώσεις: Η κόκκινη γραμμή δείχνει την απόκλιση του ετήσιου ρυθμού μεταβολής του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή εκτός των ειδών διατροφής και της ενέργειας από τον μακροχρόνιο μέσο όρο του από το 1999 και εξής (1,4%). Οι συμβολές εμφανίζονται ως αποκλίσεις από τον μακροχρόνιο μέσο όρο τους.

Ωστόσο, οι κύριες πηγές της υποτονικής εξέλιξης του υποκείμενου πληθωρισμού σχετίζονται με τις συγκρατημένες εγχώριες εξελίξεις στις τιμές και το κόστος. Οι μισθοί αντιπροσωπεύουν μεγάλο ποσοστό του κόστους των εισροών, ιδίως στον τομέα των υπηρεσιών, που κατά κανόνα χαρακτηρίζεται από μεγαλύτερη ένταση εργασίας. Πάντως, μια μεταβολή στον ρυθμό αύξησης των ονομαστικών μισθών δεν ασκεί απαραιτήτως πίεση στις επιχειρήσεις να μεταβάλουν τις τιμές, όταν π.χ. η μεταβολή αυτή οφείλεται σε μεταβολή της παραγωγικότητας της εργασίας. Επομένως, κατά την αξιολόγηση των πιέσεων από την πλευρά του κόστους, συχνά είναι χρήσιμο να αναλύονται οι μεταβολές του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος, οι οποίες υπολογίζονται ως η διαφορά μεταξύ του ρυθμού αύξησης των ονομαστικών μισθών και του ρυθμού μεταβολής της παραγωγικότητας της εργασίας. Εξάλλου οι επιχειρήσεις ενδέχεται να επιλέξουν να προσαρμόσουν τα περιθώρια κέρδους και όχι τις τιμές τους μετά από μια μεταβολή του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος. Αν δεν συνυπολογιστούν οι βραχυπρόθεσμες κινήσεις λόγω μεταβολών στην παραγωγικότητα, η εξέλιξη της δυναμικής του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος φαίνεται πως ήταν συμβατή με εκείνη της δυναμικής των μισθών στο πρόσφατο παρελθόν.[17]

Η αύξηση των μισθών παρέμεινε υποτονική το 2016, με βάση όλους τους δείκτες. Ειδικότερα, ο ρυθμός αύξησης των συμβατικών αποδοχών κυμάνθηκε γύρω από ιστορικώς χαμηλά ετήσια επίπεδα, ενώ ο ρυθμός αύξησης της μισθολογικής δαπάνης ανά μισθωτό ή ανά πραγματική ώρα εργασίας ήταν ακόμη χαμηλότερος (βλ. Διάγραμμα B). Η διαφορά ανάμεσα στους ρυθμούς αύξησης των συμβατικών και των πράγματι καταβαλλόμενων αποδοχών υποδηλώνει αρνητική απόκλιση των μισθών (wage drift), η οποία μπορεί να θεωρηθεί ένδειξη καθοδικών πιέσεων στους μισθούς. Σε τομεακό επίπεδο, η άνοδος των μισθών τελευταία υποχωρεί σημαντικά και στον τομέα των υπηρεσιών της αγοράς και στη βιομηχανία εκτός των κατασκευών. Τι είναι λοιπόν αυτό που κρατά την αύξηση των μισθών τόσο χαμηλά;

Διάγραμμα B

Η αύξηση των μισθών στη ζώνη του ευρώ

(ετήσιες ποσοστιαίες μεταβολές)

Πηγές: Eurostat και υπολογισμοί της ΕΚΤ.

Ένας εύλογος τρόπος για να αξιολογηθεί η αύξηση των μισθών είναι να εξεταστεί υπό το πρίσμα ενός τυπικού υποδείγματος προσδιορισμού της καμπύλης Phillips. Σε ένα τέτοιο υπόδειγμα οι μισθοί καθορίζονται από τις προσδοκίες για τον πληθωρισμό (που εν προκειμένω διαμορφώνονται με βάση τις παρελθούσες εξελίξεις του πληθωρισμού[18]), την παραγωγικότητα και το ποσοστό ανεργίας (βλ. Διάγραμμα Γ). Η ανάλυση της αύξησης των μισθών σε αυτούς τους προσδιοριστικούς παράγοντες υποδηλώνει ότι η διαμόρφωσή της σε επίπεδα κάτω του μέσου όρου το 2016 οφειλόταν κυρίως στην κάτω του μέσου όρου συμβολή του παρελθόντος πληθωρισμού και στην υψηλή ανεργία. Η ανάγκη να περιοριστεί η ανεργία, καθώς και οι μεταρρυθμίσεις στις αγορές εργασίας σε ορισμένες χώρες, είχαν ως αποτέλεσμα οι μισθολογικές διαπραγματεύσεις να είναι προσανατολισμένες περισσότερο στην απασχόληση και λιγότερο στις αποδοχές. Υπάρχουν επίσης ενδείξεις ότι η προς τα κάτω ακαμψία των μισθών μειώθηκε συνολικά στη ζώνη του ευρώ, ιδίως σε χώρες που αντιμετώπισαν ισχυρή αρνητική μακροοικονομική διαταραχή.[19] Τα επίπεδα χαμηλού πληθωρισμού των τελευταίων ετών ίσως επέδρασαν στις μισθολογικές εξελίξεις με διάφορους τρόπους. Ειδικότερα, οι μισθολογικές διαπραγματεύσεις ενδέχεται να δέχθηκαν λιγότερες πιέσεις, καθώς οι χαμηλές τιμές του πετρελαίου αύξησαν την αγοραστική δύναμη των αμοιβών των εργαζομένων. Η αύξηση της παραγωγικότητας πρόσφατα είχε και αυτή αρνητική συμβολή στην αύξηση των μισθών σε σχέση με την εικόνα που παρουσιάζεται μακροχρόνια.

Όσον αφορά το μέλλον, η δυσμενής επίδραση που ασκούν στην αύξηση των μισθών όλοι οι παράγοντες που προαναφέρθηκαν αναμένεται σταδιακά να εξαλειφθεί. Πρώτον, η υπερπροσφορά στις αγορές εργασίας αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω, καθώς συνεχίζεται η οικονομική ανάκαμψη και οι μεταρρυθμίσεις στις αγορές εργασίας συμβάλλουν στη δημιουργία θέσεων απασχόλησης. Δεύτερον, η επίδραση των παρελθουσών μειώσεων των τιμών του πετρελαίου φαίνεται πως έχει λάβει τέλος, γεγονός που θα οδηγήσει σε περαιτέρω αύξηση του πληθωρισμού και σε λιγότερο ανασταλτική επίδραση στις μισθολογικές συμφωνίες. Συνολικά, οι αναμενόμενες υψηλότερες μισθολογικές πιέσεις αναμένεται κατόπιν να μετακυλιστούν κι αυτές στον υποκείμενο πληθωρισμό.

Διάγραμμα Γ

Ανάλυση της αύξησης των μισθών βάσει υποδείγματος προσδιορισμού της καμπύλης Phillips

(ετήσιες ποσοστιαίες μεταβολές και συμβολές σε ποσοστιαίες μονάδες, όλες οι τιμές αποτελούν αποκλίσεις από τον μακροχρόνιο μέσο όρο)

Πηγές: Eurostat και υπολογισμοί της ΕΚΤ.
Σημειώσεις: Η γκρίζα γραμμή δείχνει τις αποκλίσεις του ετήσιου ρυθμού μεταβολής της μισθολογικής δαπάνης ανά μισθωτό από τον μακροχρόνιο μέσο όρο του. Οι συμβολές (συμπεριλαμβανομένων των καταλοίπων) εμφανίζονται και αυτές ως αποκλίσεις από τον μακροχρόνιο μέσο όρο τους. Υπολογίζονται με βάση μια εξίσωση όπου η μισθολογική δαπάνη ανά μισθωτό (ετησιοποιημένος τριμηνιαίος ρυθμός αύξησης της εποχικά διορθωμένης σειράς) εκτιμάται με παλινδρόμηση με επεξηγηματικές μεταβλητές τη χρονική υστέρησή της, τον πληθωρισμό με χρονική υστέρηση, την παραγωγικότητα ανά απασχολούμενο, το ποσοστό ανεργίας με χρονική υστέρηση και μια σταθερά.

  

Νομισματικές και πιστωτικές εξελίξεις

Τα χαμηλά επιτόκια και οι επιδράσεις των μέτρων νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ εξακολούθησαν να υποβοηθούν τη δυναμική των νομισματικών και πιστωτικών μεγεθών. Ο ρυθμός νομισματικής επέκτασης σταθεροποιήθηκε το 2016 σε εύρωστο επίπεδο, ενώ συνεχίστηκε η σταδιακή ανάκαμψη της πιστωτικής επέκτασης.

Ο ρυθμός νομισματικής επέκτασης παρέμεινε σε γενικές γραμμές σταθερός

Το 2016 ο ρυθμός αύξησης της ποσότητας χρήματος με την ευρεία έννοια παρέμεινε σε γενικές γραμμές σταθερός, αν και η δυναμική του Μ3 εξασθένησε κάπως το δεύτερο εξάμηνο του 2016 (βλ. Διάγραμμα 17). Τον Δεκέμβριο του 2016 ο ετήσιος ρυθμός αύξησης του Μ3 διαμορφώθηκε σε 5,0%, έναντι 4,7% στο τέλος του 2015. Η αύξηση του Μ3 εξακολούθησε να προέρχεται από τις πιο ρευστές συνιστώσες του, υπό συνθήκες χαμηλού κόστους ευκαιρίας διακράτησης ρευστών καταθέσεων σε ένα περιβάλλον εξαιρετικά χαμηλών επιτοκίων και οριζόντιας καμπύλης αποδόσεων. Τα μη συμβατικά μέτρα της ΕΚΤ, ιδίως το πρόγραμμα αγοράς περιουσιακών στοιχείων (APP), αποτέλεσαν σημαντικούς πρόσθετους παράγοντες διαμόρφωσης των νομισματικών εξελίξεων στη ζώνη του ευρώ. Ο ρυθμός ανόδου του Μ1 ήταν έντονος, επωφελούμενος από τη μεγάλη αύξηση των καταθέσεων μίας ημέρας που τηρούν τόσο τα νοικοκυριά όσο και οι μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις (ΜΧΕ), αλλά μετριάστηκε σε σχέση με το ανώτατο επίπεδο που είχε σημειώσει στα μέσα του 2015. Τον Δεκέμβριο του 2016 διαμορφώθηκε σε 8,8%, έναντι 10,7% τον Δεκέμβριο του 2015.

Διάγραμμα 17

Μ3 και δάνεια προς τον ιδιωτικό τομέα

(ετήσιες ποσοστιαίες μεταβολές)

Πηγή: ΕΚΤ.

Όσον αφορά τις λοιπές κύριες συνιστώσες του Μ3, οι χαμηλές αποδόσεις των λιγότερο ρευστών νομισματικών περιουσιακών στοιχείων συνέβαλαν στη συνεχιζόμενη συρρίκνωση των βραχυπρόθεσμων καταθέσεων εκτός των καταθέσεων μίας ημέρας (δηλ. Μ2 μείον Μ1), η οποία επέδρασε ανασταλτικά στην αύξηση του Μ3. Ο ρυθμός αύξησης των εμπορεύσιμων χρηματοδοτικών μέσων (δηλ. Μ3 μείον Μ2), τα οποία έχουν μικρή στάθμιση στο Μ3, ανέκαμψε ελαφρώς, στηριζόμενος από τη σταθερά υψηλή αύξηση των μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων της χρηματαγοράς και την αυξημένη διακράτηση βραχυπρόθεσμων χρεογράφων τραπεζών.

Η δημιουργία χρήματος προήλθε ξανά από εγχώριες πηγές

Οι εγχώριοι παράγοντες μεταβολής εκτός της χρηματοδότησης προς τη γενική κυβέρνηση άσκησαν θετική επίδραση στην άνοδο του Μ3 στη διάρκεια του 2016 (βλ. τις μπλε ράβδους στο Διάγραμμα 18). Αφενός, αυτό αντανακλά τη σταδιακή ανάκαμψη του ρυθμού πιστωτικής επέκτασης προς τον ιδιωτικό τομέα. Αφετέρου, ο σημαντικά αρνητικός ετήσιος ρυθμός μεταβολής των πιο μακροπρόθεσμων χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων των ΝΧΙ (εκτός κεφαλαίου και αποθεματικών) εξακολούθησε να στηρίζει την άνοδο του Μ3. Αυτή η εξέλιξη αποδίδεται εν μέρει στη σχετικά οριζόντια καμπύλη αποδόσεων, που συνδέεται με τα μέτρα νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ, και η οποία κατέστησε λιγότερο ευνοϊκή για τους επενδυτές τη διακράτηση μακροπρόθεσμων καταθέσεων και τραπεζικών ομολόγων. Η ελκυστικότητα των στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (TLTRO) ως εναλλακτικής λύσης προς την πιο μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση των τραπεζών από την αγορά διαδραμάτισε επίσης κάποιο ρόλο.

Διάγραμμα 18

Μ3 και παράγοντες μεταβολής του

(ετήσιες ποσοστιαίες μεταβολές, συμβολές σε ποσοστιαίες μονάδες)

Πηγή: ΕΚΤ.
Σημείωση: Οι “εγχώριοι παράγοντες μεταβολής εκτός της χρηματοδότησης προς τη γενική κυβέρνηση” περιλαμβάνουν τις πιο μακροπρόθεσμες χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις των ΝΧΙ (συμπεριλαμβανομένων του κεφαλαίου και των αποθεματικών), τη χρηματοδότηση των ΝΧΙ προς τον ιδιωτικό τομέα και άλλους παράγοντες.

Οι αγορές χρεογράφων στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς τίτλων του δημόσιου τομέα (PSPP) άσκησε σημαντική θετική επίδραση στην άνοδο του Μ3 (βλ. τις κόκκινες ράβδους στο Διάγραμμα 18). Αντίθετα, η συμβολή της χρηματοδότησης προς τη γενική κυβέρνηση από νομισματικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα πλην του Ευρωσυστήματος ήταν αρνητική (βλ. τις πράσινες ράβδους στο Διάγραμμα 18). Παράλληλα, οι καθαρές απαιτήσεις των ΝΧΙ της ζώνης του ευρώ έναντι του εξωτερικού (που αντικρίζονται στις καθαρές υποχρεώσεις (έναντι του εξωτερικού) των μη ΝΧΙ της ζώνης του ευρώ που διακανονίζονται μέσω τραπεζών) παρέμεινε ο κύριος ανασταλτικός παράγοντας της ανόδου του Μ3 (βλ. τις κίτρινες ράβδους στο Διάγραμμα 18). Αυτή η εξέλιξη αντανακλά κυρίως τις συνεχιζόμενες εκροές κεφαλαίων από τη ζώνη του ευρώ και τις ανακατανομές χαρτοφυλακίων υπέρ επενδυτικών προϊόντων εκτός της ζώνης του ευρώ. Οι σχετικές με το PSPP πωλήσεις κρατικών ομολόγων της ζώνης του ευρώ από μη κατοίκους συνέβαλαν σημαντικά στην τάση αυτή, καθώς το προϊόν της πώλησής τους επενδύθηκε κυρίως σε τίτλους εκτός της ζώνης του ευρώ.

Η πιστωτική επέκταση συνέχισε να ανακάμπτει με μέτριο ρυθμό

Η σταδιακή ανάκαμψη της πιστωτικής επέκτασης αντανακλά τις εξελίξεις των δανείων προς τον ιδιωτικό τομέα (βλ. Διάγραμμα 17). Ο ετήσιος ρυθμός αύξησης των πιστώσεων των ΝΧΙ προς κατοίκους της ζώνης του ευρώ (συμπεριλαμβανομένης της γενικής κυβέρνησης και του ιδιωτικού τομέα) επιταχύνθηκε κατά τη διάρκεια του 2016 και διαμορφώθηκε σε 4,7% τον Δεκέμβριο, από 2,3% τον Δεκέμβριο του 2015. Η βελτίωση της δυναμικής των πιστώσεων ήταν εμφανής, ιδίως των δανείων προς ΜΧΕ. Ο ρυθμός αύξησης των δανείων προς ΜΧΕ ανέκαμψε πολύ σε σχέση με το κατώτατο σημείο που είχε καταγραφεί το α΄ τρίμηνο του 2014. Η εξέλιξη αυτή διευκολύνθηκε από σημαντικές μειώσεις των τραπεζικών επιτοκίων χορηγήσεων, υποβοηθούμενες από την περαιτέρω μείωση του κόστους χρηματοδότησης των τραπεζών, η οποία συνδεόταν κυρίως με τα μη συμβατικά μέτρα νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ. Ωστόσο, η εξυγίανση των ισολογισμών των τραπεζών και τα επίμονα υψηλά επίπεδα των μη εξυπηρετούμενων δανείων σε ορισμένες χώρες εξακολουθούν να περιστέλλουν την αύξηση των δανείων.

Επιπλέον, όπως προκύπτει από την έρευνα για τις τραπεζικές χορηγήσεις στη ζώνη του ευρώ του Ιανουαρίου 2017, οι μεταβολές της ζήτησης δανείων σε όλες τις κατηγορίες συνέβαλαν στην ανάκαμψη του ρυθμού ανόδου των δανείων, ενώ τα πιστοδοτικά κριτήρια για δάνεια προς επιχειρήσεις σταθεροποιούνται σε γενικές γραμμές. Σύμφωνα με την έρευνα, το χαμηλό γενικό επίπεδο των επιτοκίων, οι δραστηριότητες συγχωνεύσεων και εξαγορών, οι αναδιαρθρώσεις επιχειρήσεων και οι προοπτικές της αγοράς κατοικίας αποτελούν παράγοντες με σημαντική συμβολή στην αύξηση της ζήτησης δανείων. Σε αυτό το πλαίσιο, το APP συνέβαλε στην καθαρή χαλάρωση των πιστοδοτικών κριτηρίων και ιδιαίτερα των όρων χορήγησης δανείων. Οι τράπεζες δήλωσαν επίσης ότι η πρόσθετη ρευστότητα από το APP και τις TLTRO χρησιμοποιήθηκε για τη χορήγηση δανείων, καθώς και για την υποκατάσταση χρηματοδότησης από άλλες πηγές. Δήλωσαν επίσης ότι το αρνητικό επιτόκιο της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων της ΕΚΤ άσκησε θετική επίδραση στον όγκο των χορηγήσεων και συνέβαλε στη μείωση των επιτοκιακών περιθωρίων.

Τα τραπεζικά επιτόκια χορηγήσεων για τα νοικοκυριά και τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις μειώθηκαν σε ιστορικώς χαμηλά επίπεδα

Η διευκολυντική κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ, η ενίσχυση των ισολογισμών και η υποχώρηση του κατακερματισμού των χρηματοπιστωτικών αγορών εν γένει έχουν συμβάλει σε μείωση του σύνθετου δείκτη κόστους χρηματοδότησης των τραπεζών, ο οποίος έφθασε σε ιστορικώς χαμηλά επίπεδα. Από τον Ιούνιο του 2014 και εξής οι τράπεζες μετακυλίουν τη μείωση του κόστους χρηματοδότησής τους με τη μορφή χαμηλότερων επιτοκίων χορηγήσεων (βλ. Διάγραμμα 19), τα οποία επίσης έφθασαν σε ιστορικώς χαμηλά επίπεδα. Από την αρχή του Ιουνίου 2014 (οπότε ξεκίνησε η πολιτική πιστωτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ) έως τον Δεκέμβριο του 2016 ο σύνθετος δείκτης τραπεζικών επιτοκίων χορηγήσεων προς ΜΧΕ και νοικοκυριά υποχώρησε κατά περίπου 110 μονάδες βάσης. Επιπλέον, τα τραπεζικά επιτόκια χορηγήσεων προς ΜΧΕ και νοικοκυριά συνέχισαν να παρουσιάζουν μειωμένη διασπορά μεταξύ των χωρών.

Διάγραμμα 19

Σύνθετοι δείκτες τραπεζικών επιτοκίων χορηγήσεων προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις και νοικοκυριά

(ποσοστά % ετησίως)

Πηγή: ΕΚΤ.
Σημείωση: Ο σύνθετος δείκτης τραπεζικών επιτοκίων χορηγήσεων υπολογίζεται με άθροιση των βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων επιτοκίων και στάθμιση με βάση έναν κυλιόμενο μέσο όρο 24 μηνών του όγκου των νέων δανείων.

Δημοσιονομική πολιτική και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις

Το δημοσιονομικό έλλειμμα της ζώνης του ευρώ συνέχισε να μειώνεται το 2016, κυρίως λόγω χαμηλότερων δαπανών για τόκους και ευνοϊκών κυκλικών εξελίξεων, ενώ η κατεύθυνση της δημοσιονομικής πολιτικής στη ζώνη του ευρώ ήταν επεκτατική. Ο λόγος του δημόσιου χρέους στη ζώνη του ευρώ εξακολούθησε να υποχωρεί. Ωστόσο, σε ορισμένες χώρες το επίπεδο του χρέους παραμένει υψηλό και απαιτούνται περαιτέρω δημοσιονομικές προσπάθειες και πιο φιλική προς την ανάπτυξη δημοσιονομική πολιτική προκειμένου οι λόγοι του δημόσιου χρέους να τεθούν σταθερά σε καθοδική τροχιά. Η επιτάχυνση της εφαρμογής μεταρρυθμίσεων στο επιχειρηματικό και ρυθμιστικό περιβάλλον μπορεί να συμβάλει στην αύξηση του αναπτυξιακού δυναμικού στη ζώνη του ευρώ. Επιπλέον, για να τονωθεί η απασχόληση, απαιτούνται συνολικές μεταρρυθμίσεις στις αγορές εργασίας.

Τα δημοσιονομικά ελλείμματα υποχώρησαν περαιτέρω το 2016

Σύμφωνα με τις μακροοικονομικές προβολές των εμπειρογνωμόνων των Ευρωσυστήματος του Δεκεμβρίου 2016, το δημοσιονομικό έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης σε επίπεδο ζώνης του ευρώ μειώθηκε από 2,1% του ΑΕΠ το 2015 σε 1,8% του ΑΕΠ το 2016 (βλ. Διάγραμμα 20). Αντίστοιχη εκτίμηση διατυπώθηκε και στις χειμερινές οικονομικές προβλέψεις 2017 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η μείωση του ελλείμματος οφειλόταν στις χαμηλότερες δαπάνες για τόκους και στις ευνοϊκές κυκλικές εξελίξεις, που υπεραντιστάθμισαν την επιδείνωση του κυκλικά προσαρμοσμένου πρωτογενούς αποτελέσματος. Η βελτίωση του συνολικού δημοσιονομικού ελλείμματος της ζώνης του ευρώ αντανακλά τη βελτίωση των δημοσιονομικών θέσεων των περισσότερων χωρών της ζώνης του ευρώ.

Διάγραμμα 20

Δημοσιονομικό αποτέλεσμα και κατεύθυνση της δημοσιονομικής πολιτικής

(ποσοστό % του ΑΕΠ)

Πηγές: Eurostat και μακροοικονομικές προβολές των εμπειρογνωμόνων του Ευρωσυστήματος του Δεκεμβρίου 2016.
1) Μεταβολή του κυκλικά προσαρμοσμένου πρωτογενούς δημοσιονομικού αποτελέσματος χωρίς την επίδραση της κρατικής στήριξης προς τον χρηματοπιστωτικό τομέα.

Η κατεύθυνση της δημοσιονομικής πολιτικής στη ζώνη του ευρώ, η οποία μετρείται από τη μεταβολή του κυκλικά προσαρμοσμένου πρωτογενούς δημοσιονομικού αποτελέσματος χωρίς τη δημοσιονομική επίδραση της κρατικής στήριξης προς τον χρηματοπιστωτικό τομέα, ήταν επεκτατική το 2016 (βλ. Διάγραμμα 20).[20] Αυτό οφείλεται κυρίως σε δημοσιονομικά μέτρα στην πλευρά των εσόδων, όπως μειώσεις της άμεσης φορολογίας σε ορισμένες χώρες της ζώνης του ευρώ. Στηρίχθηκε επίσης από τη σχετικά δυναμική αύξηση των κοινωνικών παροχών και της ενδιάμεσης κατανάλωσης. Υπάρχουν ενδείξεις ότι ορισμένες χώρες ενδέχεται να χρησιμοποίησαν μέρος της εξοικονόμησης τόκων για να αυξήσουν τις πρωτογενείς δαπάνες και όχι για να μειώσουν τα επίπεδα του δημόσιου χρέους τους ή να δημιουργήσουν αποθέματα ασφαλείας. Η εισροή προσφύγων άσκησε μικρότερη επίδραση στα δημόσια οικονομικά από ό,τι το προηγούμενο έτος.

Ο λόγος του δημόσιου χρέους της ζώνης του ευρώ συνέχισε να υποχωρεί

Ο λόγος χρέους/ΑΕΠ της ζώνης του ευρώ συνέχισε να υποχωρεί σταδιακά από το ανώτατο επίπεδο που είχε καταγραφεί το 2014. Σύμφωνα με τις μακροοικονομικές προβολές των εμπειρογνωμόνων του Ευρωσυστήματος του Δεκεμβρίου 2016, ο λόγος χρέους/ΑΕΠ μειώθηκε από 90,4% το 2015 σε 89,4% το 2016. Η βελτίωση το 2016 οφείλεται σχεδόν εξίσου σε τρεις παράγοντες: (α) τις ευνοϊκές εξελίξεις της διαφοράς επιτοκίου-ρυθμού ανάπτυξης, εν όψει των χαμηλών επιτοκίων και της οικονομικής ανάκαμψης, (β) τα μικρά πρωτογενή πλεονάσματα και (γ) τις αρνητικές προσαρμογές ελλείμματος-χρέους (βλ. Διάγραμμα 21).

Διάγραμμα 21

Παράγοντες των εξελίξεων στο χρέος της γενικής κυβέρνησης

(μεταβολή ως ποσοστό % του ΑΕΠ)

Πηγές: Eurostat και μακροοικονομικές προβολές των εμπειρογνωμόνων του Ευρωσυστήματος του Δεκεμβρίου 2016.

Σε μερικές χώρες ωστόσο, το επίπεδο του δημόσιου χρέους παραμένει υψηλό ή και αυξάνεται. Αυτό προκαλεί ακόμη μεγαλύτερη ανησυχία καθώς το υψηλό δημόσιο χρέος καθιστά την οικονομία πιο ευάλωτη σε μακροοικονομικές διαταραχές και αστάθεια της χρηματοπιστωτικής αγοράς και περιορίζει το περιθώριο της δημοσιονομικής πολιτικής να απορροφά τους κραδασμούς.[21] Έτσι, ειδικότερα οι χώρες που έχουν υψηλό λόγο χρέους/ΑΕΠ θα πρέπει να τον θέσουν σταθερά σε καθοδική τροχιά, σε πλήρη συμμόρφωση προς το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ). Είναι επίσης σημαντικό να περιοριστούν οι κίνδυνοι για τη διατηρησιμότητα του χρέους από μακροχρόνια σκοπιά, λόγω των σοβαρών προκλήσεων της γήρανσης του πληθυσμού, που αντανακλώνται στις αυξανόμενες δαπάνες για συντάξεις, υγεία και μακροχρόνια φροντίδα. Η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την υγεία του 2016 επισημαίνει τις βασικές μεταρρυθμιστικές ανάγκες των χωρών της ΕΕ για τον περιορισμό των πιέσεων των δαπανών στον τομέα της υγείας και της μακροχρόνιας φροντίδας.[22]

Ο διαθέσιμος δημοσιονομικός χώρος διέφερε μεταξύ των επιμέρους χωρών

Αν και αρκετές χώρες της ζώνης του ευρώ πρέπει να καταβάλουν περαιτέρω προσπάθειες δημοσιονομικής προσαρμογής προκειμένου να διασφαλίσουν τη δημοσιονομική διατηρησιμότητα, άλλες χώρες διαθέτουν δημοσιονομικό χώρο παραμένοντας σε πλήρη συμμόρφωση προς το ΣΣΑ. Το ΣΣΑ επιτρέπει κάποια ευελιξία, που δυνητικά συμβάλλει στην αντιμετώπιση των αναγκών σταθεροποίησης σε εθνικό επίπεδο. Για παράδειγμα, το ΣΣΑ παρέχει ευελιξία σε σχέση με τις δημόσιες επενδύσεις και το κόστος των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.

Το μέγεθος του δημοσιονομικού χώρου και η χρήση του διέφεραν μεταξύ των χωρών της ζώνης του ευρώ. Ορισμένες χώρες, όπως η Γερμανία, έκαναν χρήση του διαθέσιμου δημοσιονομικού χώρου π.χ. για την αντιμετώπιση της σημαντικής δημοσιονομικής επίδρασης από την εισροή προσφύγων. Αντιθέτως, οι χώρες που δεν διέθεταν δημοσιονομικό χώρο έπρεπε να εφαρμόσουν δημοσιονομικά μέτρα για να διασφαλίσουν συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις του ΣΣΑ. Ορισμένες χώρες, όπως η Ιταλία, η Λεττονία και η Λιθουανία, ωφελήθηκαν και από το περιθώριο υψηλότερων ελλειμμάτων που παρέχει η διάταξη ευελιξίας του ΣΣΑ για τις δημόσιες επενδύσεις, τις μεταρρυθμίσεις του συστήματος συντάξεων και τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.

Για να χρησιμοποιηθεί καλύτερα ο διαθέσιμος δημοσιονομικός χώρος, οι χώρες θα πρέπει να κατευθύνουν τις ενέργειες πολιτικής τους προς κατάλληλα στοχευμένες δημόσιες επενδυτικές δαπάνες, οι οποίες αναμένεται να έχουν διαρκή συμβολή στην οικονομική ανάπτυξη μεσοπρόθεσμα. Αν και το μέγεθος των μακροοικονομικών επιδράσεων είναι αβέβαιο, οι δημόσιες επενδύσεις αναμένεται να ασκήσουν θετικές επιδράσεις στη ζήτηση και να αυξήσουν το δυνητικό προϊόν ενισχύοντας το απόθεμα δημόσιου κεφαλαίου.[23]

Επιπλέον, για να στηριχθεί η οικονομική σταθεροποίηση, οι χώρες θα πρέπει να προσπαθήσουν να επιτύχουν μια σύνθεση δημοσιονομικής πολιτικής που να είναι πιο φιλική προς την ανάπτυξη. Από την πλευρά των δαπανών, η επανεξέταση των δαπανών θα επιτρέψει να εντοπιστούν κοινωνικές παροχές που δεν συμβάλλουν κατ’ ανάγκην σε μεγαλύτερη κοινωνική ευημερία και μπορεί να βοηθήσει στην αποτελεσματικότερη αξιοποίηση των δημόσιων πόρων. Από την πλευρά των εσόδων, η αναμόρφωση του φορολογικού συστήματος ώστε να καταστεί πιο φιλικό προς την ανάπτυξη και ο περιορισμός της φοροδιαφυγής αποτελούν σημαντικούς τομείς μεταρρυθμίσεων σε αρκετές χώρες. Ειδικότερα, η μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης του εισοδήματος από την εργασία, δηλ. της επιβάρυνσης που απορρέει από τον ατομικό φόρο εισοδήματος και τις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης, μπορεί να έχει θετικές επιδράσεις στην ανάπτυξη και την απασχόληση.[24]

Ανάμικτες οι επιδόσεις ως προς τη συμμόρφωση με τους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ

Οι χώρες θα πρέπει να διασφαλίσουν αυστηρή συμμόρφωση προς τις διατάξεις του ΣΣΑ και έγκαιρη διόρθωση των κινδύνων για τη διατηρησιμότητα του χρέους. Το 2016 η συμμόρφωση των χωρών της ζώνης του ευρώ προς το ΣΣΑ ήταν μάλλον ανάμικτη, ενώ, όσον αφορά την υλοποίηση, η αυστηρότερη εφαρμογή των δημοσιονομικών κανόνων θα ήταν ευπρόσδεκτη για να διασφαλιστεί ότι το ΣΣΑ θα παραμείνει πλήρως αξιόπιστο.

Η δημοσιονομική προσαρμογή προχωρεί και βοήθησε αρκετές χώρες να βγουν από τις διαδικασίες υπερβολικού ελλείμματος (ΔΥΕ). Το 2016 οι ΔΥΕ έκλεισαν εγκαίρως για την Ιρλανδία και τη Σλοβενία, καθώς και για την Κύπρο, και μάλιστα για τη συγκεκριμένη χώρα ένα έτος πριν από την προθεσμία της ΔΥΕ. Μεταξύ των χωρών της ζώνης του ευρώ, μόνο η Γαλλία, η Ισπανία και η Πορτογαλία παρέμεναν υπό το διορθωτικό σκέλος του ΣΣΑ στις αρχές του 2017.[25]

Ωστόσο, για αρκετές χώρες της ζώνης του ευρώ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επισήμανε μεγάλα κενά προσαρμογής όσον αφορά τις απαιτήσεις του ΣΣΑ το 2016 και εφεξής, όμως αυτό δεν οδήγησε σε σημαντική ενεργοποίηση των επόμενων σταδίων στο πλαίσιο του ΣΣΑ.[26] Για παράδειγμα, σε σχέση με τις ειδικές ανά χώρα συστάσεις που δημοσιεύθηκαν τον Μάιο του 2016, η Επιτροπή εξέτασε την υπέρβαση του κριτηρίου για το χρέος στο Βέλγιο, την Ιταλία και τη Φινλανδία το 2015. Εντούτοις, με βάση την αξιολόγηση του αριθμητικού δείκτη αναφοράς για το χρέος ή/και τους σχετικούς παράγοντες που ορίζονται στο ΣΣΑ, αποφάσισε να μην ενεργοποιήσει ΔΥΕ. Επιπλέον, παρά το ότι η Ισπανία και η Πορτογαλία δεν ανέλαβαν αποτελεσματική δράση, το Συμβούλιο ακολούθησε τον Αύγουστο του 2016 τη σύσταση της Επιτροπής για τη μη επιβολή προστίμων. Αντίθετα, χορηγήθηκε στην Ισπανία διετής παράταση της προθεσμίας της ΔΥΕ έως το 2018, μαζί με σημαντική μείωση της απαιτούμενης προσαρμογής. Για την Πορτογαλία, η οποία επλήγη από το δημοσιονομικό κόστος της στήριξης του χρηματοπιστωτικού τομέα το 2015, η προθεσμία της ΔΥΕ παρατάθηκε κατά ένα έτος έως το 2016. Επιπλέον, η Επιτροπή δεν πρότεινε την αναστολή μέρους των ευρωπαϊκών διαρθρωτικών και επενδυτικών πόρων.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε την αξιολόγηση των σχεδίων δημοσιονομικών προγραμμάτων για το 2017 στις 6.11.2016. Διαπίστωσε ότι έξι χώρες υπό το προληπτικό σκέλος, δηλ. το Βέλγιο, η Ιταλία, η Κύπρος, η Λιθουανία, η Σλοβενία και η Φινλανδία, διέτρεχαν κίνδυνο μη συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις του ΣΣΑ.[27] Μεταξύ των χωρών υπό το διορθωτικό σκέλος, η Γαλλία και – αφού υπέβαλε ενημερωμένο σχέδιο δημοσιονομικού προγράμματος – η Ισπανία αξιολογήθηκαν ως γενικώς σύμμορφες προς τις διατάξεις του ΣΣΑ. Η Πορτογαλία αναμενόταν να υπερβεί το ελάχιστο όριο σημαντικής απόκλισης, αν και κατά ένα πολύ στενό περιθώριο. Το Eurogroup δήλωσε στις 5.12.2016 ότι τα κράτη-μέλη που παραμένουν στο διορθωτικό σκέλος του ΣΣΑ θα πρέπει να διασφαλίσουν έγκαιρη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος, κατάλληλη σύγκλιση προς τον μεσοπρόθεσμο στόχο στη συνέχεια, και τήρηση του κανόνα χρέους.[28]

Καλύτεροι θεσμοί: βασικός παράγοντας για υψηλότερη δυνητική ανάπτυξη

Παρόλο που η οικονομική ανάκαμψη προχωρεί, εξακολουθούν να υπάρχουν μεσομακροπρόθεσμες προκλήσεις για την οικονομική ανάπτυξη στη ζώνη του ευρώ. Η υποτονική αύξηση της παραγωγικότητας, τα υψηλά επίπεδα χρέους και η διαρθρωτική ανεργία παρακωλύουν την ισχυρότερη οικονομική ανάπτυξη και απαιτούν νέα ώθηση από τις πολιτικές από την πλευρά της προσφοράς. Υπάρχουν άφθονες ενδείξεις ότι η υποτονική αύξηση του ΑΕΠ (βάσει της τάσης) και της απασχόλησης συνδέεται με χαμηλότερη ποιότητα εθνικών θεσμών (όπως ο έλεγχος της διαφθοράς και το κράτος δικαίου), καθώς και με διαρθρωτικές δυσκαμψίες στις αγορές εργασίας και προϊόντων.[29] Πράγματι, η ύπαρξη αξιόπιστων θεσμών και οικονομικών δομών είναι απαραίτητα στοιχεία για την ανθεκτικότητα και τη μακροχρόνια ευημερία της ζώνης του ευρώ (βλ. Διάγραμμα 22).[30]

Διάγραμμα 22

Σχέση μεταξύ θεσμών και ανάπτυξης στην Ευρώπη

(άξονας x: ποιότητα των θεσμών το 1999, άξονας y: παρατηρηθείσα – αναμενόμενη ανάπτυξη 1999-2016)

Πηγές: Eurostat, Παγκόσμια Τράπεζα και υπολογισμοί της ΕΚΤ.
Σημειώσεις: Η ποιότητα των θεσμών μετρείται ως ο μέσος όρος των έξι Παγκόσμιων Δεικτών Διακυβέρνησης της Παγκόσμιας Τράπεζας (εκπροσώπηση και λογοδοσία, αποτελεσματικότητα της κυβέρνησης, κράτος δικαίου, ποιότητα κανονιστικού πλαισίου, έλεγχος διαφθοράς και πολιτική σταθερότητα και απουσία βίας). Στον άξονα y, η αναμενόμενη ανάπτυξη είναι το αποτέλεσμα απλής παλινδρόμησης όσον αφορά τη σύγκλιση προς τον μέσο όρο, όπου η μέση αύξηση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ μεταξύ 1999 και 2016 εξαρτάται μόνο από το επίπεδο του κατά κεφαλήν ΑΕΠ το 1999 και από μια σταθερά.

Διάφοροι δείκτες υποδηλώνουν ότι η δυναμική των μεταρρυθμίσεων στη ζώνη του ευρώ εξασθένησε σημαντικά μετά το 2013 και τα ποσοστά εφαρμογής μεταρρυθμίσεων μειώθηκαν στα επίπεδα πριν από την κρίση.[31] Αυτή η επιβράδυνση των μεταρρυθμίσεων είναι λυπηρή, καθώς υπάρχουν ήδη παραδείγματα αξιόπιστων και καλά στοχευμένων μεταρρυθμίσεων που εφαρμόστηκαν κατά τη διάρκεια της κρίσης και οδήγησαν σε σημαντικά οφέλη για τις συγκεκριμένες χώρες της ζώνης του ευρώ.[32]

Η βραδεία εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων προκαλεί ανησυχίες σχετικά με τις προοπτικές για την ανάπτυξη και την απασχόληση στη ζώνη του ευρώ και εμποδίζει τις περαιτέρω απαραίτητες βελτιώσεις της ικανότητας απορρόφησης κραδασμών της Νομισματικής Ένωσης. Ο Πίνακας 1 απεικονίζει την πρόοδο που έχει επιτευχθεί ως προς την εφαρμογή των ειδικών ανά χώρα συστάσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το 2016. Είναι σαφές ότι η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων ήταν μάλλον περιορισμένη στις επιμέρους χώρες της ζώνης του ευρώ. Για παράδειγμα, καμία σύσταση δεν εφαρμόστηκε πλήρως, ενώ σημειώθηκε σημαντική πρόοδος μόνο σε δύο εξ αυτών. Ωστόσο, υπάρχει κάποια πρόοδος στις περισσότερες χώρες της ζώνης του ευρώ το 2016 όσον αφορά τις μεταρρυθμίσεις στις πλαισιακές συνθήκες (π.χ. βελτίωση της αποτελεσματικότητας των πλαισίων για την αφερεγγυότητα, ενίσχυση της αναδιάρθρωσης του χρέους του ιδιωτικού τομέα και αύξηση της πρόσβασης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στη χρηματοδότηση). Όσον αφορά τις δημοσιονομικές και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, οι ενέργειες που ανελήφθησαν εξακολούθησαν να δίνουν έμφαση στη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης του εισοδήματος από την εργασία, ενώ ορισμένες χώρες της ζώνης του ευρώ προσπάθησαν επίσης να βελτιώσουν την αποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης και του φοροεισπρακτικού μηχανισμού. Όσον αφορά τις μεταρρυθμίσεις στις αγορές εργασίας ή τα μέτρα ενίσχυσης του ανταγωνισμού στον τομέα των υπηρεσιών, η πρόοδος ήταν πολύ πιο περιορισμένη, ή ακόμη και μηδενική, στις περισσότερες χώρες της ζώνης του ευρώ. Όπου εφαρμόστηκαν μεταρρυθμίσεις, συνήθως ήταν αποσπασματικές. Αυτό σημαίνει ότι αγνοήθηκαν οι δυνητικά σημαντικές αλληλοσυμπληρώσεις μεταξύ διαφορετικών τομέων μεταρρυθμίσεων και χάθηκαν ευκαιρίες για την πλήρη ενσωμάτωση των επιδράσεων που τονώνουν τη ζήτηση, οι οποίες απορρέουν από την ενίσχυση των προσδοκιών για υψηλότερα μελλοντικά εισοδήματα.[33]

Πίνακας 1

Αξιολόγηση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή της ανταπόκρισης στις ειδικές ανά χώρα συστάσεις του 2016

Πηγή: Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Σημειώσεις: Η Ελλάδα δεν συμπεριλήφθηκε στο Ευρωπαϊκό Εξάμηνο το 2016, επειδή υπόκειται σε πρόγραμμα μακροοικονομικής προσαρμογής και ως εκ τούτου δεν έλαβε ειδική ανά χώρα σύσταση. Για την αξιολόγηση της ανταπόκρισης στις ειδικές ανά χώρα συστάσεις του 2016 χρησιμοποιούνται οι ακόλουθες κατηγορίες: Καμία πρόοδος: Το κράτος-μέλος δεν έχει ανακοινώσει ούτε λάβει με αξιόπιστο τρόπο μέτρα ανταποκρινόμενα στη σύσταση. Περιορισμένη πρόοδος: Το κράτος-μέλος έχει ανακοινώσει κάποια μέτρα, αλλά αυτά ανταποκρίνονται στη σύσταση μόνο σε περιορισμένο βαθμό, ή/και έχει υποβάλει νομοθετικές πράξεις στο αρμόδιο διοικητικό ή νομοθετικό όργανο, αλλά αυτές δεν έχουν ακόμη εγκριθεί και απαιτείται περαιτέρω σημαντικό μη νομοθετικό έργο για να εφαρμοστεί η σύσταση, ή/και έχει υποβάλει μη νομοθετικές πράξεις, αλλά χωρίς ακόμη να έχει προβεί σε περαιτέρω ενέργειες για την εφαρμογή, όπως απαιτείται για να ανταποκριθεί στη σύσταση. Κάποια πρόοδος: Το κράτος-μέλος έχει λάβει μέτρα που ανταποκρίνονται μερικώς στη σύσταση ή/και έχει λάβει μέτρα που ανταποκρίνονται στη σύσταση, αλλά απαιτείται ακόμη αρκετό έργο για την πλήρη ανταπόκριση στη σύσταση, καθώς έχουν εφαρμοστεί λίγα μόνο από τα μέτρα που έχουν ληφθεί. Σημαντική πρόοδος: Το κράτος-μέλος έχει λάβει μέτρα ανταποκρινόμενα σε μεγάλο βαθμό στη σύσταση, τα περισσότερα από τα οποία έχουν ήδη εφαρμοστεί. Πλήρης ανταπόκριση: Το κράτος-μέλος έχει εφαρμόσει όλα τα απαιτούμενα μέτρα για να ανταποκριθεί επαρκώς στη σύσταση. Ο πίνακας παρέχει τη γενική εικόνα. Περισσότερες λεπτομέρειες για τις ειδικές ανά χώρα συστάσεις μεταρρυθμίσεων στους επιμέρους τομείς πολιτικής βλ. στον δικτυακό τόπο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο.

Συνολικά, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να επιταχύνουν την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που να είναι φιλικές προς τις επιχειρήσεις. Όπως φαίνεται παραπάνω, έγιναν κάποιες προσπάθειες βελτίωσης του επιχειρηματικού και ρυθμιστικού περιβάλλοντος το 2016, αλλά η πρόοδος τα τελευταία χρόνια ήταν πολύ περιορισμένη για να μπορέσουν οι χώρες της ζώνης του ευρώ να ευθυγραμμιστούν με τις παγκόσμιες βέλτιστες πρακτικές. Όπως αναλύεται στο Πλαίσιο 4, παραμένουν πολλές ανεκμετάλλευτες δυνατότητες μεταρρυθμίσεων για την τόνωση της παραγωγικότητας και της απασχόλησης. Μαζί με τα μέτρα που αποσκοπούν στη βελτίωση των δημόσιων υποδομών, οι ενέργειες για την ενίσχυση των πλαισίων για την αφερεγγυότητα και την αύξηση του ανταγωνισμού στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών μπορούν να συμβάλουν στην τόνωση των επενδύσεων και, τελικά, της συνολικής ζήτησης. Συμπληρωματικά προς αυτές τις προτεραιότητες μεταρρυθμίσεων, απαιτούνται συνολικές μεταρρυθμίσεις στις αγορές εργασίας για την αύξηση της ευελιξίας στην αγορά εργασίας, τη μείωση του κατακερματισμού μεταξύ διαφόρων τύπων συμβάσεων εργασίας και την αντιμετώπιση της αναντιστοιχίας προσφοράς-ζήτησης δεξιοτήτων. Θα πρέπει επίσης να επιταχυνθούν οι πολιτικές που στοχεύουν στην ανάπτυξη του ανθρώπινου κεφαλαίου και στην αύξηση της κινητικότητας της εργασίας, καθώς και ενεργητικά προγράμματα απασχόλησης για την αντιμετώπιση της υψηλής ανεργίας. Η ενίσχυση της αποτελεσματικότητας στη δημόσια διοίκηση μπορεί επίσης να οδηγήσει σε αύξηση της παραγωγικότητας και να ωφελήσει τον ιδιωτικό τομέα.

Απαιτείται επίσης νέα ώθηση στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων σε επίπεδο ΕΕ. Η νέα δομή οικονομικής διακυβέρνησης που ενσωματώνεται στο Ευρωπαϊκό Εξάμηνο της Επιτροπής αναμένεται να ενισχύσει την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων στη ζώνη του ευρώ, αλλά η περιορισμένη πρόοδος που υπογραμμίστηκε παραπάνω δείχνει ότι πρέπει να γίνουν περισσότερα. Για παράδειγμα, όπως τονίστηκε στην Έκθεση των Πέντε Προέδρων[34] που δημοσιεύθηκε το 2015, απαιτείται δεσμευτικότερη διαδικασία σύγκλισης προς την κατεύθυνση ανθεκτικότερων οικονομικών δομών μεσομακροπρόθεσμα. Παράλληλα, προσπάθειες για να σημειωθεί μεγαλύτερη πρόοδος στην Ενιαία Αγορά, η δημιουργία πραγματικής ένωσης κεφαλαιαγορών και η ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης θα καταστήσουν τη ζώνη του ευρώ πιο ανθεκτική και φιλική προς την ανάπτυξη.

Πλαίσιο 4 Προτεραιότητες όσον αφορά τις μεταρρυθμίσεις στη ζώνη του ευρώ για το επιχειρηματικό περιβάλλον και τις αγορές προϊόντων

Στη ζώνη του ευρώ υπάρχουν μεγάλα περιθώρια εφαρμογής μεταρρυθμίσεων με στόχο να εδραιωθεί ένα κλίμα πιο φιλικό προς την επιχειρηματικότητα, να βελτιωθούν τα πλαίσια αφερεγγυότητας και να αυξηθεί ο ανταγωνισμός στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών. Οι μεταρρυθμίσεις αυτού του τύπου είναι απαραίτητες προκειμένου να δοθεί ώθηση στην παραγωγικότητα, να προσελκυστούν ξένες άμεσες επενδύσεις, να αυξηθεί ο δυναμισμός των επιχειρήσεων και να τονωθούν οι επενδύσεις στη ζώνη του ευρώ. Η σημασία της υιοθέτησης πρακτικών φιλικών προς τις επιχειρήσεις επισημάνθηκε και στο επενδυτικό σχέδιο για την Ευρώπη.[35] Με στόχο να συμπληρωθούν και να αναπτυχθούν περαιτέρω κάποιες από τις ιδέες που παρουσιάστηκαν στο κυρίως κείμενο αυτής της έκθεσης, το παρόν πλαίσιο αναλύει τους τομείς προτεραιότητας για μεταρρυθμίσεις στη ζώνη του ευρώ, αποτιμά την τρέχουσα κατάσταση και εξετάζει τη σύγκριση έναντι δεικτών αναφοράς (benchmarking) ως πιθανό εργαλείο ενίσχυσης της διαδικασίας εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων.

Σε ορισμένες οικονομίες της ζώνης του ευρώ το περιβάλλον παραμένει μη φιλικό προς τις επιχειρήσεις, λόγω εκτεταμένων διοικητικών περιορισμών στις αγορές προϊόντων και εργασίας και αναποτελεσματικών πλαισίων αφερεγγυότητας. Στην έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας “Doing Business” για το 2017[36] καμία χώρα της ζώνης του ευρώ δεν συγκαταλέγεται μεταξύ των δέκα χωρών του κόσμου με την καλύτερη επίδοση σε αυτόν τον τομέα συνολικά. Ομοίως, οι επιχειρηματικές πρακτικές στη ζώνη του ευρώ εξακολουθούν να απέχουν αρκετά από εκείνες των χωρών με την καλύτερη επίδοση. Παραδείγματος χάριν, οι διαδικασίες αφερεγγυότητας διαρκούν κατά μέσο όρο ελαφρώς λιγότερο από δύο χρόνια στη ζώνη του ευρώ, διάρκεια που είναι τριπλάσια από τον μέσο όρο των τριών χωρών που κατατάσσονται πρώτες στον κόσμο. Επιπλέον, η διαδικασία αναγκαστικής είσπραξης των απαιτήσεων απαιτεί περισσότερες από 600 ημέρες κατά μέσο όρο στη ζώνη του ευρώ, αλλά μόνο 200 ημέρες περίπου στις τρεις κορυφαίες χώρες παγκοσμίως. Επιπρόσθετα, οι επιχειρηματικές πρακτικές συνεχίζουν να διαφέρουν σημαντικά από χώρα σε χώρα στη ζώνη του ευρώ. Ενδεικτικά, για να συσταθεί μια επιχείρηση στην Εσθονία χρειάζονται λιγότερες από τέσσερις ημέρες, ενώ αντίθετα στη Μάλτα απαιτείται σχεδόν ένας μήνας (βλ. Διάγραμμα A). Στη Νέα Ζηλανδία – τη χώρα με την κορυφαία επίδοση παγκοσμίως σε αυτόν τον τομέα – χρειάζεται λιγότερο από μία ημέρα. Παράλληλα, για να ιδρυθεί μια επιχείρηση στη ζώνη του ευρώ χρειάζεται να ολοκληρωθούν κατά μέσο όρο πέντε διαδικασίες, με τον αριθμό τους να κυμαίνεται από τρεις στο Βέλγιο, την Εσθονία, τη Φινλανδία και την Ιρλανδία έως και εννέα στη Γερμανία και τη Μάλτα (βλ. Διάγραμμα B), ενώ στη χώρα με την καλύτερη επίδοση παγκοσμίως απαιτείται μόνο μία διαδικασία.

Διάγραμμα A

Αριθμός ημερών που απαιτούνται για την ίδρυση μιας επιχείρησης

Πηγές: Doing Business 2017, Παγκόσμια Τράπεζα, και υπολογισμοί της ΕΚΤ.
Σημειώσεις: Στην αριστερή κλίμακα, όσο μεγαλύτερη είναι η τιμή, τόσο πιο χρονοβόρα είναι η ίδρυση μιας επιχείρησης. Ως μέτρο των μεταρρυθμίσεων που έχουν υλοποιηθεί, η δεξιά κλίμακα δείχνει τη μεταβολή του αριθμού των ημερών που απαιτούνταν για την ίδρυση μιας επιχείρησης κατά τις περιόδους 2008-2013 (κίτρινες κουκκίδες) και 2013-2016 (κόκκινα τρίγωνα). Μεταβολή της υλοποίησης μεταρρυθμίσεων μεγαλύτερη (μικρότερη) από το μηδέν σημαίνει ότι μια χώρα προσεγγίζει (απομακρύνεται από) τη βέλτιστη πρακτική. Οι αριθμοί στον οριζόντιο άξονα αντιπροσωπεύουν τη σημερινή θέση της χώρας στην παγκόσμια κατάταξη. Δεν υπάρχει τιμή για τη Μάλτα για το 2008.

Διάγραμμα B

Αριθμός διαδικασιών που απαιτούνται για την ίδρυση μιας επιχείρησης

Πηγές: Doing Business 2017, Παγκόσμια Τράπεζα, και υπολογισμοί της ΕΚΤ.
Σημειώσεις: Στην αριστερή κλίμακα, όσο μεγαλύτερη είναι η τιμή, τόσο δυσχερέστερη είναι η ίδρυση μιας επιχείρησης με βάση τον αριθμό των απαιτούμενων διαδικασιών. Ως μέτρο των μεταρρυθμίσεων που έχουν υλοποιηθεί, η δεξιά κλίμακα δείχνει τη μεταβολή του αριθμού των διαδικασιών που απαιτούνταν για την ίδρυση μιας επιχείρησης κατά τις περιόδους 2008-2013 (κίτρινες κουκκίδες) και 2013-2016 (κόκκινα τρίγωνα). Μεταβολή της υλοποίησης μεταρρυθμίσεων μεγαλύτερη (μικρότερη) από το μηδέν σημαίνει ότι μια χώρα προσεγγίζει (απομακρύνεται από) τη βέλτιστη πρακτική. Οι αριθμοί στον οριζόντιο άξονα αντιπροσωπεύουν τη σημερινή θέση της χώρας στην παγκόσμια κατάταξη. Δεν υπάρχει τιμή για τη Μάλτα για το 2008.

Οι μεταρρυθμίσεις με στόχο την ενίσχυση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος και του κράτους δικαίου, την αποτελεσματικότερη επίλυση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και την άρση των εμποδίων στην είσοδο και έξοδο των επιχειρήσεων, σε συνδυασμό με δράσεις για την αντιμετώπιση υπερβολικά περίπλοκων διοικητικών διαδικασιών και αναποτελεσματικών πλαισίων αφερεγγυότητας, θα πρέπει να έχουν προτεραιότητα στο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων της ζώνης του ευρώ. Όπως αναλύεται και στο κυρίως κείμενο, η εφαρμογή μεταρρυθμίσεων φιλικών προς την επιχειρηματικότητα υπήρξε ιδιαίτερα υποτονική τα τελευταία χρόνια, οπότε κρίνεται απαραίτητο να δοθεί εκ νέου ώθηση στην υιοθέτηση τέτοιων πολιτικών.[37] Εκτός από τα διάφορα μέτρα τόνωσης της μεταρρυθμιστικής δραστηριότητας στη ζώνη του ευρώ που περιγράφονται στο κυρίως κείμενο, η σύγκριση έναντι δεικτών αναφοράς θα μπορούσε και αυτή να στηρίξει την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων στο επιχειρηματικό περιβάλλον και τις αγορές προϊόντων. Οι διαρθρωτικοί δείκτες πρέπει πρωτίστως να θεωρούνται ενδεικτικά παραδείγματα του επιχειρηματικού περιβάλλοντος μιας χώρας, αλλά μπορούν επίσης να αξιοποιηθούν για τον προσδιορισμό βέλτιστων πρακτικών και τον καθορισμό στόχων, επομένως είναι χρήσιμοι για τη διαδικασία της σύγκρισης έναντι δεικτών αναφοράς.

Νομισματική πολιτική για τη στήριξη της ανάκαμψης της ζώνης του ευρώ και την άνοδο του πληθωρισμού

Η ανάγκη περαιτέρω μέτρων νομισματικής πολιτικής το 2016

Η επιδείνωση των οικονομικών και χρηματοπιστωτικών συνθηκών απαίτησε στενή παρακολούθηση στην αρχή του έτους

Τα μέτρα νομισματικής πολιτικής που έχει λάβει η ΕΚΤ τα τελευταία χρόνια αποσκοπούσαν στη στήριξη της οικονομικής ανάκαμψης στη ζώνη του ευρώ και στην επάνοδο των ρυθμών πληθωρισμού σε επίπεδα κάτω αλλά πλησίον του 2% μεσοπρόθεσμα. Τα μέτρα αυτά, που περιλαμβάνουν τις στοχευμένες πράξεις πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (TLTRO), το πρόγραμμα αγοράς περιουσιακών στοιχείων (APP) και το αρνητικό επιτόκιο της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων, υιοθετήθηκαν σε διάφορες φάσεις και αποδείχθηκαν πολύ αποτελεσματικά για την ενίσχυση της ανάκαμψης και την αποτροπή των αποπληθωριστικών πιέσεων. Ωστόσο, αντιξοότητες στη διάρκεια του 2016 καθυστέρησαν τη σύγκλιση του πληθωρισμού προς επίπεδα συμβατά με την επιδίωξη του Διοικητικού Συμβουλίου και κατέστησαν αναγκαίες πρόσθετες παρεμβάσεις νομισματικής πολιτικής καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους.

Στην αρχή του 2016 επιδεινώθηκαν οι οικονομικές και χρηματοπιστωτικές συνθήκες εν μέσω αυξημένης αβεβαιότητας, γεωπολιτικών κινδύνων και εντονότερης μεταβλητότητας στις χρηματοπιστωτικές αγορές και τις αγορές βασικών εμπορευμάτων. Ειδικότερα, εντάθηκαν οι ανησυχίες για την κατεύθυνση της παγκόσμιας οικονομίας, λόγω της επιβράδυνσης στις αναδυόμενες αγορές, ιδίως στην Κίνα. Επιπλέον, η δυναμική του πληθωρισμού εξακολούθησε να είναι ασθενέστερη από ό,τι αναμενόταν, κυρίως λόγω της νέας έντονης πτώσης των τιμών του πετρελαίου και της υποτονικής αύξησης των μισθών. Σε συνδυασμό με τη μείωση του αναμενόμενου πληθωρισμού βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα, αυτό σηματοδότησε αυξημένους κινδύνους δευτερογενών επιδράσεων, καθώς υπήρχε το ενδεχόμενο τα χαμηλά επίπεδα αναμενόμενου πληθωρισμού να οδηγήσουν τους φορείς καθορισμού των μισθών σε αναβολή των μισθολογικών αυξήσεων.

Με αυτά τα δεδομένα, το Διοικητικό Συμβούλιο τον Ιανουάριο επιβεβαίωσε τις ενδείξεις που είχε παράσχει σχετικά με τη μελλοντική κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής, υπογραμμίζοντας ότι αναμένει τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ να παραμείνουν στα σημερινά ή σε χαμηλότερα επίπεδα για παρατεταμένη χρονική περίοδο και πολύ πέραν του χρονικού ορίζοντα των καθαρών αγορών περιουσιακών στοιχείων. Επίσης, καθώς η ένταση και η επιμονή των αρνητικών επιδράσεων ήταν αβέβαιες, το Διοικητικό Συμβούλιο έκρινε αναγκαίο να επανεξετάσει και πιθανόν να αναθεωρήσει την κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής στη συνεδρίαση νομισματικής πολιτικής του Μαρτίου 2016, όταν θα ήταν διαθέσιμες περισσότερες πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων των νέων μακροοικονομικών προβολών των εμπειρογνωμόνων.

Το α΄ τρίμηνο επιδεινώθηκε η προοπτική διαρκούς προσαρμογής της πορείας του πληθωρισμού προς τον στόχο του Διοικητικού Συμβουλίου για πληθωρισμό κάτω αλλά πλησίον του 2% μεσοπρόθεσμα. Ειδικότερα, οι χρηματοπιστωτικές συνθήκες έγιναν δυσμενέστερες, ιδίως στις αγορές μετοχών και συναλλάγματος, με κίνδυνο να μεταφραστούν σε δυσμενέστερους όρους για την πραγματική οικονομία. Οι εισερχόμενες πληροφορίες υποδήλωναν επίσης ότι η οικονομική ανάκαμψη αποδυναμωνόταν και ότι ο πληθωρισμός είχε υποχωρήσει εκ νέου σε αρνητικά επίπεδα. Αν και μεγάλο μέρος της μείωσης του πληθωρισμού οφειλόταν στην πτώση των τιμών του πετρελαίου, οι υποκείμενες πιέσεις στις τιμές ήταν και αυτές ασθενέστερες από ό,τι αναμενόταν προηγουμένως. Υποχώρηση σημειώθηκε και στις μεσοπρόθεσμες προσδοκίες για τον πληθωρισμό με βάση τους δείκτες των αγορών, επιτείνοντας περαιτέρω τους κινδύνους δευτερογενών επιδράσεων. Οι προβολές των εμπειρογνωμόνων της ΕΚΤ του Μαρτίου αναθεώρησαν σημαντικά προς τα κάτω την πρόβλεψη για τον πληθωρισμό, μεταθέτοντας εκ νέου τον χρόνο κατά τον οποίο ο πληθωρισμός προβλεπόταν ότι θα επανέλθει στον στόχο του Διοικητικού Συμβουλίου για επίπεδα κάτω αλλά πλησίον του 2%.

Οι δυσμενέστερες προοπτικές κατέστησαν αναγκαία τη δυναμική ανταπόκριση της νομισματικής πολιτικής τον Μάρτιο

Στο πλαίσιο αυτό, το Διοικητικό Συμβούλιο είχε βάσιμους λόγους να επανεξετάσει την κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής και να δώσει περαιτέρω σημαντική νομισματική ώθηση προκειμένου να αντισταθμίσει τους αυξημένους κινδύνους για τον στόχο της ΕΚΤ για σταθερότητα των τιμών. Συνεπώς, το Διοικητικό Συμβούλιο υιοθέτησε συνολική δέσμη μέτρων νομισματικής πολιτικής τον Μάρτιο του 2016.

Στη συνεδρίαση του Μαρτίου το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε: (α) να μειώσει τα βασικά επιτόκια πολιτικής του, ειδικότερα να μειώσει το επιτόκιο της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων στο -0,40%,[38] (β) να επεκτείνει τις μηνιαίες αγορές στο πλαίσιο του προγράμματος APP στα 80 δισεκ. ευρώ από τον Απρίλιο του 2016 και να αυξήσει τα όρια ανά εκδότη και ανά έκδοση για την αγορά ορισμένων τύπων χρεογράφων, (γ) να συμπεριλάβει ένα νέο πρόγραμμα αγορών του επιχειρηματικού τομέα (CSPP) στο APP για την αγορά ομολόγων σε ευρώ επενδυτικής βαθμίδας που έχουν εκδοθεί από μη τραπεζικές επιχειρήσεις εγκατεστημένες στη ζώνη του ευρώ και (δ) να εισαγάγει μια νέα σειρά τεσσάρων στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (TLTRO-II), με διάρκεια τεσσάρων ετών εκάστη, από τον Ιούνιο του 2016. Επιπλέον, το Διοικητικό Συμβούλιο συνέχισε να διευκρινίζει, κατά την παροχή ενδείξεων για τη μελλοντική κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής, ότι τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ αναμένεται να παραμείνουν στα σημερινά ή σε χαμηλότερα επίπεδα για παρατεταμένη περίοδο, και πολύ πέραν του χρονικού ορίζοντα των καθαρών αγορών περιουσιακών στοιχείων, και επαναβεβαίωσε ότι οι αγορές θα συνεχιστούν έως το τέλος Μαρτίου 2017 ή και αργότερα, εάν χρειαστεί, και πάντως έως ότου το Διοικητικό Συμβούλιο διαπιστώσει μια διαρκή προσαρμογή της πορείας του πληθωρισμού η οποία να είναι συμβατή με την επιδίωξή του για τον πληθωρισμό.

Αυτή η συνολική δέσμη μέτρων στοχεύει στην περαιτέρω χαλάρωση των όρων δανεισμού του ιδιωτικού τομέα και στην τόνωση της παροχής πιστώσεων προς τον ιδιωτικό τομέα, ώστε να ενισχυθεί η δυναμική της ανάκαμψης στη ζώνη του ευρώ και να επιταχυνθεί η επάνοδος του πληθωρισμού στα επιθυμητά επίπεδα. Τα μέτρα βοήθησαν επίσης στον μετριασμό των πιέσεων που είχαν παρατηρηθεί στις χρηματοπιστωτικές αγορές νωρίτερα στη διάρκεια του έτους, εμποδίζοντάς τες να υπονομεύσουν τη μετάδοση της διευκολυντικής κατεύθυνσης της νομισματικής πολιτικής (βλ. Ενότητα 2.2 του Κεφαλαίου 1). Σκοπός της μείωσης του επιτοκίου της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων ήταν η περαιτέρω χαλάρωση των πιστωτικών όρων (βλ. Διάγραμμα 23). Δηλαδή, οι τράπεζες που διακρατούν ρευστότητα υψηλότερη των απαιτούμενων ελάχιστων αποθεματικών έχουν κίνητρα να χρησιμοποιούν τη ρευστότητα αυτή είτε για την αγορά άλλων περιουσιακών στοιχείων είτε για τη χορήγηση περισσότερων δανείων προς την πραγματική οικονομία. Με τον τρόπο αυτό, το αρνητικό επιτόκιο της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων ενίσχυσε το APP ενδυναμώνοντας τις επιδράσεις που ασκούνται μέσω της ανακατανομής των χαρτοφυλακίων.

Διάγραμμα 23

Βασικά επιτόκια της ΕΚΤ

(% ετησίως)

Πηγή: ΕΚΤ.
Σημείωση: Πιο πρόσφατη παρατήρηση: 7 Δεκεμβρίου 2016.

Το πρόγραμμα TLTRO-II σχεδιάστηκε για να αποτελέσει σημαντικό στοιχείο της χαλάρωσης των πιστωτικών όρων και της δημιουργίας πιστώσεων, στηρίζοντας τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής μέσω του διαύλου των τραπεζικών χορηγήσεων. Ενώ το μέγιστο επιτόκιο που χρεώνεται ορίστηκε ίσο προς το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης κατά την κατανομή, το επιτόκιο μπορεί στην πράξη να διαμορφωθεί σε χαμηλότερο επίπεδο, ακόμη και ίσο με αυτό του επιτοκίου της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων, εάν οι χορηγήσεις μιας τράπεζας υπερβούν το αντίστοιχο προκαθορισμένο όριο αναφοράς.[39]

Η εισαγωγή του CSPP ενίσχυσε περαιτέρω τη μετάδοση των επιδράσεων του προγράμματος αγοράς περιουσιακών στοιχείων του Ευρωσυστήματος στην πραγματική οικονομία. Για να ωφεληθούν όσο το δυνατόν περισσότερες επιχειρήσεις και τομείς, το φάσμα των αποδεκτών περιουσιακών στοιχείων διατηρήθηκε ευρύ.[40] Οι αγορές μέσω του CSPP ήταν κατ’ αρχήν εφικτές τόσο στην πρωτογενή όσο και στη δευτερογενή αγορά.[41]

Η ζώνη του ευρώ επέδειξε ανθεκτικότητα το δεύτερο εξάμηνο του 2016, αλλά η υποτονικότητα του υποκείμενου πληθωρισμού ήταν παρατεταμένη

Η δέσμη μέτρων πολιτικής που αποφασίστηκε τον Μάρτιο του 2016, σε συνδυασμό με τη σημαντική νομισματική ώθηση που υπήρχε ήδη, διαδραμάτισε αποφασιστικό ρόλο για τη στήριξη της ανθεκτικότητας της οικονομίας της ζώνης του ευρώ εν μέσω παγκόσμιας και πολιτικής αβεβαιότητας. Μετά την έκβαση του βρετανικού δημοψηφίσματος για την παραμονή της χώρας στην ΕΕ στα μέσα του 2016, η μεταβλητότητα στις χρηματοπιστωτικές αγορές αυξήθηκε αρχικά, αλλά οι αγορές γενικά επέδειξαν ενθαρρυντική ανθεκτικότητα και η ηρεμία επανήλθε σχετικά σύντομα. Στην ανθεκτικότητα συνέβαλαν αφενός το γεγονός ότι οι κεντρικές τράπεζες παγκοσμίως βρίσκονταν σε ετοιμότητα να παράσχουν ρευστότητα, εφόσον χρειαζόταν, σε συνδυασμό με το αυστηρό κανονιστικό και εποπτικό πλαίσιο για τις τράπεζες της ζώνης του ευρώ, και αφετέρου τα μέτρα διευκολυντικής νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ.

Παράλληλα, η δυνητική μελλοντική επίδραση του αποτελέσματος του βρετανικού δημοψηφίσματος και άλλες επικρατούσες γεωπολιτικές αβεβαιότητες, μαζί με τις υποτονικές αναπτυξιακές προοπτικές των αναδυόμενων αγορών, εξακολούθησαν να επηρεάζουν δυσμενώς την εξωτερική ζήτηση και θεωρήθηκε αρχικά ότι εγκυμονούσαν καθοδικούς κινδύνους για τις οικονομικές προοπτικές της ζώνης του ευρώ το δεύτερο εξάμηνο του έτους. Αυτό αντικατοπτρίστηκε και στις μακροοικονομικές προβολές των εμπειρογνωμόνων της ΕΚΤ του Σεπτεμβρίου 2016, οι οποίες αναθεώρησαν ελαφρώς προς τα κάτω την πρόβλεψη για την ανάπτυξη στη ζώνη του ευρώ σε σύγκριση με τις προβολές του Ιουνίου. Επιπλέον, οι υποκείμενες πιέσεις στις τιμές εξακολούθησαν να μην παρουσιάζουν πειστική ανοδική τάση και παρέμειναν πηγή ανησυχίας. Ειδικότερα, οι προοπτικές για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό στη ζώνη του ευρώ εξακολούθησαν να εξαρτώνται από τους πολύ ευνοϊκούς όρους χρηματοδότησης, οι οποίες σε μεγάλο βαθμό αντανακλούσαν τη διευκολυντική κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής.

Ως εκ τούτου, το Διοικητικό Συμβούλιο συνέχισε το φθινόπωρο να παρακολουθεί πολύ προσεκτικά τις εξελίξεις στην οικονομία και τις χρηματοπιστωτικές αγορές και υπογράμμισε τη δέσμευσή του να διατηρήσει το πολύ σημαντικό επίπεδο νομισματικής στήριξης που είναι απαραίτητο προκειμένου να διασφαλίζεται η διαρκής προσαρμογή των ρυθμών πληθωρισμού προς επίπεδα κάτω αλλά πλησίον του 2% μεσοπρόθεσμα. Επίσης, για να ενισχύσει την ετοιμότητά του και την ικανότητά του να αναλάβει δράση, εάν χρειαστεί, το Διοικητικό Συμβούλιο ανέθεσε στις αρμόδιες επιτροπές του Ευρωσυστήματος να διερευνήσουν επιλογές που διασφαλίζουν ομαλή εφαρμογή του APP έως τον Μάρτιο του 2017 ή αργότερα, εφόσον χρειαστεί.

Προς το τέλος του έτους η ανάκαμψη στη ζώνη του ευρώ εξακολούθησε να παρουσιάζει ανθεκτικότητα παρά τις επικρατούσες αβεβαιότητες, υποβοηθούμενη από τη συνεχιζόμενη ισχυρή μετάδοση των επιδράσεων των μέτρων νομισματικής πολιτικής στην πραγματική οικονομία της ζώνης του ευρώ. Η ανάκαμψη προχώρησε με μέτριο αλλά σταθερό ρυθμό, κυρίως χάρη στην ενίσχυση της εγχώριας ζήτησης, την αύξηση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος, τη διατηρήσιμη δημιουργία θέσεων εργασίας και τη συνέχιση των πολύ ευνοϊκών όρων χρηματοδότησης. Ο πληθωρισμός επιταχύνθηκε λόγω της αύξησης των τιμών της ενέργειας και αναμένεται να ανακάμψει περαιτέρω.

Η δέσμη μέτρων πολιτικής του Δεκεμβρίου αποσκοπεί στη διατήρηση του πολύ σημαντικού βαθμού νομισματικής χαλάρωσης

Το σενάριο σταδιακής ανόδου του πληθωρισμού εξακολούθησε να βασίζεται σε σημαντικό βαθμό στη στήριξη της διευκολυντικής νομισματικής πολιτικής. Δεδομένης της παρατεταμένης υποτονικότητας του υποκείμενου πληθωρισμού, η διαρκής σύγκλιση του πληθωρισμού προς τα επιθυμητά επίπεδα θεωρήθηκε ότι δεν είναι πιθανόν να επιτευχθεί με επαρκή βεβαιότητα. Στο πλαίσιο αυτό, κρίθηκε απαραίτητη η διατήρηση του πολύ σημαντικού βαθμού νομισματικής χαλάρωσης πέραν του Μαρτίου του 2017.

Ως εκ τούτου, στη συνεδρίαση του Δεκεμβρίου το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε: (α) να παρατείνει τον χρονικό ορίζοντα του προγράμματος αγοράς περιουσιακών στοιχείων πέραν του Μαρτίου του 2017 ανακοινώνοντας τη συνέχιση του APP – μαζί με την επανεπένδυση των τίτλων κατά τη λήξη τους[42] – με μηνιαίο ύψος αγορών 60 δισεκ. ευρώ από τον Απρίλιο του 2017 έως το τέλος Δεκεμβρίου του 2017 ή αργότερα, εφόσον χρειαστεί, και πάντως έως ότου το Διοικητικό Συμβούλιο διαπιστώσει μια διαρκή προσαρμογή της πορείας του πληθωρισμού η οποία να είναι συμβατή με την επιδίωξή του για τον πληθωρισμό και (β) να τροποποιήσει τις τεχνικές παραμέτρους του APP από τον Ιανουάριο του 2017 προκειμένου να διασφαλιστεί η ομαλή εφαρμογή του, μειώνοντας την ελάχιστη εναπομένουσα διάρκεια για τους αποδεκτούς τίτλους στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς τίτλων του δημόσιου τομέα από δύο έτη σε ένα έτος και επιτρέποντας τις αγορές τίτλων με απόδοση έως τη λήξη χαμηλότερη από το επιτόκιο της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων της ΕΚΤ στον βαθμό του αναγκαίου.[43] Τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ διατηρήθηκαν αμετάβλητα και το Διοικητικό Συμβούλιο συνέχισε να αναμένει ότι θα παραμείνουν στα σημερινά ή σε χαμηλότερα επίπεδα για παρατεταμένη χρονική περίοδο και πολύ πέραν του χρονικού ορίζοντα των καθαρών αγορών περιουσιακών στοιχείων. Επιπλέον, το Διοικητικό Συμβούλιο επανέλαβε τη δέσμευσή του να παρακολουθεί προσεκτικά την εξέλιξη των προοπτικών για τη σταθερότητα των τιμών και, αν το κρίνει αναγκαίο για την επίτευξη του στόχου του, να αναλάβει δράση χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα που είναι διαθέσιμα στο πλαίσιο της αποστολής του. Ειδικότερα, το Διοικητικό Συμβούλιο τόνισε ότι, εάν στο μεταξύ οι προοπτικές καταστούν λιγότερο ευνοϊκές ή οι χρηματοπιστωτικές συνθήκες παύσουν να υποστηρίζουν την περαιτέρω πρόοδο προς μια διαρκή προσαρμογή της πορείας του πληθωρισμού, προτίθεται να αυξήσει το μέγεθος ή/και τη διάρκεια του προγράμματος.

Σκοπός των αποφάσεων αυτών ήταν να διασφαλίσουν ότι οι χρηματοπιστωτικές συνθήκες στη ζώνη του ευρώ θα παραμείνουν πολύ ευνοϊκές, το οποίο παραμένει πολύ σημαντικό για την επίτευξη του στόχου της ΕΚΤ για σταθερότητα των τιμών. Ειδικότερα, σκοπός της παράτασης των αγορών στο πλαίσιο του APP για μεγαλύτερο χρονικό ορίζοντα ήταν να διασφαλιστεί διαρκέστερη στήριξη των όρων χρηματοδότησης και, συνεπώς, μονιμότερη μετάδοση των μέτρων τόνωσης για τη στήριξη της μέτριας, αλλά σταθερής ανάκαμψης. Παράλληλα, η πιο διαρκής παρουσία του Ευρωσυστήματος στην αγορά αποσκοπούσε να αποτελέσει πηγή σταθερότητας σε ένα περιβάλλον αυξημένης αβεβαιότητας, συμπεριλαμβανομένων των ανησυχιών που απορρέουν από τις πιθανές μακροχρόνιες συνέπειες του βρετανικού δημοψηφίσματος και τις πιθανές συνέπειες πολιτικής μετά τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές. Η μείωση του μηνιαίου ύψους των αγορών αντανακλούσε την επαναξιολόγηση του ισοζυγίου κινδύνων που διενήργησε το Διοικητικό Συμβούλιο, σύμφωνα με την οποία η εμπιστοσύνη στις συνολικές επιδόσεις της οικονομίας της ζώνης του ευρώ έχει αυξηθεί, ενώ οι κίνδυνοι αποπληθωρισμού έχουν εν πολλοίς εκλείψει. Η απόφαση συνολικά αποσκοπούσε να προστατεύσει τις χρηματοπιστωτικές συνθήκες στη ζώνη του ευρώ και να επιτρέψει στην ανάκαμψη να ωριμάσει και να ενισχυθεί, παρά τις πιθανές εξωτερικές και εσωτερικές διαταραχές.

Πλαίσιο 5 Οι διανεμητικές επιδράσεις της νομισματικής πολιτικής

Τα τελευταία χρόνια η ΕΚΤ έχει λάβει σειρά μέτρων νομισματικής πολιτικής κατά την επιδίωξη του στόχου της για σταθερότητα των τιμών. Τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ μειώθηκαν σε ιστορικώς χαμηλά επίπεδα και ελήφθησαν περαιτέρω μη συμβατικά μέτρα για την παροχή πρόσθετης νομισματικής χαλάρωσης, όπως οι στοχευμένες πράξεις πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης και τα προγράμματα αγοράς τίτλων του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα.[44] Χάρη στα μέτρα αυτά, χαλάρωσαν οι γενικές χρηματοπιστωτικές συνθήκες και στηρίχθηκαν οι προοπτικές για την πραγματική οικονομική δραστηριότητα και τον πληθωρισμό στη ζώνη του ευρώ. Όπως συμβαίνει με κάθε “συμβατικό” μέτρο νομισματικής πολιτικής, τα μέτρα που ελήφθησαν τα τελευταία χρόνια επηρέασαν όλο το φάσμα των επιτοκίων της αγοράς και των τιμών των περιουσιακών στοιχείων. Αν και τα αποτελέσματα αυτά ωφελούν το σύνολο της οικονομίας μέσω της επίδρασής τους στη δημιουργία θέσεων εργασίας, τα πιθανά οφέλη των αλλαγών των χρηματοοικονομικών μεταβλητών ενδέχεται να διανέμονται ανομοιόμορφα στους επιμέρους τομείς της οικονομίας και στα επιμέρους άτομα. Σκοπός του παρόντος πλαισίου είναι να εξηγήσει τις διανεμητικές συνέπειες των μέτρων νομισματικής πολιτικής που έλαβε η ΕΚΤ τα τελευταία χρόνια, από τους άμεσους χρηματοοικονομικούς διαύλους έως τις πιο έμμεσες επιδράσεις στην ανάπτυξη και την αγορά εργασίας.[45]

Κατ’ αρχήν, η νομισματική πολιτική ασκεί διανεμητικές επιδράσεις μέσω χρηματοοικονομικών διαύλων, επηρεάζοντας τόσο το χρηματοοικονομικό εισόδημα όσο και τον πλούτο. Όταν η κεντρική τράπεζα μειώνει τα επιτόκια πολιτικής ή αγοράζει περιουσιακά στοιχεία, συμπιέζοντας έτσι τα επιτόκια στις επιμέρους αγορές και διάρκειες, επέρχεται αναπόφευκτα αναδιανομή του χρηματοοικονομικού εισοδήματος στους επιμέρους τομείς και νοικοκυριά ανάλογα με την καθαρή χρηματοοικονομική θέση τους, δηλ. το αν είναι καθαροί αποταμιευτές ή δανειολήπτες. Η ανάλυση των μεταβολών των καθαρών εσόδων από τόκους τα τελευταία χρόνια μπορεί να δώσει μια σημαντική εικόνα της διανεμητικής επίδρασης των χαμηλών επιτοκίων, καθώς αυτή η συνιστώσα του χρηματοοικονομικού εισοδήματος επηρεάζεται αμεσότερα από τη νομισματική πολιτική. Προκειμένου να εκτιμηθεί η επίδραση της μείωσης των επιτοκίων στα καθαρά έσοδα από τόκους (δηλ. τους εισπραττόμενους τόκους μείον τους καταβαλλόμενους τόκους), εξετάζεται πώς μεταβλήθηκε στη διάρκεια της κρίσης η απόδοση του υφιστάμενου αποθέματος απαιτήσεων και υποχρεώσεων. Για το σύνολο της ζώνης του ευρώ, μειώθηκαν εν γένει τα έσοδα από τόκους για τις χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις την περίοδο μεταξύ β΄ τριμήνου του 2014 και γ΄ τριμήνου του 2016, ενώ οι μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις και οι κυβερνήσεις εξοικονόμησαν καθαρά έξοδα από τόκους (βλ. Διάγραμμα Α).[46] Ο τομέας των νοικοκυριών, ο οποίος θεωρείται συχνά ότι υπέστη σοβαρές απώλειες λόγω της θέσης του ως καθαρού αποταμιευτή, στην πραγματικότητα κατέγραψε μικρή μόνο απώλεια καθαρών εσόδων από τόκους. Για λόγους σύγκρισης, το Διάγραμμα A παρουσιάζει τις μεταβολές των καθαρών εσόδων από τόκους από το 2008, δείχνοντας ότι οι κύριες επιδράσεις είχαν επέλθει πριν από την υιοθέτηση αρνητικών επιτοκίων για τη διευκόλυνση αποδοχής καταθέσεων της ΕΚΤ τον Ιούνιο του 2014 και την έναρξη των αγορών τίτλων του δημόσιου τομέα τον Μάρτιο του 2015.

Αυτά τα συγκεντρωτικά μεγέθη κατά τομέα υποκρύπτουν ευρεία διασπορά των επιδράσεων μεταξύ των επιμέρους νοικοκυριών. Δεν είναι απλή η μέτρηση των επιμέρους επιδράσεων, αλλά μπορούν να συναχθούν ορισμένα συμπεράσματα από την έρευνα του Ευρωσυστήματος για την οικονομική κατάσταση και την κατανάλωση των νοικοκυριών (Household Finance and Consumption Survey). Έχουν διενεργηθεί μέχρι τώρα δύο τέτοιες έρευνες, το 2010 και το 2014, οι οποίες έδωσαν την ευκαιρία να αξιολογηθεί η μετατόπιση του καθαρού χρηματοοικονομικού εισοδήματος μεταξύ διαφορετικών νοικοκυριών καθώς μειώνονταν τα επιτόκια.[47] Για το σύνολο της ζώνης του ευρώ, το καθαρό χρηματοοικονομικό εισόδημα ως μερίδιο του συνολικού εισοδήματος των νοικοκυριών μειώθηκε ελαφρώς, διαπίστωση συμβατή με τα στοιχεία κατά τομέα που παρουσιάζονται στο Διάγραμμα Α. Ωστόσο, η εξέλιξη αυτή υποκρύπτει μια προοδευτική διανεμητική επίδραση στα επιμέρους νοικοκυριά. Τα νοικοκυριά με τον χαμηλότερο καθαρό πλούτο είχαν γενικά αμετάβλητη θέση, γεγονός που αντανακλά τη μείωση των δαπανών εξυπηρέτησης του χρέους τους και του εισοδήματος από χρηματοοικονομικές επενδύσεις, ενώ τα πλουσιότερα νοικοκυριά υπέστησαν τη μεγαλύτερη ζημία, καθώς τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία τους είναι πολύ υψηλότερα από τα χρέη τους (βλ. Διάγραμμα B).

Διάγραμμα A

Μεταβολές των καθαρών εσόδων από τόκους στους επιμέρους τομείς

(ποσοστό % του ΑΕΠ)

Πηγές: Eurostat και υπολογισμοί της ΕΚΤ.
Σημειώσεις: Το διάγραμμα αντανακλά τις μεταβολές του κινητού μέσου όρου τεσσάρων τριμήνων των καθαρών εσόδων από τόκους από το β΄ τρίμηνο του 2008 έως το γ΄ τρίμηνο του 2016 και από το β΄ τρίμηνο του 2014 έως το γ΄ τρίμηνο του 2016. Για να αφαιρεθεί η επίδραση των αυξομειώσεων των υπολοίπων των απαιτήσεων/υποχρεώσεων στα καθαρά έσοδα από τόκους, οι μεταβολές υπολογίζονται με βάση τις αποδόσεις των απαιτήσεων και υποχρεώσεων επί των θεωρητικών υπολοίπων απαιτήσεων και υποχρεώσεων το α΄ τρίμηνο του 2008 και το α΄ τρίμηνο του 2014 αντίστοιχα. Οι μεταβολές των καθαρών εσόδων από τόκους εκφράζονται ως ποσοστά του ΑΕΠ, με σταθερό το ΑΕΠ στα αντίστοιχα σημεία εκκίνησης. Οι δαπάνες για τόκους/τα έσοδα από τόκους παρουσιάζονται μετά την κατανομή των έμμεσα μετρούμενων υπηρεσιών χρηματοπιστωτικής διαμεσολάβησης (FISIM).

Διάγραμμα B

Καθαρό χρηματοοικονομικό εισόδημα των νοικοκυριών

(μερίδιο του ακαθάριστου εισοδήματος)

Πηγή: Έρευνα του Ευρωσυστήματος για την οικονομική κατάσταση και την κατανάλωση των νοικοκυριών (2010 και 2014).
Σημειώσεις: Τα ποσοστά υποδηλώνουν κλιμάκια καθαρού πλούτου π.χ. χαμηλότερο 20% = το 1/5 των νοικοκυριών με τον χαμηλότερο καθαρό πλούτο. Οι καθαρές χρηματοοικονομικές ροές υπολογίζονται ως εισόδημα από χρηματοοικονομικές επενδύσεις μείον τις συνολικές δαπάνες εξυπηρέτησης χρέους. Τα μερίδια υπολογίζονται ως άθροισμα των καθαρών χρηματοοικονομικών ροών των νοικοκυριών σε κάθε κλιμάκιο καθαρού πλούτου, διαιρούμενο με το άθροισμα του εισοδήματος όλων των νοικοκυριών στο συγκεκριμένο κλιμάκιο καθαρού πλούτου.

Οι διανεμητικές συνέπειες της νομισματικής πολιτικής εξαρτώνται επίσης από τον δεύτερο χρηματοοικονομικό δίαυλο, δηλ. τις επιδράσεις του πλούτου. Η έρευνα για την οικονομική κατάσταση και την κατανάλωση των νοικοκυριών βοηθά σε κάποιο βαθμό να διερευνηθούν και αυτές οι επιδράσεις. Τα νοικοκυριά της ζώνης του ευρώ που διακρατούν χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία, όπως μετοχές και ομόλογα, παρουσιάζουν υψηλή συγκέντρωση στο ανώτατο κλιμάκιο της κατανομής καθαρού πλούτου. Έτσι, μόνο ένα σχετικά μικρό υποσύνολο του πληθυσμού έχει όφελος με τη μορφή υπεραξίας από τις αγορές μετοχών και ομολόγων, ενώ τα 3/4 του πληθυσμού δεν ωφελούνται καθόλου. Αντίθετα, η ιδιοκτησία κατοικίας κατανέμεται πιο ομοιόμορφα στα επιμέρους κλιμάκια πλούτου. Έτσι, το διάμεσο νοικοκυριό ωφελήθηκε από τις αυξήσεις στις τιμές των κατοικιών.[48]

Η πιο πρόσφορη περίοδος για την αξιολόγηση των επιδράσεων του πλούτου είναι η περίοδος από τα μέσα του 2014 και εξής, καθώς η απόκτηση περιουσιακών στοιχείων θεωρείται ότι είναι υπεύθυνη για τη δημιουργία πληθωρισμού των τιμών των περιουσιακών στοιχείων. Μια εικόνα των απόλυτων και σχετικών επιδράσεων του πλούτου στα διάφορα κλιμάκια πλούτου κατά την περίοδο αυτή παρέχει η εκτίμηση του τρόπου με τον οποίο θα μπορούσε να είχε εξελιχθεί η αξία του αποθέματος πλούτου που υπήρχε στα μέσα του 2014 (τελευταία διαθέσιμη περίοδο), εάν είχε επηρεαστεί μόνο από τις μεταβολές που σημειώθηκαν έκτοτε στις τιμές των μετοχών, των ομολόγων και των κατοικιών.[49] Για τη ζώνη του ευρώ, καταγράφεται σε απόλυτους όρους καθαρό όφελος: σε όλα τα κλιμάκια πλούτου, ο πλούτος των νοικοκυριών ως μερίδιο του μέσου εισοδήματός τους αυξήθηκε. Αυτό συνέβη επειδή οι τιμές των κατοικιών εντός της ζώνης του ευρώ αυξήθηκαν την περίοδο αυτή, ενώ οι τιμές των ομολόγων παρουσίασαν συγκρατημένη αύξηση κατά μέσο όρο και οι τιμές των μετοχών μειώθηκαν κατά μέσο όρο. Ωστόσο, τα πλουσιότερα νοικοκυριά ωφελήθηκαν περισσότερο σε σχετικούς όρους σε σύγκριση με τα φτωχότερα νοικοκυριά (βλ. Διάγραμμα Γ).

Διάγραμμα Γ

Εκτιμώμενη μεταβολή του καθαρού πλούτου των νοικοκυριών

(μεταβολή σε ποσοστιαίες μονάδες του μέσου καθαρού πλούτου ως μεριδίου του μέσου ακαθάριστου εισοδήματος στο αντίστοιχο κλιμάκιο πλούτου, β΄ τρ. 2014-β΄ τρ. 2016)

Πηγές: Προσομοιώσεις της ΕΚΤ και έρευνα του Ευρωσυστήματος για την οικονομική κατάσταση και την κατανάλωση των νοικοκυριών.
Σημείωση: Τα ποσοστά υποδηλώνουν κλιμάκια καθαρού πλούτου π.χ. χαμηλότερο 20% = το 1/5 των νοικοκυριών με τον χαμηλότερο καθαρό πλούτο.

Η ισορροπημένη αξιολόγηση των συνολικών διανεμητικών επιδράσεων της νομισματικής πολιτικής θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνει τις μακροοικονομικές επιπτώσεις της. Ακόμη και αν τα χαμηλά επιτόκια και οι υψηλές τιμές των περιουσιακών στοιχείων δεν ωφελούν όλους τους τομείς και όλα τα άτομα, υπάρχουν ορισμένες θετικές διανεμητικές επιδράσεις μεσοπρόθεσμα που συνδέονται με την τόνωση της συνολικής ζήτησης, τη μείωση της ανεργίας και τη συμβολή στη σταθερότητα των τιμών, καθώς όλοι αυτοί οι παράγοντες τείνουν να μειώνουν την ανισότητα.

Μετά την εισαγωγή της δέσμης μέτρων για τη χαλάρωση των πιστωτικών όρων από την ΕΚΤ τον Ιούνιο του 2014, η ζώνη του ευρώ επωφελήθηκε από μια πιο γενικευμένη ανάκαμψη που στηρίζεται κυρίως στην εγχώρια ζήτηση. Δεν συνέβη το ίδιο κατά την ανάκαμψη της περιόδου 2009-11, η οποία βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό στις καθαρές εξαγωγές (βλ. Πλαίσιο 2, Διάγραμμα Α). Αν και είναι δύσκολο να εντοπιστεί η ακριβής συμβολή της νομισματικής πολιτικής, μπορεί να παρατηρηθεί ότι, από τον Ιούνιο του 2014 και εξής, τα μέτρα της ΕΚΤ οδήγησαν σε καθοδική σύγκλιση των τραπεζικών επιτοκίων χορηγήσεων και σε ανοδική τάση του όγκου των πιστώσεων. Αυτό οφείλεται εν μέρει στην αντιστροφή του χρηματοπιστωτικού κατακερματισμού που είχε παρατηρηθεί το 2011-12. Αντανακλά επίσης έναν δεύτερο παράγοντα: τα μέτρα της ΕΚΤ βοήθησαν να σπάσει ο φαύλος κύκλος μεταξύ των τραπεζικών επιτοκίων χορηγήσεων, των μακροοικονομικών μεγεθών και του εκτιμώμενου πιστωτικού κινδύνου στις ευάλωτες χώρες. Η χαλάρωση των πιστωτικών όρων βοήθησε στην αντιστροφή της αρνητικής διανεμητικής επίδρασης μέσω της βελτιωμένης πρόσβασης στη χρηματοδότηση, και αυτό μετακυλίεται τώρα στη συνολική ζήτηση.

Καθώς έχει ενισχυθεί η οικονομία, έχει μειωθεί το ποσοστό ανεργίας. Η βελτίωση των χρηματοπιστωτικών όρων ως αποτέλεσμα της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ στηρίζει τα δάνεια προς τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, γεγονός που τονώνει την κατανάλωση (διαρκών αγαθών) και τις επενδύσεις. Αυτό, με τη σειρά του, έχει στηρίξει την οικονομική ανάπτυξη και την απασχόληση (βλ. Διάγραμμα Δ). Η δημιουργία θέσεων εργασίας αναμένεται να ωφελήσει ιδιαίτερα τα φτωχότερα νοικοκυριά, των οποίων η κατάσταση απασχόλησης εξαρτάται κυρίως από την κατάσταση της οικονομίας. Με τη σειρά του, αυτό το διανεμητικό χαρακτηριστικό στηρίζει περαιτέρω την οικονομική ανάπτυξη, δεδομένου ότι τα νοικοκυριά με χαμηλότερα εισοδήματα τείνουν να έχουν μεγαλύτερη οριακή ροπή προς κατανάλωση. Μάλιστα, κατά την πρόσφατη περίοδο εύρωστης αύξησης της απασχόλησης αυξήθηκαν επίσης έντονα το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα και η κατανάλωση (βλ. Διάγραμμα E).

Διάγραμμα Δ

Εξελίξεις στην αγορά εργασίας

(τριμηνιαίες ποσοστιαίες μεταβολές (απασχόληση), ποσοστά % (ανεργία))

Πηγές: Eurostat και υπολογισμοί της ΕΚΤ.
Σημείωση: Πιο πρόσφατες παρατηρήσεις: γ΄ τρίμηνο του 2016 (απασχόληση) και Δεκέμβριος 2016 (ποσοστό ανεργίας).

Διάγραμμα Ε

Κατανάλωση και πραγματικό ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα

(ετήσιες ποσοστιαίες μεταβολές)

Πηγές: Eurostat και υπολογισμοί της ΕΚΤ.
Σημείωση: Πιο πρόσφατες παρατηρήσεις: γ΄ τρίμηνο 2016.

Η ΕΚΤ παρακολουθεί τις διανεμητικές συνέπειες της νομισματικής πολιτικής της, καθώς επηρεάζουν τη μετάδοσή της και άρα τις προσαρμογές της πορείας του πληθωρισμού. Ωστόσο, η αντιμετώπιση μιας ανεπιθύμητης διανεμητικής επίδρασης δεν εμπίπτει στη σφαίρα της νομισματικής πολιτικής, καθώς ο πρωταρχικός στόχος της είναι η σταθερότητα των τιμών. Οι κυβερνήσεις μπορούν να διαμορφώνουν την κατανομή εισοδήματος και πλούτου μέσω των πολιτικών τους, ιδίως μέσω στοχευμένων δημοσιονομικών μέτρων. Είναι σημαντικό να ασκούνται πιο αποφασιστικές, φιλικές προς την ανάπτυξη, διαρθρωτικές και δημοσιονομικές πολιτικές, γιατί συμπληρώνουν τη διευκολυντική κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ, έτσι ώστε να επιταχυνθεί η επάνοδος της οικονομίας της ζώνης του ευρώ στο δυνητικό ΑΕΠ και να ενισχυθεί ο ρυθμός αύξησης του δυνητικού προϊόντος. Αυτό, με τη σειρά του, θα μειώσει την επιβάρυνση της νομισματικής πολιτικής και θα της επιτρέψει να επανέλθει στο συμβατικό σύνολο εργαλείων της – συμπεριλαμβανομένων των θετικών επιτοκίων.

Η μετάδοση της νομισματικής πολιτικής στις χρηματοπιστωτικές και οικονομικές συνθήκες

Τα συνολικά μέτρα πολιτικής της ΕΚΤ συνέχισαν να συμβάλλουν σε εξαιρετικά διευκολυντική νομισματική πολιτική

Τα μέτρα νομισματικής πολιτικής που υιοθετήθηκαν από τα μέσα του 2014 και εξής, όταν η ΕΚΤ εισήγαγε για πρώτη φορά πολιτικές χαλάρωσης ευρείας κλίμακας, συμπεριλαμβανομένης της χαλάρωσης των πιστωτικών όρων, αποτέλεσαν βασικό παράγοντα στήριξης της ανάκαμψης της ζώνης του ευρώ. Τα συνολικά μέτρα πολιτικής – όπως οι αγορές περιουσιακών στοιχείων, οι στοχευμένες πράξεις πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (TLTRO) και τα χαμηλά επιτόκια πολιτικής – συνεχίζουν να μετακυλίονται στην πραγματική οικονομία. Ως εκ τούτου, οι όροι δανεισμού για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις χαλάρωσαν σημαντικά και η δημιουργία πιστώσεων ενισχύθηκε, στηρίζοντας έτσι τη συνολική δαπάνη σε όλη τη ζώνη του ευρώ.

Σημαντικά προς μια πιο διευκολυντική κατεύθυνση συνέβαλαν οι καθαρές αγορές στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς περιουσιακών στοιχείων (APP), μέσω του οποίου αγοράζεται ένα ευρύ φάσμα τίτλων του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα και το οποίο περιλαμβάνει τέσσερα επιμέρους προγράμματα: το πρόγραμμα αγοράς τίτλων του δημόσιου τομέα (PSPP), το πρόγραμμα αγοράς τιτλοποιημένων απαιτήσεων (ABSPP), το τρίτο πρόγραμμα αγοράς καλυμμένων ομολογιών (CBPP3) και το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων του επιχειρηματικού τομέα (CSPP). Το APP συνέχισε να εφαρμόζεται ομαλά το 2016. Η ευελιξία που παρέχει το APP επέτρεψε να διατηρηθούν οι μέσες μηνιαίες αγορές που πραγματοποιούνται μέσω όλων των προγραμμάτων σύμφωνες προς τον στόχο που έθεσε το Διοικητικό Συμβούλιο, δηλ. στα 60 δισεκ. ευρώ μηνιαίως, κατά μέσο όρο, από τον Ιανουάριο έως τον Μάρτιο του 2016 και στα 80 δισεκ. ευρώ μηνιαίως για το υπόλοιπο του έτους. Ωστόσο, οι αγορές ήταν κάπως χαμηλότερες τον Αύγουστο και τον Δεκέμβριο, μήνες που συνήθως χαρακτηρίζονται από χαμηλότερη ρευστότητα στην αγορά, και ελαφρώς υψηλότερες τους υπόλοιπους μήνες. Το PSPP συνέχισε να αντιπροσωπεύει με μεγάλη διαφορά το υψηλότερο μερίδιο των συνολικών αγορών (βλ. Διάγραμμα 24).

Διάγραμμα 24

Μηνιαίες αγορές μέσω του APP ανά επιμέρους πρόγραμμα το 2016

(δισεκ. ευρώ)

Πηγή: ΕΚΤ.

Η μετάδοση των μέτρων της ΕΚΤ μέσω των χρηματοπιστωτικών αγορών και του τραπεζικού συστήματος συνεχίστηκε με επιτυχία

Η επίδραση των μέτρων νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ στα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία αναφοράς ήταν έντονη. Ειδικότερα, οι αγορές περιουσιακών στοιχείων εκ μέρους του Ευρωσυστήματος και το περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων συνέβαλαν στη σημαντική μείωση των επιτοκίων της χρηματαγοράς και των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων από τα μέσα του 2014 και εξής.[50] Η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ βοήθησε επίσης να θωρακιστούν εν μέρει οι συνθήκες στην αγορά ομολόγων της ζώνης του ευρώ έναντι της αύξησης των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων στις ΗΠΑ στο τέλος του 2016. Τα μέτρα της ΕΚΤ επηρέασαν επίσης τις εξελίξεις σε άλλα τμήματα των χρηματοπιστωτικών αγορών. Ειδικότερα, οι ανακατανομές χαρτοφυλακίων και οι θετικές μακροοικονομικές επιδράσεις που συνδέονταν με την εξαιρετικά διευκολυντική πολιτική ενδέχεται να στήριξαν την ανάκαμψη των τιμών των μετοχών. Η ονομαστική σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ υποχώρησε συνολικά το 2016.

Τα μέτρα πολιτικής της ΕΚΤ συνέβαλαν στη σημαντική βελτίωση των όρων χρηματοδότησης των τραπεζών με δύο τρόπους. Πρώτον, τα μέσα χρηματοδότησης των τραπεζών ήταν μία από τις κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων των οποίων οι μεσομακροπρόθεσμες αποδόσεις συμπιέστηκαν σημαντικά. Στην εξέλιξη αυτή συνέβαλαν οι επιδράσεις που ασκούνται από την ανακατανομή χαρτοφυλακίων λόγω των αγορών περιουσιακών στοιχείων εκ μέρους του Ευρωσυστήματος αλλά και από την περιορισμένη προσφορά λόγω χαμηλότερης δραστηριότητας έκδοσης ομολόγων από τις τράπεζες, οι οποίες αντ’ αυτού δανείζονταν μέσω των TLTRO.[51] Ως εκ τούτου, το σύνθετο κόστος χρηματοδότησης μέσω ανάληψης χρέους για τις τράπεζες μειώθηκε σημαντικά (βλ. Διάγραμμα 25). Δεύτερον, οι τράπεζες συνέχισαν να υποκαθιστούν τη δαπανηρότερη βραχυπρόθεσμη χρηματοδότηση από την αγορά με χρηματοδότηση μέσω των TLTRO (και έκαναν χρήση της δυνατότητας που τους παρασχέθηκε να υποκαταστήσουν τη χρηματοδότηση μέσω TLTRO-I με τη φθηνότερη TLTRO-II).[52] Τρεις από τις τέσσερις προγραμματισμένες TLTRO-II διενεργήθηκαν το 2016, ενώ η τέταρτη θα διενεργηθεί τον Μάρτιο του 2017.[53] Η συνολική προσφυγή έως το τέλος του 2016 ανήλθε σε 506,7 δισεκ. ευρώ, γύρω στο 43% του συνολικού ποσού χρηματοδότησης των τραπεζών της ζώνης του ευρώ μέσω των TLTRO-ΙΙ.

Διάγραμμα 25

Σύνθετος δείκτης κόστους χρηματοδότησης των τραπεζών μέσω ανάληψης χρέους

(σύνθετο κόστος καταθέσεων και δανεισμού από την αγορά χωρίς παροχή ασφάλειας, ποσοστά % ετησίως)

Πηγές: ΕΚΤ, Merrill Lynch Global Index και υπολογισμοί της ΕΚΤ.

Η συνολική επίδραση του APP και του αρνητικού επιτοκίου της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων στην κερδοφορία των τραπεζών ήταν περιορισμένη, καθώς οι επιπτώσεις στις διάφορες συνιστώσες του εισοδήματος των τραπεζών αλληλοεξουδετερώθηκαν σε μεγάλο βαθμό (βλ. Διάγραμμα 26). Αφενός, τα δύο μέτρα συμπίεσαν τα επιτόκια για ένα ευρύ σύνολο χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων, μείωσαν τα επιτοκιακά περιθώρια και συνέβαλαν έτσι στη μείωση των καθαρών εσόδων από τόκους. Αφετέρου, η αύξηση της αγοραίας αξίας των κρατικών ομολόγων στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών απέφερε κεφαλαιακά κέρδη. Επιπλέον, οι θετικές επιδράσεις των πρόσφατων μέτρων νομισματικής πολιτικής στις οικονομικές προοπτικές συνέβαλαν στην αύξηση του όγκου και τη βελτίωση της ποιότητας των δανείων.

Διάγραμμα 26

Κερδοφορία τραπεζών, APP και αρνητικό επιτόκιο της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων

(2014-17, συμβολές σε ποσοστιαίες μονάδες στον δείκτη αποδοτικότητας ενεργητικού των τραπεζών)

Πηγές: Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών, ΕΚΤ και υπολογισμοί της ΕΚΤ.
Σημειώσεις: Τα κεφαλαιακά κέρδη βασίζονται σε ενοποιημένα στοιχεία για 68 τραπεζικούς ομίλους της ζώνης του ευρώ που περιλαμβάνονται στον κατάλογο των σημαντικών ιδρυμάτων υπό την άμεση εποπτεία της ΕΚΤ και στην πανευρωπαϊκή άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων του 2014. Τα στοιχεία για τη ζώνη του ευρώ υπολογίζονται ως σταθμικός μέσος όρος για τις χώρες που περιλαμβάνονται στο δείγμα, χρησιμοποιώντας ενοποιημένα τραπεζικά στοιχεία για τη στάθμιση του τραπεζικού συστήματος κάθε χώρας στο συγκεντρωτικό μέγεθος για τη ζώνη του ευρώ.

Οι επιχειρήσεις της ζώνης του ευρώ ωφελήθηκαν από τη διευκολυντική κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ

Η μετάδοση της νομισματικής ώθησης στους όρους χορήγησης τραπεζικών δανείων και τη δημιουργία πιστώσεων ήταν αξιόλογη. Τα επιτόκια μειώθηκαν σημαντικά σε ευρύ φάσμα κατηγοριών περιουσιακών στοιχείων και πιστωτικών αγορών από τον Ιούνιο του 2014 και εξής. Ως αποτέλεσμα, οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά της ζώνης του ευρώ είχαν ευνοϊκότερους όρους δανεισμού. Για παράδειγμα, τα τραπεζικά επιτόκια χορηγήσεων μειώθηκαν κατά περισσότερες από 110 μονάδες βάσης από τον Ιούνιο του 2014 έως τον Δεκέμβριο του 2016 (βλ. Διάγραμμα 19).

Η χαλάρωση έγινε αισθητή και στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) – τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας της ζώνης του ευρώ – που στηρίζονται σε πολύ μεγάλο βαθμό στην τραπεζική χρηματοδότηση. Οι όροι χορήγησης τραπεζικών δανείων για τις ΜΜΕ βελτιώθηκαν περαιτέρω: από τον Μάιο του 2014 και εξής τα τραπεζικά επιτόκια χορηγήσεων για πολύ μικρά δάνεια προς επιχειρήσεις μειώθηκαν κατά 180 μονάδες βάσης περίπου. Επιπλέον, σύμφωνα με την έρευνα για την πρόσβαση των επιχειρήσεων στη χρηματοδότηση που διεξάγεται στη ζώνη του ευρώ, οι ΜΜΕ εξακολούθησαν να αναφέρουν περαιτέρω βελτίωση της πρόσβασής τους σε χρηματοδότηση και αυξημένη προθυμία των τραπεζών να χορηγήσουν δάνεια με χαμηλότερα επιτόκια.[54] Οι νέες τραπεζικές πιστώσεις προς τις επιχειρήσεις εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται κυρίως για τη χρηματοδότηση επενδυτικών προγραμμάτων, αποθεμάτων και κεφαλαίου κίνησης.

Οι αγορές περιουσιακών στοιχείων εκ μέρους του Ευρωσυστήματος και το περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων παρέχουν κίνητρα στις τράπεζες για τη χορήγηση περισσότερων δανείων π.χ. διότι μειώνουν την ελκυστικότητα των επενδύσεων σε τίτλους με χαμηλότερες αποδόσεις. Παράλληλα, η μείωση του κόστους των TLTRO-II για τις τράπεζες που έμπρακτα χορηγούν πιστώσεις ενθάρρυνε επίσης τις τράπεζες να αυξήσουν τις πιστώσεις αυτές (καθώς μια τράπεζα μπορεί να δανείζεται φθηνότερα μέσω των TLTRO-II, εάν ο όγκος των πιστοδοτήσεών της υπερβαίνει το αντίστοιχο όριο αναφοράς). Αυτό στήριξε τη χαλάρωση των πιστοδοτικών κριτηρίων και τη βελτίωση των όρων χορήγησης τραπεζικών δανείων, όπως δείχνει η έρευνα για τις τραπεζικές χορηγήσεις στη ζώνη του ευρώ.[55] Συνεπώς, σε ένα περιβάλλον αυξανόμενης ζήτησης πιστώσεων, συνεχίστηκε η σταδιακή ανάκαμψη των δανείων προς τον ιδιωτικό τομέα της ζώνης του ευρώ. Μεταξύ Μαΐου 2014 και Δεκεμβρίου 2016 ο ετήσιος ρυθμός αύξησης των δανείων προς τα νοικοκυριά επιταχύνθηκε από -0,1% σε 2,0% και προς τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις (ΜΧΕ) από -2,9% σε 2,3% (βλ. Διάγραμμα 27).

Διάγραμμα 27

Δάνεια ΝΧΙ προς ΜΧΕ και νοικοκυριά

(ετήσιες ποσοστιαίες μεταβολές, με εποχική και ημερολογιακή διόρθωση)

Πηγή: ΕΚΤ.

Οι πρώτες ενδείξεις για τη συμβολή του CSPP στη χαλάρωση των όρων χρηματοδότησης για τις επιχειρήσεις ήταν ενθαρρυντικές. Η ανακοίνωση του CSPP στις 10.3.2016 στήριξε έντονα τη συνεχιζόμενη συρρίκνωση των διαφορών αποδόσεων των ομολόγων που εκδίδονται από ΜΧΕ έναντι του επιτοκίου μηδενικού κινδύνου (βλ. Διάγραμμα 28).[56] Επιπλέον, το CSPP συνέβαλε στην αύξηση της έκδοσης εταιρικών ομολόγων σε ευρώ στη διάρκεια του έτους (βλ. Διάγραμμα 29). Τέλος, λόγω της ανακατανομής χαρτοφυλακίων, αυξήθηκε και η ζήτηση ομολόγων που δεν ήταν επιλέξιμα στο πλαίσιο του CSPP και καλύφθηκε με αύξηση της εκδοτικής δραστηριότητας. Το CSPP άσκησε επίσης σημαντικές έμμεσες επιδράσεις στους όρους χρηματοδότησης των επιχειρήσεων, καθώς οι τράπεζες, λόγω της υποκατάστασης των τραπεζικών δανείων με έκδοση εταιρικών τίτλων, ανέφεραν υψηλότερες ανταγωνιστικές πιέσεις και εντονότερη συμπίεση των περιθωρίων στα δάνεια προς μεγάλες επιχειρήσεις.

Η εφαρμογή του CSPP προχώρησε σύμφωνα με τις αρχικές προβλέψεις και οι αγορές που πραγματοποιήθηκαν εμφάνισαν υψηλό βαθμό διαφοροποίησης μεταξύ επιμέρους πιστοληπτικών διαβαθμίσεων, τομέων, χωρών και εκδοτών. Στις 31.12.2016 το Ευρωσύστημα διακρατούσε μη τραπεζικά εταιρικά ομόλογα αξίας γύρω στα 51 δισεκ. ευρώ που είχαν εκδοθεί από 225 διαφορετικούς εκδότες.

Διάγραμμα 28

Διαφορές αποδόσεων εταιρικών ομολόγων επενδυτικής βαθμίδας

(μονάδες βάσης)

Πηγές: Markit και Bloomberg.
Σημειώσεις: Οι διαφορές αποδόσεων των εταιρικών ομολόγων μετρούνται με τα περιθώρια των αντίστοιχων συμφωνιών ανταλλαγής (asset swap spreads). Οι κάθετες γραμμές δείχνουν τις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου στις 10 Μαρτίου και στις 21 Απριλίου. Οι δείκτες περιλαμβάνουν και τα ομόλογα χαμηλότερης εξοφλητικής προτεραιότητας.

Διάγραμμα 29

Ακαθάριστη έκδοση χρέους από ΜΧΕ της ζώνης του ευρώ

(δισεκ. ευρώ)

Πηγές: Dealogic και υπολογισμοί της ΕΚΤ.
Σημειώσεις: Τα στοιχεία περιλαμβάνουν ομόλογα επενδυτικής βαθμίδας και ομόλογα μη επενδυτικής βαθμίδας. “Εκδόσεις σε ευρώ”: νέες εκδόσεις σε ευρώ από ΜΧΕ με έδρα στη ζώνη του ευρώ. “Εκδόσεις σε όλα τα νομίσματα”: όλες οι νέες εκδόσεις από ΜΧΕ με έδρα στη ζώνη του ευρώ.

Η διευκολυντική πολιτική της ΕΚΤ στήριξε σημαντικά τις μακροοικονομικές εξελίξεις στη ζώνη του ευρώ

Συνολικά, τα μέτρα νομισματικής πολιτικής που υιοθέτησε η ΕΚΤ από τον Ιούνιο του 2014 και εξής άσκησαν σημαντικές μακροοικονομικές επιδράσεις. Χωρίς αυτά τα μέτρα, οι εξελίξεις στην ανάπτυξη και τον πληθωρισμό θα ήταν πολύ πιο υποτονικές το 2016. Ειδικότερα, εξαλείφθηκε ο κίνδυνος αποπληθωρισμού με τη βοήθεια των μέτρων της ΕΚΤ.

Πλαίσιο 6 Μέγεθος και σύνθεση του ισολογισμού του Ευρωσυστήματος

Από την αρχή της χρηματοπιστωτικής κρίσης το 2007-08 το Ευρωσύστημα χρησιμοποιεί τον ισολογισμό του για να πραγματοποιήσει ποικίλες παρεμβάσεις νομισματικής πολιτικής, μεταβάλλοντας διαχρονικά το μέγεθος και τη σύνθεσή του. Οι παρεμβάσεις αυτές περιλαμβάνουν πράξεις για την παροχή χρηματοδότησης σε αντισυμβαλλομένους, καθώς και αγορές περιουσιακών στοιχείων σε διάφορα τμήματα της αγοράς για τη βελτίωση της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής και για τη δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών χρηματοδότησης στη ζώνη του ευρώ. Στο τέλος του 2016 το μέγεθος του ισολογισμού του Ευρωσυστήματος είχε φθάσει στο ιστορικώς υψηλό επίπεδο των 3,7 τρισεκ. ευρώ.

Στις αρχές Ιουνίου 2014, πριν από την απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου να λάβει σειρά μέτρων νομισματικής πολιτικής, τα στοιχεία ενεργητικού για τους σκοπούς της νομισματικής πολιτικής αποτελούσαν το 40% του συνόλου του ενεργητικού στον ισολογισμό του Ευρωσυστήματος. Σε αυτά περιλαμβάνονταν δάνεια προς τα πιστωτικά ιδρύματα της ζώνης του ευρώ, τα οποία αποτελούσαν το 30% του συνόλου του ενεργητικού (βλ. το διάγραμμα), και τίτλοι που διακρατούνται για τους σκοπούς της νομισματικής πολιτικής (στοιχεία που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο του Προγράμματος για τις Αγορές Τίτλων (SMP) και τα αρχικά προγράμματα αγοράς καλυμμένων ομολογιών), που αντιπροσώπευαν περίπου το 10% του συνόλου του ενεργητικού. Τα λοιπά χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία περιλάμβαναν κυρίως: (α) συναλλαγματικά διαθέσιμα και διαθέσιμα σε χρυσό που διακρατεί το Ευρωσύστημα, (β) χαρτοφυλάκια σε ευρώ που δεν αφορούν τους σκοπούς της νομισματικής πολιτικής και (γ) έκτακτη ενίσχυση σε ρευστότητα που παρέχεται από ορισμένες ΕθνΚΤ του Ευρωσυστήματος σε φερέγγυα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία αντιμετωπίζουν προσωρινά προβλήματα ρευστότητας. Τα λοιπά χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία υπόκεινται σε εσωτερικές απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων του Ευρωσυστήματος και σε περιορισμούς που απορρέουν από την απαγόρευση της νομισματικής χρηματοδότησης και την απαίτηση ότι δεν θα πρέπει να παρακωλύουν τη νομισματική πολιτική, όπως καθορίζεται σε διάφορα νομικά κείμενα.[57]

Στην πλευρά του παθητικού, τα τραπεζογραμμάτια σε κυκλοφορία – βασικό στοιχείο των υποχρεώσεων των κεντρικών τραπεζών – αποτελούσαν περίπου το 44% του παθητικού τον Ιούνιο του 2014. Τα τηρούμενα ελάχιστα υποχρεωτικά αποθεματικά των αντισυμβαλλομένων[58] αντιπροσώπευαν το 16%, ενώ τα λοιπά στοιχεία παθητικού, συμπεριλαμβανομένων των λογαριασμών αναπροσαρμογής, αντιπροσώπευαν το 40%.

Τα μέτρα νομισματικής πολιτικής που έλαβε το Διοικητικό Συμβούλιο από τον Ιούνιο του 2014 και εξής και ιδίως το διευρυμένο πρόγραμμα αγοράς περιουσιακών στοιχείων (ΑΡΡ), το οποίο ξεκίνησε στις 9 Μαρτίου 2015, οδήγησαν τόσο σε μεγέθυνση όσο και σε μεταβολή της σύνθεσης του ισολογισμού. Τα μέσα νομισματικής πολιτικής αυξήθηκαν σε 61% του ενεργητικού στο τέλος του 2016, ενώ το μέγεθος των λοιπών χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων παρέμεινε σχετικά σταθερό. Στην πλευρά του παθητικού, επίδραση παρατηρήθηκε κυρίως στα υποχρεωτικά ελάχιστα αποθεματικά των αντισυμβαλλομένων, τα οποία αυξήθηκαν κατά 1 τρισεκ. ευρώ και αντιστοιχούσαν σε 36% του παθητικού στο τέλος του 2016, ενώ το μερίδιο των τραπεζογραμματίων σε κυκλοφορία μειώθηκε σε σχετικούς όρους σε 31%.

Διάγραμμα

Εξέλιξη του ενοποιημένου ισολογισμού του Ευρωσυστήματος

(δισεκ. ευρώ)

Πηγή: ΕΚΤ.
Σημειώσεις: Οι θετικές τιμές αντιστοιχούν σε στοιχεία ενεργητικού και οι αρνητικές σε στοιχεία παθητικού. Η καμπύλη που απεικονίζει την υπερβάλλουσα ρευστότητα εμφανίζεται ως θετικό μέγεθος, παρότι αντιπροσωπεύει το άθροισμα των ακόλουθων στοιχείων παθητικού: τρεχούμενοι λογαριασμοί πέραν των υποχρεωτικών ελάχιστων αποθεματικών και προσφυγή στη διευκόλυνση αποδοχής καταθέσεων.

Μέση διάρκεια χαρτοφυλακίου και κατανομή κατά περιουσιακό στοιχείο και κατά χώρα

Από την έναρξη του προγράμματος αγοράς περιουσιακών στοιχείων (APP) η ΕΚΤ δημοσιεύει σε εβδομαδιαία βάση την εξέλιξη του υπολοίπου τίτλων που διακρατούνται στο πλαίσιο των διαφόρων προγραμμάτων που συνθέτουν το APP. Επιπλέον δημοσιεύει σε μηνιαία βάση την κατανομή των εν λόγω υπολοίπων μεταξύ της πρωτογενούς και της δευτερογενούς αγοράς για το τρίτο πρόγραμμα αγοράς καλυμμένων ομολογιών (CBPP3), για το πρόγραμμα αγοράς τιτλοποιημένων απαιτήσεων (ABSPP) και το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων του επιχειρηματικού τομέα (CSPP), καθώς και την κατανομή με βάση τη χώρα του εκδότη, συμπεριλαμβανομένης της μέσης σταθμικής διάρκειας των διακρατούμενων τίτλων στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς τίτλων του δημόσιου τομέα (PSPP).[59]

Στο τέλος του 2016 το PSPP αντιπροσώπευε το μεγαλύτερο μέρος του APP και ανήλθε σε 82% του συνόλου των διακρατούμενων τίτλων στο πλαίσιο του APP. Στο πλαίσιο του PSPP, η κατανομή των αποκτημένων τίτλων μεταξύ των εγχώριων αγορών των ΕθνΚΤ καθορίζεται σύμφωνα με την κλείδα κατανομής της ΕΚΤ. Εντός των επιμέρους ποσοστώσεων που τους αναλογούν, η ΕΚΤ και οι ΕθνΚΤ έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν μεταξύ αγορών τίτλων των κεντρικών κυβερνήσεων, περιφερειακών ή τοπικών διοικήσεων, ή τίτλων που εκδίδονται από συγκεκριμένους φορείς που έχουν ιδρυθεί στις εν λόγω επικράτειες και, εάν κριθεί απαραίτητο, τίτλων που έχουν εκδοθεί από υπερεθνικά ιδρύματα.

Η μέση σταθμική διάρκεια του PSPP διαμορφώθηκε σε 8,3 έτη στο τέλος του 2016, με ορισμένες διαφορές από χώρα σε χώρα. Η διάρκεια των τίτλων που αποκτώνται από το Ευρωσύστημα παρουσιάζει ενδιαφέρον κατά δύο έννοιες: αφενός επιτρέπει στο Ευρωσύστημα να απορροφά τον κίνδυνο επιτοκίου από την αγορά, παρέχοντας κίνητρο στους επενδυτές να ανακατανείμουν τα χαρτοφυλάκιά τους, αφετέρου το Ευρωσύστημα επιδιώκει την κατανομή των περιουσιακών στοιχείων χωρίς στρεβλώσεις στην αγορά, αγοράζοντας τίτλους με όλες τις αποδεκτές διάρκειες σε όλες τις χώρες, με τρόπο που να αντικατοπτρίζει τη σύνθεση της αγοράς κρατικών ομολόγων της ζώνης του ευρώ. Όπως ανακοινώθηκε τον Δεκέμβριο του 2015, το προϊόν εξόφλησης των τίτλων που αποκτώνται μέσω του APP θα επανεπενδύεται κατά τη λήξη τους, για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται απαραίτητο, έτσι ώστε το υπόλοιπο των τίτλων που αποκτώνται μέσω του APP να διατηρείται σταθερό πέραν του χρονικού ορίζοντα των καθαρών αγορών περιουσιακών στοιχείων.

Εξελίξεις στις πράξεις αναχρηματοδότησης του Ευρωσυστήματος

Το υπόλοιπο των πράξεων αναχρηματοδότησης του Ευρωσυστήματος έχει μειωθεί κατά περίπου 84 δισεκ. ευρώ σε σχέση με την αρχή του Ιουνίου 2014. Την εν λόγω περίοδο υπήρχε μεγάλο ανεξόφλητο υπόλοιπο από τις πράξεις πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης διάρκειας τριών ετών και σταδιακά αποπληρωνόταν. Έκτοτε, η διάρκεια των πιστοδοτικών πράξεων του Ευρωσυστήματος έχει επιμηκυνθεί. Η μέση σταθμική διάρκεια αυξήθηκε από περίπου έξι μήνες που ήταν τον Ιούνιο του 2014 σε τρία έτη στο τέλος του 2016, κυρίως ως αποτέλεσμα των δύο σειρών στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης με αρχική διάρκεια έως και τέσσερα έτη.

Ο ευρωπαϊκός χρηματοπιστωτικός τομέας: βελτίωση της ανθεκτικότητας σε περιβάλλον χαμηλής κερδοφορίας

Το 2016 εντοπίστηκαν διάφοροι κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της ζώνης του ευρώ στην τακτική αξιολόγηση που διενεργεί η ΕΚΤ σχετικά με τους αναδυόμενους κινδύνους και την ανθεκτικότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Το συνολικό επίπεδο της συστημικής πίεσης στη ζώνη του ευρώ παρέμεινε ωστόσο περιορισμένο. Παρόλο που τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα αντιμετώπισαν συχνά συνθήκες χαμηλής κερδοφορίας, σε πολλές περιπτώσεις βελτίωσαν την ανθεκτικότητά τους αυξάνοντας π.χ. την κεφαλαιακή τους επάρκεια.

Το 2016 ήταν το δεύτερο πλήρες έτος κατά το οποίο η ΕΚΤ άσκησε τα καθήκοντά της στον τομέα της μακροπροληπτικής και μικροπροληπτικής εποπτείας, μετά την εγκαθίδρυση του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (ΕΕΜ), που περιλαμβάνει την ΕΚΤ και τις εθνικές αρμόδιες αρχές (ΕΑΑ) των χωρών της ζώνης του ευρώ, τον Νοέμβριο του 2014. Η ΕΚΤ συνέβαλε επίσης σε πολλές σημαντικές κανονιστικές πρωτοβουλίες και σε μέτρα που είχαν στόχο τη δημιουργία του τρίτου πυλώνα της τραπεζικής ένωσης, δηλαδή ενός ευρωπαϊκού συστήματος ασφάλισης των καταθέσεων.

Κίνδυνοι και ευπάθειες στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της ζώνης του ευρώ

Η ΕΚΤ αξιολογεί τις εξελίξεις όσον αφορά τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα στη ζώνη του ευρώ και τα χρηματοπιστωτικά συστήματα των χωρών της ΕΕ για να εντοπίζει τυχόν ευπάθειες και πηγές συστημικού κινδύνου. Κατά την εκτέλεση αυτού του καθήκοντος συνεργάζεται με τις άλλες κεντρικές τράπεζες του Ευρωσυστήματος και του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών. Η εμφάνιση πιθανών συστημικών κινδύνων στο χρηματοπιστωτικό σύστημα αντιμετωπίζεται μέσω μακροπροληπτικών πολιτικών.

Η ΕΚΤ παρουσιάζει την ανάλυση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας που διενεργεί στην εξαμηνιαία έκδοση Financial Stability Review.[60] Επίσης, η ΕΚΤ παρέχει αναλυτική υποστήριξη στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου στον τομέα της ανάλυσης της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.

Περιστασιακές αναταράξεις στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές το 2016 και ανησυχίες για τις προοπτικές κερδοφορίας των τραπεζών της ζώνης του ευρώ

Το συνολικό επίπεδο συστημικής πίεσης στη ζώνη του ευρώ παρέμεινε περιορισμένο στη διάρκεια του 2016, παρά κάποιες περιστασιακές αναταράξεις στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές. Αυτές περιλάμβαναν την επιδείνωση του κλίματος στις αγορές γύρω στην αρχή του έτους, η οποία πυροδοτήθηκε από τη μεταβλητότητα των τιμών των μετοχών στην Κίνα και από ανησυχίες σχετικά με τις αναδυόμενες αγορές και, αργότερα, την πολιτική αβεβαιότητα που επικράτησε μετά τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος στο Ηνωμένο Βασίλειο για την παραμονή της χώρας στην ΕΕ και των προεδρικών εκλογών στις ΗΠΑ. Οι τιμές των τραπεζικών μετοχών στη ζώνη του ευρώ παρουσίασαν κατά περιόδους υψηλή μεταβλητότητα το 2016, η οποία συνολικά συνέβαλε στην αύξηση του εκτιμώμενου κόστους χρηματοδότησης μέσω της έκδοσης μετοχών. Μεταξύ των κύριων λόγων για το γεγονός αυτό εξακολούθησαν να είναι οι ανησυχίες των αγορών σχετικά με τις προοπτικές κερδοφορίας των τραπεζών της ζώνης του ευρώ σε ένα περιβάλλον χαμηλής ανάπτυξης και χαμηλών επιτοκίων. Παράλληλα, η συνέχιση της διευκολυντικής νομισματικής πολιτικής και η υποχώρηση των ανησυχιών των αγορών σχετικά με την Κίνα περιόρισαν τις εξάρσεις της συστημικής πίεσης στη ζώνη του ευρώ και οι συνήθεις δείκτες συστημικής πίεσης στις τράπεζες, στις αγορές κρατικών ομολόγων και στις χρηματοπιστωτικές αγορές διατηρήθηκαν σε χαμηλά επίπεδα στο τέλος του 2016 (βλ. Διάγραμμα 30).

Διάγραμμα 30

Σύνθετοι δείκτες συστημικής πίεσης στις χρηματοπιστωτικές αγορές και στις αγορές κρατικών ομολόγων και πιθανότητα πτώχευσης δύο ή περισσότερων τραπεζικών ομίλων

(Ιαν. 2011 – Δεκ. 2016)

Πηγές: Bloomberg και υπολογισμοί της ΕΚΤ.
Σημείωση: Ως “πιθανότητα πτώχευσης δύο ή περισσότερων ΜΣΤΟ” νοείται η πιθανότητα ταυτόχρονων πτωχεύσεων στο δείγμα των 15 μεγάλων και σύνθετων τραπεζικών ομίλων (ΜΣΤΟ) σε ορίζοντα ενός έτους.

Σε αυτό το περιβάλλον, εντοπίστηκαν τέσσερις βασικοί κίνδυνοι που απειλούν τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της ζώνης του ευρώ στη διάρκεια του 2016 (βλ. Πίνακα 2). Η πιθανότητα επανατιμολόγησης των κινδύνων παγκοσμίως αυξήθηκε, δεδομένης της αυξημένης πολιτικής αβεβαιότητας, των ευπαθειών στις αναδυόμενες αγορές και της σχετικά χαμηλής τιμολόγησης των κινδύνων στις αγορές. Ταυτόχρονα, οι επενδυτές εξακολούθησαν να αυξάνουν τα επίπεδα κινδύνου στα χαρτοφυλάκιά τους, στο περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων. Όσον αφορά τις τιμές των περιουσιακών στοιχείων, οι αποδόσεις των εταιρικών ομολόγων παρέμειναν σε χαμηλά επίπεδα το 2016, ενώ ορισμένες χρηματιστηριακές αγορές εμφάνισαν ενδείξεις υπερτίμησης. Ενδείξεις υπερτίμησης άρχισαν επίσης να διαφαίνονται για τα οικιστικά και τα επαγγελματικά ακίνητα σε ορισμένες χώρες.

Πίνακας 2

Βασικοί κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της ζώνης του ευρώ, όπως επισημαίνονται στη Financial Stability Review του Νοεμβρίου 2016

Πηγή: ΕΚΤ.
* Το χρώμα δηλώνει το σωρευμένο επίπεδο κινδύνου, το οποίο είναι συνδυασμός της πιθανότητας υλοποίησης και της εκτιμώμενης από τους εμπειρογνώμονες της ΕΚΤ πιθανής συστημικής επίδρασης του αντίστοιχου κινδύνου τους 24 προσεχείς μήνες. Τα βέλη δηλώνουν την αύξηση (ή μη) του κινδύνου σε σχέση με την προηγούμενη Financial Stability Review.

Άλλες βασικές προκλήσεις το 2016 ήταν, από πολλές απόψεις, κληροδότημα της τραπεζικής κρίσης και της κρίσης δημόσιου χρέους. Ο τραπεζικός τομέας της ζώνης του ευρώ παρέμεινε ευάλωτος, παρά την ανθεκτικότητά του στις εντάσεις της αγοράς που περιγράφονται παραπάνω. Η ασθενής οικονομική ανάπτυξη και το σχετιζόμενο με αυτή περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων αποτέλεσαν πρόκληση για τις προοπτικές κερδοφορίας των τραπεζών στις προηγμένες οικονομίες (βλ. Διάγραμμα 31). Παρά τις προκλήσεις αυτές, οι τράπεζες έχουν ενισχύσει σημαντικά την κεφαλαιακή τους επάρκεια τα τελευταία χρόνια (όπως επιβεβαιώνεται και από τα αποτελέσματα της πανευρωπαϊκής άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων που διενέργησε η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών το 2016).

Διάγραμμα 31

Διάμεσος του δείκτη αποδοτικότητας ιδίων κεφαλαίων των τραπεζών στις μεγαλύτερες προηγμένες οικονομικές περιοχές

(2006-16, ποσοστά % ετησίως)

Πηγές: SNL Financial και υπολογισμοί της ΕΚΤ.
Σημείωση: Τα στοιχεία για το 2016 αφορούν το πρώτο εξάμηνο του έτους.

Σε ορισμένες χώρες της ζώνης του ευρώ, οι προοπτικές κερδοφορίας επηρεάστηκαν επίσης δυσμενώς από τα διαρθρωτικά πλεονάσματα παραγωγικού δυναμικού και την ατελή ακόμη προσαρμογή των επιχειρηματικών μοντέλων λειτουργίας στο περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων (βλ. Πλαίσιο 7).

Επιπλέον, το απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPL) εξακολούθησε να είναι υψηλό σε ορισμένες χώρες της ζώνης του ευρώ, γεγονός που δημιούργησε ανησυχίες σχετικά με τη μελλοντική κερδοφορία των τραπεζών και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα (βλ. Πλαίσιο 8). Εκτός αυτού, η μείωση του επιπέδου των μη εξυπηρετούμενων δανείων συνέχισε να προχωρεί με αργό ρυθμό. Σε επίπεδο τραπεζών, αυτό οφειλόταν, μεταξύ άλλων, στην ανεπαρκή λειτουργική ικανότητα, στην έλλειψη εμπειρίας όσον αφορά τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, στην κεφαλαιακή στενότητα και στη χαμηλή κερδοφορία. Επιπρόσθετα, η ταχεία επίλυση των μη εξυπηρετούμενων δανείων παρεμποδίστηκε από διαρθρωτικούς παράγοντες, όπως η αναποτελεσματική νομοθεσία περί αφερεγγυότητας, οι δυσλειτουργίες των δικαστικών συστημάτων, η έλλειψη εξωδικαστικής διευθέτησης, η ανεπαρκώς ανεπτυγμένη αγορά μη εξυπηρετούμενων δανείων, καθώς και λογιστικά και φορολογικά ζητήματα.[61]

Κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα στη διάρκεια του 2016 προήλθαν επίσης από παράγοντες εκτός του τραπεζικού τομέα. Πρώτον, αυξήθηκαν οι ανησυχίες σχετικά με τη βιωσιμότητα του χρέους του δημόσιου και του ιδιωτικού μη χρηματοπιστωτικού τομέα. Δεύτερον, αυξήθηκε επίσης η ανάληψη κινδύνων στον ταχέως αναπτυσσόμενο τομέα των αμοιβαίων κεφαλαίων επενδυτικού χαρακτήρα. Παρόλο που τα αμοιβαία κεφάλαια επενδυτικού χαρακτήρα της ζώνης του ευρώ διατήρησαν την ανθεκτικότητά τους στις εντάσεις της αγοράς, οι εκροές από κάποια αμοιβαία κεφάλαια ακινήτων στο Ηνωμένο Βασίλειο μετά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος κατέδειξαν τις ευπάθειες των αμοιβαίων κεφαλαίων ανοικτού τύπου (αμοιβαία κεφάλαια που μπορούν να εκδίδουν απεριόριστο αριθμό μεριδίων, ενώ οι επενδυτές έχουν τη δυνατότητα να εξαγοράζουν τα μερίδιά τους ανά πάσα στιγμή). Οι κίνδυνοι οξύνθηκαν λόγω του ότι το κανονιστικό πλαίσιο του τομέα αυτού δεν λαμβάνει υπόψη τη συστημική διάσταση και είναι συνεπώς δύσκολο να αποτραπεί η συσσώρευση κινδύνων σε ολόκληρο τον τομέα.

Η διαρθρωτική ανάλυση του ευρύτερου χρηματοπιστωτικού τομέα της ζώνης του ευρώ, συμπεριλαμβανομένων των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και των ταμείων συντάξεων, καθώς και οντοτήτων του σκιώδους τραπεζικού συστήματος, επιβεβαιώνει τη συνεχιζόμενη επέκταση του μη τραπεζικού χρηματοπιστωτικού τομέα το 2016.[62] Παράλληλα, ο τραπεζικός τομέας συνέχισε να στρέφεται προς πιο παραδοσιακές εργασίες το 2016. Η μετατόπιση από την άντληση πόρων μέσω της κεντρικής τράπεζας και μέσω των αγορών χονδρικής προς τη χρηματοδότηση μέσω καταθέσεων συνοδεύθηκε από μείωση της μόχλευσης.

Πλαίσιο 7 Ποικιλομορφία των επιχειρηματικών μοντέλων λειτουργίας των τραπεζών και προσαρμογή στο περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων

Η ατελής προσαρμογή των επιχειρηματικών μοντέλων λειτουργίας των τραπεζών στο περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων αποτελεί βασικό παράγοντα που ευθύνεται για τη χαμηλή κερδοφορία των τραπεζών στη ζώνη του ευρώ. Πριν από τη χρηματοπιστωτική κρίση τα κέρδη των τραπεζών ενισχύονταν από την υψηλή μόχλευση, τη φθηνή άντληση πόρων μέσω των αγορών χονδρικής και την ανάληψη κινδύνων σε σχέση με δάνεια για την αγορά ακινήτων ή τιτλοποιήσεις. Η κρίση κατέδειξε ότι ορισμένες από αυτές τις στρατηγικές δεν ήταν διατηρήσιμες. Οι αλλαγές που επέφερε η κρίση στην προθυμία ανάληψης κινδύνων εκ μέρους των τραπεζών και των επενδυτών και στο κανονιστικό πλαίσιο ώθησαν σε αναμόρφωση των επιχειρηματικών μοντέλων λειτουργίας των τραπεζών. Οι τράπεζες μείωσαν το μέγεθος των ισολογισμών τους, ενίσχυσαν την κεφαλαιακή τους βάση και στράφηκαν στις κύριες τραπεζικές εργασίες, περιορίζοντας τις δραστηριότητες που ενέχουν υψηλότερο κίνδυνο. Στη ζώνη του ευρώ οι εξελίξεις αυτές οδήγησαν συνολικά σε μετατόπιση από τις δραστηριότητες επενδυτικής και χονδρικής τραπεζικής προς πιο παραδοσιακές εργασίες λιανικής τραπεζικής (βλ. Διάγραμμα Α).[63]

Διάγραμμα A

Μεταβολές στα κύρια χαρακτηριστικά των επιχειρηματικών μοντέλων σημαντικών τραπεζικών ομίλων της ΕΕ μετά την κρίση

(2001-14, δείκτης: 2007 = 100)

Πηγές: Bloomberg, SNL Financial και υπολογισμοί της ΕΚΤ.
Σημειώσεις: Ο δείκτης βασίζεται στη διάμεσο τιμή για κάθε λόγο. Ο λόγος εργασιών λιανικής μετρείται ως ο λόγος των καταθέσεων πελατών συν τα (καθαρά) δάνεια πελατών προς το σύνολο του ενεργητικού.

Συχνά διατυπώνεται η άποψη ότι περαιτέρω προσαρμογή των επιχειρηματικών μοντέλων προς υψηλότερα έσοδα από αμοιβές και προμήθειες θα μπορούσε να στηρίξει την κερδοφορία των τραπεζών σε ένα περιβάλλον χαμηλής ανάπτυξης και χαμηλών επιτοκίων. Ωστόσο, μια προσεκτικότερη εξέταση φανερώνει ότι η επιτυχία μιας τέτοιας στρατηγικής είναι πιθανόν να εξαρτάται από το συγκεκριμένο επιχειρηματικό μοντέλο λειτουργίας μιας τράπεζας και, κατά συνέπεια, από το είδος των εσόδων από αμοιβές και προμήθειες που έχει τη δυνατότητα να αποφέρει.[64]

Τα επιχειρηματικά μοντέλα λειτουργίας των τραπεζών μπορούν να ταξινομηθούν ανάλογα με τη στάθμιση των διαφόρων δραστηριοτήτων στους ισολογισμούς των τραπεζών. Από ανάλυση της ΕΚΤ προκύπτει ότι το μέγεθος μιας τράπεζας, τα μη εγχώρια ανοίγματα και η σύνθεση των πηγών χρηματοδότησής της αποτελούν βασικούς προσδιοριστικούς παράγοντες των επιχειρηματικών μοντέλων λειτουργίας (βλ. Διάγραμμα Β).[65] Προκύπτει επίσης ότι κατηγορίες όπως τράπεζες-θεματοφύλακες (custodian banks), ιδρύματα λιανικής τραπεζικής (retail lenders), τράπεζες γενικών εργασιών (universal banks), εξειδικευμένες (specialised) ή κλαδικά εξειδικευμένες τράπεζες (sectoral lenders) και μεγάλες διεθνείς τράπεζες, όπως οι τράπεζες παγκόσμιου συστημικού ενδιαφέροντος (global systemically important banks – G-SIB), είναι χρήσιμες για την εκτίμηση της επίδρασης ποικίλων παραγόντων στον τραπεζικό τομέα (βλ. Διάγραμμα Γ) ή για τη διενέργεια συγκρίσεων συγκροτώντας ομάδες ομοειδών ιδρυμάτων με βάση το επιχειρηματικό μοντέλο λειτουργίας στο πλαίσιο της τραπεζικής εποπτείας.

Όσον αφορά την αλληλεπίδραση μεταξύ εσόδων από αμοιβές και προμήθειες και επιχειρηματικών μοντέλων λειτουργίας, μπορούν να γίνουν διάφορες επισημάνσεις με βάση πρόσφατη ανάλυση της ΕΚΤ. Πρώτον, οι τράπεζες-θεματοφύλακες και οι διαχειριστές ενεργητικού (asset managers) είναι οι κατηγορίες οι περισσότερο προσανατολισμένες προς τα έσοδα από αμοιβές και προμήθειες, λόγω του υψηλού βαθμού συγκέντρωσης των σχετικών δραστηριοτήτων που χαρακτηρίζουν το επιχειρηματικό μοντέλο λειτουργίας τους (βλ. Διάγραμμα Β). Ενώ οι τράπεζες γενικών εργασιών και εργασιών λιανικής αντλούν συνήθως το 1/4 περίπου των εσόδων τους από αμοιβές και προμήθειες, τα εν λόγω έσοδα έχουν ελάχιστη σημασία για τις εξειδικευμένες τράπεζες.[66] Πράγματι, οι τράπεζες αυτές ίσως να είναι λιγότερο σε θέση να αυξήσουν σημαντικά τα έσοδά τους από αμοιβές και προμήθειες λόγω του συγκεκριμένου επιχειρηματικού μοντέλου λειτουργίας τους.

Διάγραμμα Β

Διάρθρωση ισολογισμού διαφορετικών επιχειρηματικών μοντέλων

(2014, λόγοι και ποσοστά % του συνόλου του ενεργητικού και του παθητικού ή του συνόλου των λειτουργικών εσόδων)

Πηγές: Bankscope, Bloomberg, SNL Financial και υπολογισμοί της ΕΚΤ.
Σημειώσεις: Τα στοιχεία έχουν ληφθεί από τους ισολογισμούς 113 σημαντικών ιδρυμάτων που υπόκεινται στην εποπτεία της ΕΚΤ. Το διάγραμμα δείχνει τις διαμέσους των μεταβλητών που χρησιμοποιήθηκαν για τον προσδιορισμό των ομάδων (clusters) για καθεμία από τις επτά ομάδες που προσδιορίστηκαν για το 2014.

Δεύτερον, από το 2012 τα έσοδα από αμοιβές και προμήθειες έχουν αυξηθεί για πολλές τράπεζες (βλ. Διάγραμμα Γ). Για τις τράπεζες-θεματοφύλακες και τους διαχειριστές ενεργητικού, καθώς και για τις τράπεζες γενικών εργασιών, η αύξηση των εσόδων από αμοιβές και προμήθειες αντιστάθμισε τα χαμηλότερα καθαρά έσοδα από τόκους στη διάρκεια της περιόδου παρατήρησης. Οι τράπεζες με άλλα επιχειρηματικά μοντέλα λειτουργίας κατέγραψαν θετικούς ρυθμούς αύξησης τόσο των εσόδων από αμοιβές και προμήθειες όσο και των καθαρών εσόδων από τόκους, γεγονός που υποδηλώνει ότι η δημιουργία εσόδων από αμοιβές και προμήθειες είναι πιθανώς στενά συνδεδεμένη με τις γενικές επιχειρηματικές τους δραστηριότητες. Έτσι, το κατά πόσον τα έσοδα από αμοιβές και προμήθειες και τα καθαρά έσοδα από τόκους μπορούν να θεωρηθούν ότι συμπληρώνουν ή ότι υποκαθιστούν το ένα το άλλο εξαρτάται από το επιχειρηματικό μοντέλο λειτουργίας της τράπεζας και από την πηγή από την οποία προέρχονται τα έσοδα από αμοιβές και προμήθειες.

Διάγραμμα Γ

Μεταβολές των καθαρών εσόδων από τόκους και των καθαρών εσόδων από αμοιβές και προμήθειες για σημαντικά ιδρύματα κατά επιχειρηματικό μοντέλο

(μεταβολή σε ποσοστιαίες μονάδες των καθαρών εσόδων από τόκους και από αμοιβές και προμήθειες επί του συνολικού ενεργητικού κατά την περίοδο 2012‑15)

Πηγές: ΕΚΤ και SNL Financial.
Σημειώσεις: Το δείγμα καλύπτει 94 σημαντικά ιδρύματα εποπτευόμενα από την ΕΚΤ. Στις “τράπεζες γενικών εργασιών” συμπεριλαμβάνονται οι G-SIB που είναι τράπεζες γενικών εργασιών, ενώ στις “G-SIB” δεν περιλαμβάνονται οι τράπεζες αυτές.

Τρίτον, εξετάζοντας τις εξελίξεις αυτές από τη σκοπιά της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, φαίνεται ότι η ανθεκτικότητα των εσόδων από αμοιβές και προμήθειες στις δυσμενείς μακροοικονομικές εξελίξεις διαφέρει μεταξύ των επιχειρηματικών μοντέλων λειτουργίας.[67] Οι ποικίλοι τρόποι δημιουργίας εσόδων από αμοιβές και προμήθειες υποδηλώνουν ότι αυτά συνιστούν ενδεχομένως πιο ευμετάβλητη πηγή εσόδων για τις τράπεζες μεγάλων επιχειρηματικών δανείων (corporate/wholesale lenders), τις κλαδικά εξειδικευμένες τράπεζες και τα ιδρύματα λιανικής τραπεζικής, καθώς και για τις τράπεζες γενικών εργασιών, παρά για τις τράπεζες με διαφοροποιημένα χαρτοφυλάκια (diversified lenders) και τις G-SIB. Επομένως, ενώ η αύξηση των εσόδων από αμοιβές και προμήθειες βοήθησε τα τελευταία χρόνια ορισμένες από αυτές τις κατηγορίες επιχειρηματικών μοντέλων να διαφοροποιήσουν τις πηγές εσόδων, ενδέχεται να παρουσιάσει σημαντική υποχώρηση κάτω από δυσμενέστερες συνθήκες.

Τέλος, ενώ κάποιες τράπεζες “μετατάχθηκαν” σε διαφορετικά επιχειρηματικά μοντέλα από το 2007 έως το 2014, οι περισσότερες από αυτές παρέμειναν στην ίδια ομάδα.[68] Τα επιχειρηματικά μοντέλα λειτουργίας των τραπεζών επομένως τείνουν να είναι σχετικά δύσκαμπτα και δεν μπορούν να προσαρμοστούν ομαλά σε ένα μεταβαλλόμενο περιβάλλον ή εν αναμονή εντάσεων. Ιδιαίτερες συνέπειες για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα είναι δυνατόν να προκύψουν αν κάποιες ομάδες τραπεζών επηρεάζονται περισσότερο από τη συστημική πίεση σε σχέση με άλλες. Αυτό, εν συνεχεία, θα μπορούσε να οδηγήσει σε συγκέντρωση συστημικού κινδύνου.

Η μακροπροληπτική λειτουργία της ΕΚΤ

Η αρμοδιότητα λήψης αποφάσεων για μακροπροληπτικά μέτρα στη ζώνη του ευρώ κατανέμεται μεταξύ των εθνικών αρχών και της ΕΚΤ. Οι εθνικές αρχές διατηρούν την εξουσία να εφαρμόζουν μακροπροληπτικά μέτρα, αλλά η ΕΚΤ έχει την εξουσία να επιβάλλει πρόσθετα μέτρα προς αυτά που λαμβάνουν οι εθνικές αρχές για όσα μακροπροληπτικά μέσα πολιτικής της έχουν ανατεθεί μέσω της νομοθεσίας της ΕΕ. Αυτή η ασυμμετρία των εξουσιών αντανακλά τον ρόλο που πρέπει να διαδραματίσει η ΕΚΤ ώστε να ξεπεραστεί πιθανή τάση υπέρ της αδράνειας (inaction bias) σε εθνικό επίπεδο.

Το 2016 η ΕΚΤ και οι εθνικές αρχές συνέχισαν να διεξάγουν εκτεταμένες συνομιλίες, τόσο σε τεχνικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο πολιτικής, σχετικά με τη χρήση των μακροπροληπτικών μέσων πολιτικής. Οι συζητήσεις αυτές είχαν σκοπό την αξιολόγηση της επάρκειας της κατεύθυνσης της μακροπροληπτικής πολιτικής σε όλες τις χώρες που υπόκεινται στην ευρωπαϊκή τραπεζική εποπτεία.

Η μακροπροληπτική πολιτική στη διάρκεια του 2016

Στη διάρκεια του 2016 η ΕΚΤ ενίσχυσε τον συντονιστικό της ρόλο στη μακροπροληπτική πολιτική και την εξωτερική της επικοινωνία σε συναφή θέματα, ώστε να βελτιώσει τη διαφάνεια και να τονίσει τον σημαντικό ρόλο που διαδραματίζει η μακροπροληπτική πολιτική. Το Διοικητικό Συμβούλιο δημοσίευσε την πρώτη του δήλωση σχετικά με τις μακροπροληπτικές πολιτικές κατόπιν συζητήσεων στο Φόρουμ Μακροπροληπτικής Εποπτείας (Macroprudential Forum), το οποίο απαρτίζεται από τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου και του Εποπτικού Συμβουλίου της ΕΚΤ. Επιπλέον, τα δύο πρώτα τεύχη του Μακροπροληπτικού Δελτίου (Macroprudential Bulletin) της ΕΚΤ δημοσιεύθηκαν τον Μάρτιο και τον Οκτώβριο. Στόχος του δελτίου αυτού είναι να ενισχύει τη διαφάνεια της μακροπροληπτικής πολιτικής, να ενημερώνει για την εν εξελίξει έρευνα σε θέματα μακροπροληπτικής πολιτικής και να εξηγεί πώς τα αποτελέσματα της έρευνας εφαρμόζονται από την ΕΚΤ στη χάραξη της συναφούς πολιτικής. Το πρώτο τεύχος του δελτίου ανέλυε επίσης το πλαίσιο μακροπροληπτικής πολιτικής της ΕΚΤ και πώς αυτό σχετίζεται με άλλα όργανα και διεργασίες μακροπροληπτικής εποπτείας στην ΕΕ.[69]

Η ΕΚΤ επιτέλεσε επίσης την εντολή που της έχει ανατεθεί βάσει της νομοθεσίας να αξιολογεί τις αποφάσεις μακροπροληπτικής εποπτείας των εθνικών αρχών στις χώρες οι οποίες υπόκεινται στην ευρωπαϊκή τραπεζική εποπτεία. Πάνω από 100 τέτοιες αποφάσεις της κοινοποιήθηκαν, η πλειοψηφία των οποίων αφορούσε τον καθορισμό αντικυκλικών κεφαλαιακών αποθεμάτων ασφαλείας, καθώς και τον προσδιορισμό των συστημικά σημαντικών πιστωτικών ιδρυμάτων και του ποσοστού των κεφαλαιακών αποθεμάτων ασφαλείας για αυτά. Επιπρόσθετα, στην ΕΚΤ κοινοποιήθηκαν αποφάσεις σχετικά με την εφαρμογή των κατώτατων ορίων των κεφαλαιακών αποθεμάτων ασφαλείας συστημικού κινδύνου και των συντελεστών στάθμισης κινδύνου σε ορισμένες χώρες.

Σε τριμηνιαία βάση, και οι 19 χώρες της ζώνης του ευρώ αξιολογούν τους κυκλικούς συστημικούς κινδύνους και καθορίζουν το ποσοστό του αντικυκλικού κεφαλαιακού αποθέματος ασφαλείας. Οι κυκλικοί συστημικοί κίνδυνοι εξακολουθούν να είναι συγκρατημένοι στις περισσότερες χώρες της ζώνης του ευρώ. Το Διοικητικό Συμβούλιο συμφώνησε με τις αποφάσεις των εθνικών αρχών σχετικά με τα αντικυκλικά κεφαλαιακά αποθέματα ασφαλείας. Ειδικότερα, λόγω της σημαντικής συσσώρευσης κυκλικών συστημικών κινδύνων στη Σλοβακία, αποφασίστηκε να οριστεί το αντικυκλικό κεφαλαιακό απόθεμα ασφαλείας στην εν λόγω χώρα σε 0,5% από 1.8.2017.

Το 2016 η ΕΚΤ, οι εθνικές αρχές και το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΣΧΣ), κατόπιν διαβούλευσης με την Επιτροπή Τραπεζικής Εποπτείας της Βασιλείας (BCBS), επικαιροποίησαν την αξιολόγηση των τραπεζών παγκόσμιου συστημικού ενδιαφέροντος (global systemically important banks – G-SIB) στις χώρες της ζώνης του ευρώ. Βάσει του αποτελέσματος της αξιολόγησης, οκτώ τράπεζες στη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιταλία, την Ολλανδία και την Ισπανία ταξινομήθηκαν στις διεθνώς συμφωνημένες κατηγορίες 1 και 3 των G-SIB, οι οποίες συνεπάγονται ποσοστά κεφαλαιακών αποθεμάτων ασφαλείας 1,0% και 2,0% αντίστοιχα.[70] Αυτά τα νέα ποσοστά των αποθεμάτων ασφαλείας θα ισχύουν από 1.1.2018 και προβλέπεται περίοδος σταδιακής εφαρμογής. Οι κατάλογοι των G-SIB και των λοιπών συστημικά σημαντικών ιδρυμάτων (O-SII), καθώς και τα ποσοστά των αποθεμάτων ασφαλείας επανεξετάζονται σε ετήσια βάση.

Οι εθνικές αρχές έλαβαν επίσης αποφάσεις για τα κεφαλαιακά αποθέματα ασφαλείας των 110 O-SII. Τα ποσοστά των αποθεμάτων ασφαλείας που αποφασίστηκαν συμβαδίζουν με τη νέα μεθοδολογία της ΕΚΤ για την αξιολόγηση των αποθεμάτων ασφαλείας των O-SII.[71] Όλα τα O-SII που προσδιορίστηκαν θα έχουν αυστηρά θετικό ποσοστό κεφαλαιακών αποθεμάτων ασφαλείας από το 2019.

Ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων για μακροπροληπτικούς σκοπούς

Στο πλαίσιο της μακροπροληπτικής λειτουργίας της και παράλληλα με την ενεργό συμμετοχή της στην πανευρωπαϊκή εποπτική άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων που διεξήχθη το 2016, η ΕΚΤ διεύρυνε την άσκηση αυτή για μακροπροληπτικούς σκοπούς.[72] Ενώ η εποπτική άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων επικεντρώνεται στην εκτίμηση της άμεσης επίδρασης στη φερεγγυότητα των επιμέρους τραπεζών, η διεύρυνσή της για μακροπροληπτικούς σκοπούς αποσκοπούσε στον ποσοτικό προσδιορισμό των πιθανών δευτερογενών μακροοικονομικών επιδράσεων σε περίπτωση υλοποίησης των σεναρίων. Η μελέτη βασίστηκε σε ένα εννοιολογικό πλαίσιο που ανέπτυξαν εμπειρογνώμονες της ΕΚΤ, μέσω του οποίου θα προσδιοριστούν τα μέτρα μακροπροληπτικής πολιτικής.[73]

Το πρώτο βήμα ήταν να εκτιμηθεί η επίδραση μεταβολών του συνολικού υπολοίπου των τραπεζικών δανείων στη φερεγγυότητα των τραπεζών, εξαλείφοντας έτσι μέρος της ασυνέπειας που προέκυψε από την υπόθεση στατικού ισολογισμού η οποία χρησιμοποιήθηκε στη μεθοδολογία της πανευρωπαϊκής άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων. Σε επόμενο βήμα, εκτιμήθηκαν οι δευτερογενείς επιδράσεις στις μακροοικονομικές μεταβλητές. Αυτές αφορούν τις πιθανές προσαρμογές των τραπεζών σε περίπτωση που, στο πλαίσιο του δυσμενούς σεναρίου, ο δείκτης κεφαλαιακής τους επάρκειας θα μειωνόταν κάτω από ένα προκαθορισμένο επίπεδο-στόχο. Το μέγεθός τους εξαρτάται από την ακολουθούμενη στρατηγική προσαρμογής: όσο μεγαλύτερη είναι η προσαρμογή που πραγματοποιείται μέσω αύξησης κεφαλαίου με έκδοση μετοχών, τόσο μικρότερη είναι η δευτερογενής μακροοικονομική επίπτωση.

Πέρα από την ενδογενή αντίδραση του τραπεζικού τομέα στις υποθετικές εντάσεις, με τη διεύρυνση της άσκησης προσομοίωσης για μακροπροληπτικούς σκοπούς εξετάστηκαν δύο πρόσθετοι δίαυλοι μέσω των οποίων οι δευτερογενείς επιδράσεις των εντάσεων μπορούν να περιορίσουν περαιτέρω τη φερεγγυότητα των τραπεζών, δηλαδή οι διασυνδέσεις των τραπεζών και η διάχυση των αρνητικών επιδράσεων σε άλλους τομείς μέσω των μετοχών που διακρατούν. Από την άσκηση προέκυψε το συμπέρασμα ότι η άμεση μετάδοση των αρνητικών επιδράσεων μέσω των διατραπεζικών αγορών χρήματος αναμένεται να είναι περιορισμένη, ενώ η διάχυση σε άλλους τομείς θα επηρέαζε κατά κύριο λόγο μη τραπεζικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, ιδίως αμοιβαία κεφάλαια επενδυτικού χαρακτήρα και ταμεία συντάξεων.

Συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου

Η ΕΚΤ εξακολούθησε να παρέχει αναλυτική, στατιστική, υλικοτεχνική και διοικητική υποστήριξη στη Γραμματεία του ΕΣΣΚ, η οποία είναι επιφορτισμένη με τις καθημερινές εργασίες του ΕΣΣΚ. Η Επιτροπή Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας της ΕΚΤ εκπόνησε από κοινού με τη Συμβουλευτική Επιστημονική Επιτροπή και τη Συμβουλευτική Τεχνική Επιτροπή του ΕΣΣΚ έκθεση σχετικά με τα ζητήματα μακροπροληπτικής πολιτικής που απορρέουν από τα χαμηλά επιτόκια και τις διαρθρωτικές αλλαγές στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της ΕΕ.[74] Η έκθεση διερευνά τους δυνητικούς κινδύνους που ανακύπτουν σε ένα περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων σε όλους τους χρηματοπιστωτικούς τομείς και επισημαίνει πιθανές ενέργειες μακροπροληπτικής πολιτικής για την αντιμετώπισή τους. Εκτός από τις τράπεζες, καλύπτει και άλλες κατηγορίες χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, χρηματοπιστωτικές αγορές και υποδομές των αγορών, γενικότερα ζητήματα που αφορούν ολόκληρο το χρηματοπιστωτικό σύστημα και αλληλεπιδράσεις με την ευρύτερη οικονομία.

Η ΕΚΤ παρείχε επίσης υποστήριξη στο ΕΣΣΚ κατά τη δημοσίευση οκτώ ειδικών ανά χώρα προειδοποιήσεων για ευπάθειες του τομέα των οικιστικών ακινήτων στις 28.11.2016, αναλύοντας δείκτες ανισορροπιών και αναπτύσσοντας υποδείγματα υπερτίμησης. Οι ευπάθειες που εντοπίστηκαν αφορούσαν την αυξανόμενη δανειακή επιβάρυνση των νοικοκυριών και την ικανότητά τους να αποπληρώσουν τα στεγαστικά τους δάνεια, καθώς και την αποτίμηση ή τη δυναμική των τιμών των οικιστικών ακινήτων. Ανεξάρτητα από την ανάλυση αυτή, απαιτείται περαιτέρω κάλυψη των κενών στα στοιχεία που αφορούν τα ακίνητα, όπως διατυπώνεται σε σύσταση του ΕΣΣΚ, η οποία παρέχει εναρμονισμένους ορισμούς αναγκαίους για τη συλλογή στοιχείων που αφορούν τους τομείς τόσο των οικιστικών όσο και των επαγγελματικών ακινήτων.

Η μικροπροληπτική λειτουργία της ΕΚΤ

Το 2016 ήταν το δεύτερο πλήρες έτος λειτουργίας για την Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ. Καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, οι δραστηριότητες στον τομέα αυτόν συνέχισαν να συμβάλλουν στη σταθερότητα του ευρωπαϊκού τραπεζικού τομέα και σε ίσους όρους ανταγωνισμού για όλες τις τράπεζες στη ζώνη του ευρώ.

Η ΕΚΤ εξειδίκευσε περαιτέρω τη διαδικασία εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης (Supervisory Review and Evaluation Process – SREP) για τους τραπεζικούς ομίλους τους οποίους εποπτεύει άμεσα, δημοσιεύοντας προσδοκίες υψηλού επιπέδου σχετικά με τις εσωτερικές διαδικασίες αξιολόγησης της κεφαλαιακής επάρκειας και της επάρκειας ρευστότητας των τραπεζών, καθώς και σύσταση σχετικά με τις πολιτικές διανομής μερισμάτων των τραπεζών. Επιπλέον, έλαβε υπόψη διευκρινίσεις από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (EAT). Οι πρόσθετες εποπτικές κεφαλαιακές απαιτήσεις περιλαμβάνουν πλέον δύο συνιστώσες: τις απαιτήσεις τις οποίες οι τράπεζες υποχρεούνται να εκπληρώνουν και να τηρούν διαρκώς και τις κατευθύνσεις, η μη συμμόρφωση με τις οποίες δεν θα επέσυρε αυτομάτως τη λήψη εποπτικών μέτρων, αλλά θα αποτελούσε αφορμή για αξιολόγηση της συγκεκριμένης περίπτωσης και, ενδεχομένως, για λήψη μέτρων για την εν λόγω τράπεζα. Στη διαδικασία εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης του 2016, οι κατευθύνσεις αντανακλούσαν τα αποτελέσματα της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων που διενέργησε η ΕΑΤ. Συνολικά, οι κεφαλαιακές ανάγκες παρέμειναν σε γενικές γραμμές σταθερές, χωρίς να επηρεαστούν από την αλλαγή της μεθοδολογίας.

Τα λιγότερο σημαντικά ιδρύματα (ΛΣΙ) εποπτεύονται από τις εθνικές αρμόδιες αρχές (ΕΑΑ) υπό την επίβλεψη της ΕΚΤ. Η ΕΚΤ ακολουθεί αναλογική κινδυνοκεντρική (risk-based) προσέγγιση για την επίβλεψη των ΛΣΙ, η οποία συμπληρώνεται με τομεακή παρακολούθηση, προκειμένου να αποτυπώνονται οι διασυνδέσεις μεταξύ των ΛΣΙ. Η ΕΚΤ και οι ΕΑΑ συνέχισαν να αναπτύσσουν κοινά πρότυπα για την εποπτεία των ΛΣΙ, π.χ. θεσπίζοντας την κοινή παρακολούθηση των θεσμικών συστημάτων προστασίας[75] που καλύπτουν τόσο τα σημαντικά ιδρύματα (ΣΙ) όσο και τα ΛΣΙ.

Η ευρωπαϊκή τραπεζική εποπτεία εναρμόνισε περαιτέρω την άσκηση των εθνικών επιλογών και διακριτικών ευχερειών που προβλέπονται στην ευρωπαϊκή νομοθεσία περί προληπτικής εποπτείας. Αυτό αποτελεί σημαντικό βήμα προς τη διασφάλιση συνεπούς εποπτείας και ίσων όρων ανταγωνισμού για τα ΣΙ και τα ΛΣΙ. Παρ’ όλα αυτά, το κανονιστικό πλαίσιο στη ζώνη του ευρώ εξακολουθεί να είναι κατακερματισμένο σε ορισμένες περιπτώσεις. Δεδομένου του στόχου για μια ευρωπαϊκή τραπεζική ένωση, απαιτείται περαιτέρω εναρμόνιση.

Στο πλαίσιο της χαμηλής κερδοφορίας που παρατηρείται στον ευρωπαϊκό τραπεζικό τομέα, η ΕΚΤ εξέτασε τα επιχειρηματικά μοντέλα λειτουργίας των τραπεζών και τους παράγοντες κερδοφορίας και ξεκίνησε σχετικό θεματικό έλεγχο. Επίσης, η ΕΚΤ κατήρτισε έγγραφο κατευθύνσεων για τις τράπεζες σχετικά με τον τρόπο αντιμετώπισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, που παραμένουν σε υψηλά επίπεδα σε κάποια τμήματα της ζώνης του ευρώ. Τον Ιούνιο η ΕΚΤ δημοσίευσε εποπτική δήλωση σχετικά με τη διακυβέρνηση και τη διάθεση ανάληψης κινδύνου των τραπεζών, στην οποία περιγράφονται οι εποπτικές προσδοκίες. Ξεκίνησε επίσης στοχευμένο έλεγχο των εσωτερικών υποδειγμάτων των τραπεζών, προέβη σε καταγραφή των κινδύνων που συνδέονται με τα συστήματα πληροφορικής και συνέταξε έγγραφο κατευθύνσεων σχετικά με τις μοχλευμένες συναλλαγές.

Η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ αύξησε επίσης τη συμμετοχή της σε διεθνή όργανα αποκτώντας ιδιότητα μέλους στην Ολομέλεια του Συμβουλίου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.

Αναλυτικότερες πληροφορίες σχετικά με την Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ είναι διαθέσιμες στην Ετήσια Έκθεση της ΕΚΤ για την εποπτική δραστηριότητα 2016.

Η συμβολή της ΕΚΤ σε κανονιστικές πρωτοβουλίες

Το 2016 η ΕΚΤ συνέβαλε στη διαμόρφωση του κανονιστικού πλαισίου σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο. Πρωταρχικός της στόχος ήταν να διασφαλίσει ότι το κανονιστικό πλαίσιο λαμβάνει καταλλήλως υπόψη τόσο τη μακροπροληπτική όσο και τη μικροπροληπτική προσέγγιση και ότι θα προκύψει ένα πλαίσιο το οποίο θα στηρίζει τη σταθερότητα των επιμέρους ιδρυμάτων και όλου του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Τα βασικά θέματα κανονιστικής φύσεως για την ΕΚΤ το 2016 περιλάμβαναν: (α) την οριστικοποίηση των διεθνών προτύπων κεφαλαιακής επάρκειας και ρευστότητας για τις τράπεζες (Βασιλεία III), (β) την αναθεώρηση του μικροπροληπτικού και μακροπροληπτικού κανονιστικού πλαισίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση (κανονισμός και οδηγία για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις – CRR/CRD IV), (γ) την επίλυση του προβλήματος των συστημικά σημαντικών ιδρυμάτων (too big to fail) και (δ) τη δημιουργία ένωσης κεφαλαιαγορών για την Ευρωπαϊκή Ένωση και την ενίσχυση του κανονιστικού πλαισίου πέραν του τραπεζικού τομέα. Επιπλέον, η ΕΚΤ συνέβαλε στις συζητήσεις που συνεχίστηκαν το 2016 σχετικά με τη δημιουργία του τρίτου πυλώνα της τραπεζικής ένωσης, δηλαδή ενός ευρωπαϊκού συστήματος ασφάλισης των καταθέσεων.

Οριστικοποίηση των διεθνών προτύπων κεφαλαιακής επάρκειας και ρευστότητας για τις τράπεζες

Το 2016 η ΕΚΤ συμμετείχε σε μια σειρά πρωτοβουλιών που αποσκοπούσαν στην ολοκλήρωση της ρυθμιστικής αντιμετώπισης της χρηματοπιστωτικής κρίσης, στην οποία εντασσόταν και η συνολική αναθεώρηση του πλαισίου προληπτικής εποπτείας των τραπεζών που πραγματοποιείται κατά την τελευταία οκταετία από την Επιτροπή Τραπεζικής Εποπτείας της Βασιλείας (BCBS). Το πλαίσιο Βασιλεία III αποτελεί βασικό στοιχείο των μετά την κρίση μεταρρυθμίσεων και στόχος του είναι να διασφαλίζει επαρκή, διεθνώς συγκρίσιμα πρότυπα και να παρέχει στις τράπεζες κάποιο βαθμό βεβαιότητας ως προς τις κανονιστικές τους υποχρεώσεις για να τις βοηθήσει να προσαρμόσουν τα επιχειρηματικά μοντέλα λειτουργίας τους στο σημερινό περιβάλλον. Σε αυτή την κατεύθυνση, η ΕΚΤ συνέβαλε στη συνολική επισκόπηση της χρήσης των εσωτερικών υποδειγμάτων στο πλαίσιο της Βασιλείας για την κεφαλαιακή επάρκεια, μια άσκηση που στόχευε να περιορίσει την υπερβολική μεταβλητότητα του σταθμισμένου ως προς τον κίνδυνο ενεργητικού, που αποτελεί τη βάση των κεφαλαιακών απαιτήσεων. Επιπλέον, η ΕΚΤ παρείχε υποστήριξη στην Επιτροπή Τραπεζικής Εποπτείας της Βασιλείας (BCBS) και στην Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ) κατά τις εργασίες τους για την οριστικοποίηση του δείκτη μόχλευσης ως πρόσθετου εργαλείου σε σχέση με τις σταθμισμένες ως προς τον κίνδυνο κεφαλαιακές απαιτήσεις, ιδίως όσον αφορά τη βαθμονόμηση ενός επαρκούς ελάχιστου επιπέδου του δείκτη, καθώς επίσης και μιας πρόσθετης απαίτησης για τις τράπεζες παγκόσμιου συστημικού ενδιαφέροντος (global systemically important banks – G-SIB) βάσει διεθνώς εναρμονισμένου ορισμού. Τον Ιανουάριο του 2017 η Ομάδα των Διοικητών των Κεντρικών Τραπεζών και των Επικεφαλής των Αρχών Εποπτείας (GHOS), το επιβλέπον όργανο της BCBS, χαιρέτισε την πρόοδο που έχει σημειωθεί προς την ολοκλήρωση των μετά την κρίση κανονιστικών μεταρρυθμίσεων. Επισήμανε ωστόσο ότι θα χρειαστεί περισσότερος χρόνος για να οριστικοποιηθούν οι μεταρρυθμιστικές προτάσεις, προτού η GHOS μπορέσει να τις εξετάσει. Το έργο αυτό αναμένεται να ολοκληρωθεί στο εγγύς μέλλον.

Αναθεώρηση του μικροπροληπτικού και μακροπροληπτικού κανονιστικού πλαισίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Η ενσωμάτωση των συμφωνημένων διεθνών προτύπων στη νομοθεσία της ΕΕ, κυρίως μέσω της αναθεώρησης των CRR/CRD IV, ήταν μία από τις κύριες προκλήσεις κανονιστικής φύσεως το 2016 και θα συνεχίσει να είναι και τα επόμενα έτη. Η επανεξέταση των CRR/CRD IV θα εισαγάγει στο πλαίσιο της ΕΕ τον δείκτη μόχλευσης ως πρόσθετο κεφαλαιακό εργαλείο το οποίο συμπληρώνει το πλαίσιο των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο κεφαλαιακών απαιτήσεων, καθώς και τον δείκτη καθαρής σταθερής χρηματοδότησης, ο οποίος αποτελεί μακροπρόθεσμη απαίτηση ρευστότητας που συμπληρώνει τις υπάρχουσες βραχυπρόθεσμες απαιτήσεις που ορίζονται από τον δείκτη κάλυψης ρευστότητας. Εκτός αυτού, θέτοντας τα κατάλληλα κίνητρα για τις τράπεζες και τους υπαλλήλους τους, το νέο πλαίσιο θα συμβάλει επίσης στη σταθερότερη παροχή χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών προς την πραγματική οικονομία. Αυτή η επανεξέταση, η οποία αναμένεται να ολοκληρωθεί το 2017, αποτελεί μια σημαντική φάση της κανονιστικής μεταρρύθμισης που επιτελείται στην ΕΕ.

Μία άλλη σημαντική κανονιστική πρωτοβουλία στην οποία η ΕΚΤ είχε ουσιαστική συμβολή είναι η επανεξέταση του πλαισίου μακροπροληπτικής πολιτικής της ΕΕ που ξεκίνησε το 2016. Η ΕΚΤ υποστηρίζει τη συνολική επανεξέταση του πλαισίου μακροπροληπτικής πολιτικής με στόχο να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητά του. Το 2016 δημοσιεύθηκε η συμβολή της ΕΚΤ στη σχετική διαβούλευση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.[76] Εν προκειμένω η ΕΚΤ τόνισε ότι είναι σημαντικό το πλαίσιο που θα προκύψει να αντανακλά το νέο θεσμικό τοπίο, κυρίως την εγκαθίδρυση του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (ΕΕΜ), καθώς και να αναθεωρηθούν και να αποσαφηνιστούν οι συγκεκριμένες εξουσίες των αρχών μικροπροληπτικής και μακροπροληπτικής εποπτείας, να εξορθολογιστούν οι συμφωνίες συντονισμού μεταξύ των αρχών, να διευρυνθούν τα εργαλεία μακροπροληπτικής πολιτικής και να απλοποιηθεί ο μηχανισμός ενεργοποίησής τους, έτσι ώστε οι αρχές να είναι σε θέση να αντιμετωπίζουν τους συστημικούς κινδύνους εγκαίρως και αποτελεσματικά. Για τον σκοπό αυτό απαιτείται η διεξοδική αναθεώρηση της υφιστάμενης νομοθεσίας, επειδή το μακροπροληπτικό πλαίσιο που περιγράφεται στη δέσμη CRR/CRD IV και στον κανονισμό για το ΕΣΣΚ[77] προηγείται χρονικά της δημιουργίας της τραπεζικής ένωσης και συγκεκριμένα του ΕΕΜ.

Επίλυση του προβλήματος των συστημικά σημαντικών ιδρυμάτων (too big to fail)

Η αναθεώρηση του πλαισίου ανάκαμψης και εξυγίανσης των τραπεζών ήταν άλλη μία σημαντική κανονιστική πρωτοβουλία στην οποία συνέβαλε η ΕΚΤ το 2016. Στόχος της αναθεώρησης είναι να διασφαλιστεί ότι οι τράπεζες διαθέτουν επαρκή και αξιόπιστη ικανότητα απορρόφησης ζημιών και ότι το κόστος της εξυγίανσης βαρύνει τους μετόχους και τους δανειστές των τραπεζών και όχι τους φορολογουμένους. Έχει ήδη συμφωνηθεί μια νέα έννοια, η συνολική ικανότητα απορρόφησης ζημιών (total loss-absorbing capacity – TLAC), για τις G-SIB σε διεθνές επίπεδο. Παράλληλα, το πλαίσιο της ΕΕ εισήγαγε ελάχιστη απαίτηση για τα ίδια κεφάλαια και τις επιλέξιμες υποχρεώσεις (ΕΑΕΥ), η οποία ισχύει για όλα τα πιστωτικά ιδρύματα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ανεξάρτητα από το μέγεθός τους. Τόσο η TLAC όσο και η ΕΑΕΥ βελτιώνουν τη δυνατότητα εξυγίανσης των τραπεζών, διασφαλίζοντας έτσι τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και αποτρέποντας τόσο τον ηθικό κίνδυνο όσο και την υπέρμετρη επιβάρυνση των δημόσιων οικονομικών. Ωστόσο, οι δύο έννοιες αποκλίνουν μεταξύ τους όσον αφορά κάποια κύρια χαρακτηριστικά που μπορεί να δημιουργήσουν ασυνέπειες στο κανονιστικό πλαίσιο και πιθανές στρεβλώσεις του ανταγωνισμού. Από αυτή την άποψη, η εν εξελίξει αναθεώρηση της Οδηγίας για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των τραπεζών και άλλων συναφών νομοθετημάτων της ΕΕ αποτελεί ευκαιρία για την εφαρμογή του προτύπου TLAC στην Ευρώπη – τουλάχιστον για τις G-SIB – και για την περαιτέρω εναρμόνιση της ΕΑΕΥ σε όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ, διασφαλίζοντας έτσι ότι τα ιδρύματα που δραστηριοποιούνται σε παγκόσμια κλίμακα υπόκεινται σε ένα ομοιόμορφο σύνολο κανόνων σε όλες τις χώρες.

Κανονιστική ρύθμιση του χρηματοπιστωτικού συστήματος πέραν των τραπεζών

Είναι σημαντικό να υφίσταται επίσης το κατάλληλο κανονιστικό πλαίσιο για τα μη τραπεζικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Προς τον σκοπό αυτό, η ΕΚΤ συνέβαλε στις συζητήσεις για την ολοκλήρωση της Ενιαίας Αγοράς χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και κεφαλαίων, η οποία συνεπάγεται την εξασφάλιση πιο ισότιμης μεταχείρισης μεταξύ του τραπεζικού και του μη τραπεζικού τομέα και την επίτευξη πραγματικής προόδου όσον αφορά το Σχέδιο Δράσης για την ένωση κεφαλαιαγορών. Ο μεγαλύτερος επιμερισμός των χρηματοοικονομικών κινδύνων, η μεγαλύτερη διαφοροποίηση και ο αυξημένος ανταγωνισμός διασυνοριακά και μεταξύ τραπεζικών και μη τραπεζικών ιδρυμάτων αποφέρουν οικονομικά οφέλη. Πράγματι, οι κεφαλαιαγορές μπορούν να αποτελέσουν σημαντικό συμπλήρωμα των τραπεζών όσον αφορά την παροχή χρηματοδότησης προς την οικονομία. Ταυτόχρονα, τέτοιες εξελίξεις έχουν αναπόφευκτα συνέπειες για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και ενδέχεται να δημιουργήσουν νέους κινδύνους.

Το 2016 η ΕΚΤ συνέχισε να στηρίζει τα βήματα για τη επιτάχυνση της δημιουργίας της ένωσης κεφαλαιαγορών. Μια πλήρως ανεπτυγμένη ένωση κεφαλαιαγορών πρέπει να αντιμετωπίσει τις διαφορές που υφίστανται στα νομοθετικά πλαίσια σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο και οι οποίες αποτελούν εμπόδιο για τις διασυνοριακές δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένης της νομοθεσίας περί αφερεγγυότητας και της φορολογίας. Είναι επίσης σημαντικό να τεθεί η νομική βάση για εργαλεία μακροπροληπτικής πολιτικής που θα μπορούν να χρησιμοποιούνται πέραν του τραπεζικού τομέα.

Ένα ευρωπαϊκό σύστημα ασφάλισης των καταθέσεων

Η ΕΚΤ συνέβαλε στις συνεχιζόμενες συζητήσεις το 2016 σχετικά με τη θέσπιση ευρωπαϊκού συστήματος ασφάλισης των καταθέσεων και στηρίζει τον χάρτη πορείας προς την ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης, συμπεριλαμβανομένων μέτρων επιμερισμού κινδύνων (αποτελείται από το ίδιο το σύστημα και από έναν μηχανισμό στήριξης για το Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης) και συναφών μέτρων μείωσης των κινδύνων.

Κατά την άποψη της ΕΚΤ, είναι σημαντικό το σύστημα αυτό να εφαρμοστεί το συντομότερο δυνατόν και να συνεχιστεί η πρόοδος στα προβλεπόμενα μέτρα μείωσης των κινδύνων. Το ευρωπαϊκό σύστημα ασφάλισης των καταθέσεων είναι ο τρίτος και τελευταίος πυλώνας της τραπεζικής ένωσης και η δημιουργία του θα ενισχύσει και θα διασφαλίσει περαιτέρω τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Η ασφάλιση των καταθέσεων αποτελεί τόσο ένα προληπτικό εργαλείο (ex ante tool) για την ενίσχυση της εμπιστοσύνης και την αποτροπή των μαζικών αναλήψεων καταθέσεων όσο και ένα ανασταλτικό εργαλείο (ex post tool) που θα προστατεύσει από τις δυσμενείς επιπτώσεις των πτωχεύσεων μεμονωμένων τραπεζών. Παράλληλα, πρέπει να συνεχιστεί η πρόοδος όσον αφορά την υλοποίηση των εναπομενουσών μεταρρυθμίσεων που θα συμβάλουν στον περιορισμό των κινδύνων στο τραπεζικό σύστημα.

Πλαίσιο 8 Μη εξυπηρετούμενα δάνεια στη ζώνη του ευρώ

Στις χώρες της ζώνης του ευρώ παρατηρήθηκε σημαντική επιδείνωση της ποιότητας του ενεργητικού των τραπεζών μετά την εκδήλωση της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Ένας δείκτης της ποιότητας του ενεργητικού είναι ο λόγος των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPL), δηλαδή των δανείων σε αθέτηση ή σε κατάσταση κοντά στην αθέτηση, προς το συνολικό χαρτοφυλάκιο δανείων μιας τράπεζας. Αφού κατέγραψε το χαμηλό επίπεδο του 2,5% στο τέλος του 2007, ο λόγος των μη εξυπηρετούμενων δανείων για τη ζώνη του ευρώ ως σύνολο κορυφώθηκε στο 7,7% στο τέλος του 2013, αλλά έως τα μέσα του 2016 υποχώρησε στο 6,7%, ως αποτέλεσμα συντονισμένων ενεργειών σε αρκετές χώρες (κυρίως στην Ιρλανδία, τη Σλοβενία και την Ισπανία) και του σχετικά βελτιωμένου μακροοικονομικού περιβάλλοντος (βλ. Διάγραμμα Α). Ωστόσο, ο λόγος των μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι επίμονα υψηλός σε ορισμένες χώρες π.χ. στην Κύπρο (47,0%), την Ελλάδα (37,0%), την Ιταλία (17,5%) και την Πορτογαλία (12,7%). Η επιδείνωση της ποιότητας του ενεργητικού των τραπεζών στη ζώνη του ευρώ προήλθε κυρίως από τον επιχειρηματικό τομέα, ιδίως από τους τομείς των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ) και των επαγγελματικών ακινήτων.

Διάγραμμα Α

Δυναμική του λόγου μη εξυπηρετούμενων δανείων στη ζώνη του ευρώ

(ποσοστά %)

Πηγή: IMF (Financial Soundness Indicators).
Σημειώσεις: Τα στοιχεία για τα μέσα του 2016 για τη Γερμανία και την Ιταλία αφορούν το τέλος του 2015. Χρησιμοποιούνται στοιχεία του ΔΝΤ και όχι της ΕΚΤ, καθώς επιτρέπουν τη σύγκριση των επιπέδων των μη εξυπηρετούμενων δανείων σε βάθος χρόνου.

Τα χρόνια πριν από την εκδήλωση της χρηματοπιστωτικής κρίσης πολλές χώρες κατέγραψαν υψηλούς ρυθμούς πιστωτικής επέκτασης και αύξησης του χρέους του ιδιωτικού τομέα, που συχνά συνοδεύονταν από άνοδο των τιμών των ακινήτων, γεγονός που επέτεινε τις συνέπειες της κρίσης. Ωστόσο, εκτός από αυτές τις κυκλικές συνιστώσες, οι υψηλοί λόγοι μη εξυπηρετούμενων δανείων και η επιμονή τους αντανακλούν ποικίλους διαρθρωτικούς παράγοντες σε επίπεδο επιμέρους χωρών. Το υψηλό συσσωρευμένο χρέος του επιχειρηματικού τομέα, η χαμηλή παραγωγικότητα και η ασθενής εξωτερική ανταγωνιστικότητα παρεμποδίζουν τις επιχειρηματικές επενδύσεις και δυσχεραίνουν την επέκταση των επιχειρήσεων, ενώ τα ασθενή δημόσια οικονομικά αυξάνουν το ασφάλιστρο κινδύνου χώρας. Ταυτόχρονα, ο βραδύς ρυθμός των μεταρρυθμίσεων στις αγορές εργασίας (αντιμετώπιση του κατακερματισμού και του χαμηλού βαθμού ευελιξίας) και η υποτονικότητα των αγορών ακινήτων (που χρησιμοποιούνται ως εμπράγματες εξασφαλίσεις) σε κάποιες χώρες παρακωλύουν την ανάκτηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων στον τομέα της λιανικής τραπεζικής. Τέλος, οι ανεπάρκειες του νομικού πλαισίου, κυρίως τα αναποτελεσματικά πλαίσια κατάσχεσης και αφερεγγυότητας, σε συνδυασμό με τους περιορισμούς στην ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ πιστωτών και τη φορολογική μεταχείριση των διαγραφών δανείων, παρεμποδίζουν την αποτελεσματική ανάκτηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Τα υψηλά επίπεδα μη εξυπηρετούμενων δανείων ασκούν πίεση στα κέρδη των τραπεζών, καθώς έχουν ως αποτέλεσμα χαμηλότερα έσοδα από τόκους και υψηλότερες δαπάνες για σχηματισμό προβλέψεων. Παράλληλα, αυξάνουν τις κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών και απορροφούν διοικητικούς πόρους. Επίσης, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια επηρεάζουν δυσμενώς το κόστος χρηματοδότησης των τραπεζών, καθώς η αβεβαιότητα σχετικά με την ποιότητα του ενεργητικού χειροτερεύει το προφίλ κινδύνου μιας τράπεζας και οδηγεί σε υψηλότερο κόστος χρηματοδότησης. Αυτό μπορεί να δημιουργήσει έναν φαύλο κύκλο, καθώς οι τράπεζες δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια αν δεν μπορούν να αντλήσουν επαρκή κεφάλαια. Η χαμηλή κερδοφορία και η ανεπαρκής κεφαλαιοποίηση των τραπεζών που βαρύνονται με μεγάλου ύψους μη εξυπηρετούμενα δάνεια περιορίζει τις επιλογές τους, καθώς η χορήγηση νέων δανείων απαιτεί περαιτέρω κεφάλαια. Καθώς ορισμένες τράπεζες της ζώνης του ευρώ δραστηριοποιούνται εκτός της ζώνης του ευρώ και, σε ορισμένες περιπτώσεις, διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο σε τραπεζικούς τομείς του εξωτερικού, τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν σε εγχώριο επίπεδο μπορούν επίσης να επιδράσουν αρνητικά σε άλλους τραπεζικούς τομείς και το αντίστροφο.

Οι αδυναμίες στους ισολογισμούς των τραπεζών ενδέχεται να μεταδοθούν στην οικονομία γενικότερα, όταν οι τράπεζες με υψηλά επίπεδα μη εξυπηρετούμενων δανείων παρουσιάζουν χαμηλότερο ρυθμό αύξησης των δανείων και εφαρμόζουν υψηλότερα επιτόκια χορηγήσεων. Επομένως, η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων στη ζώνη του ευρώ θα βελτίωνε την οικονομική ανάπτυξη.[78] Δεδομένου ότι η οικονομική ανάκαμψη στη ζώνη του ευρώ αναμένεται να είναι συγκρατημένη το 2017 και το 2018[79] και το επίπεδο του χρέους του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα παραμένει υψηλό, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια δεν είναι πιθανόν να μειωθούν σημαντικά μεσοπρόθεσμα, παρά μόνο εάν ληφθούν πρόσθετα μέτρα. Η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων απαιτεί μια ολοκληρωμένη στρατηγική που να επικεντρώνεται στους διαρθρωτικούς παράγοντες που ευθύνονται για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.[80] Με βάση τα ιστορικά στοιχεία, οι χώρες που υλοποίησαν εγκαίρως μέτρα πολιτικής εντός και εκτός ισολογισμού και επέλεξαν ενέργειες που στόχευαν συγκεκριμένα εκείνα τα τμήματα των χαρτοφυλακίων τα οποία θεωρούνται ότι έχουν τη σημαντικότερη συμβολή στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια κατέγραψαν αξιοσημείωτη μείωση των λόγων των μη εξυπηρετούμενων δανείων (π.χ. η Ιρλανδία, η Σλοβενία και η Ισπανία, όπου οι λόγοι των μη εξυπηρετούμενων δανείων υποχώρησαν κατά 16,7, 5,3 και 3,3 ποσοστιαίες μονάδες αντίστοιχα από το 2013 έως τα μέσα του 2016).

Η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ καταβάλλει σημαντικές προσπάθειες για να συμβάλει στην επίλυση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Αρχής γενομένης από τη συνολική αξιολόγηση του 2014, η ΕΚΤ εξακολούθησε να στηρίζει τις δραστηριότητες επίλυσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων μέσω του συνεχούς εποπτικού διαλόγου με τις εμπλεκόμενες τράπεζες. Προκειμένου να αντιμετωπίσει αποφασιστικά και σθεναρά αυτή την εμμένουσα πρόκληση, η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ (α) προέβη σε καταγραφή των εποπτικών, νομικών και δικαστικών και εξωδικαστικών πρακτικών σε ορισμένες χώρες της ζώνης του ευρώ και (β) κατάρτισε σχέδιο εγγράφου κατευθύνσεων για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια,[81] το οποίο δημοσιεύθηκε τον Σεπτέμβριο του 2016 προς διαβούλευση. Το τελικό έγγραφο κατευθύνσεων αναμένεται να δημοσιευθεί την άνοιξη του 2017. Οι Μεικτές Εποπτικές Ομάδες έχουν αρχίσει να συνεργάζονται στενά με τις εποπτευόμενες τράπεζες όσον αφορά την εφαρμογή του εν λόγω εγγράφου, σύμφωνα με το οποίο οι τράπεζες με υψηλά επίπεδα μη εξυπηρετούμενων δανείων καλούνται να θέσουν υψηλούς και φιλόδοξους στόχους για τη μείωση του αποθέματος μη εξυπηρετούμενων δανείων. Επιπλέον, το έγγραφο κατευθύνσεων προάγει μεγαλύτερη συνέπεια όσον αφορά τις πρακτικές και τα δημοσιοποιούμενα στοιχεία για τις λύσεις ρύθμισης, τη λογιστική απεικόνιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και τον σχηματισμό προβλέψεων, αποσκοπώντας στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης των αγορών και στη διασφάλιση ίσων όρων ανταγωνισμού. Ωστόσο, ο χειρισμός της διαδικασίας επίλυσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων δεν είναι δυνατόν να γίνεται μόνο από τον φορέα εποπτείας και τις τράπεζες. Είναι αναγκαίο να υλοποιηθούν ταχέως μέτρα πολιτικής για να αντιμετωπιστούν τα διαρθρωτικά κωλύματα που εμποδίζουν τις τράπεζες να προβούν σε επίλυση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και σε αναδιάρθρωση του επισφαλούς χρέους. Τα εν λόγω μέτρα θα μπορούσαν να αποσκοπούν στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των δικαστικών συστημάτων, στην αύξηση της πρόσβασης σε εξασφαλίσεις, στη δημιουργία ταχύτερων εξωδικαστικών διαδικασιών και στην άρση των δημοσιονομικών αντικινήτρων. Εκτός αυτού, είναι αναγκαίο να αναπτυχθούν αγορές για τις επισφαλείς απαιτήσεις και να διευκολυνθούν οι πωλήσεις των προβληματικών δανείων σε μη τραπεζικούς επενδυτές. Σε αυτό το πλαίσιο, θα απαιτηθούν επίσης προσπάθειες για να προωθηθεί η ανάπτυξη δευτερογενούς αγοράς για τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, να βελτιωθεί η ποιότητα των δεδομένων και η πρόσβαση σε αυτά και να αρθούν τα φορολογικά και νομικά εμπόδια για την αναδιάρθρωση του χρέους.

Λοιπά καθήκοντα και δραστηριότητες

Υποδομές της αγοράς και πληρωμές

Ο χρηματοπιστωτικός τομέας, συμπεριλαμβανομένων των συναφών υποδομών της αγοράς, οφείλει να προσαρμόζεται στις ταχείες τεχνολογικές εξελίξεις και καινοτομίες, που ήδη επηρεάζουν όλες τις πτυχές της ζωής μας. Ενώ η ψηφιοποίηση, η παγκοσμιοποίηση και η αυξημένη διασυνδεσιμότητα των συστημάτων έχουν δημιουργήσει νέες ευκαιρίες όσον αφορά την πληροφόρηση, την πραγματοποίηση συναλλαγών και την επικοινωνία για άτομα και επιχειρήσεις, μαζί με την αύξηση των χρηστών και των δεδομένων στις ψηφιακές πλατφόρμες, στο υπολογιστικό νέφος (cloud computing) και μεταξύ δικτύων έχει αυξηθεί και ο αριθμός των πιθανών οδών για κυβερνοεπιθέσεις. Το έγκλημα στον κυβερνοχώρο συνιστά απειλή όχι μόνο για μεμονωμένους συμμετέχοντες στην αγορά αλλά και για το λειτουργικό δίκτυο ως σύνολο. Ως εκ τούτου, η ανθεκτικότητα έναντι των κυβερνοαπειλών αποτέλεσε σημαντικό θέμα που απασχόλησε το 2016 την ΕΚΤ και το Ευρωσύστημα στον τομέα των υποδομών της αγοράς και των πληρωμών.

Το Ευρωσύστημα εξετάζει επίσης τη στρατηγική ανάπτυξη των υποδομών της αγοράς στο μέλλον. Διερευνά πιθανούς τρόπους ώστε η διαχείριση της ρευστότητας στους τομείς των πληρωμών, του διακανονισμού τίτλων και της διαχείρισης ασφαλειών από το Ευρωσύστημα να γίνει πιο αποδοτική. Σε στενή συνεργασία με τους συμμετέχοντες στην αγορά μελετά τρόπους για την κάλυψη των νέων αναγκών των χρηστών και την αξιοποίηση της τεχνολογικής καινοτομίας, ώστε να προλαμβάνει τους εξελισσόμενους κινδύνους, όπως τις κυβερνοαπειλές.

Όσον αφορά τη διαμόρφωση της δικής του υποδομής της αγοράς στο μέλλον, η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα παραμένουν οι κορυφαίες προτεραιότητες του Ευρωσυστήματος. Η ομαλή λειτουργία αυτής της υποδομής είναι κρίσιμης σημασίας για τη διατήρηση της εμπιστοσύνης στο νόμισμα και την υποστήριξη των πράξεων νομισματικής πολιτικής. Επίσης διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στη διασφάλιση της σταθερότητας του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος και στην τόνωση της οικονομικής δραστηριότητας.

Ενοποίηση του TARGET2 και του T2S

Το 2016 το TARGET2, το σύστημα διακανονισμού του Ευρωσυστήματος για πληρωμές σε ευρώ επεξεργάστηκε συναλλαγές με μέση ημερήσια αξία 1,7 τρισεκ. ευρώ. Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος αυτό, ο όγκος των συναλλαγών που διεκπεραιώνεται μέσω του TARGET2 ανά έξι ημέρες είναι συγκρίσιμος με το ΑΕΠ της ζώνης του ευρώ.

Το TARGET2-Securities (T2S) τέθηκε σε λειτουργία τον Ιούνιο του 2015, συμβάλλοντας στην ενοποίηση των υποδομών της ευρωπαϊκής αγοράς διακανονισμού τίτλων, που χαρακτηρίζονταν από υψηλό βαθμό κατακερματισμού. Η πλατφόρμα αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο του εγχειρήματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να δημιουργήσει ένωση κεφαλαιαγορών και έχει οδηγήσει στην κατάρτιση ενός εκτενούς προγράμματος εναρμόνισης στον μετασυναλλακτικό τομέα.

Μετά από δύο επιτυχημένες φάσεις μετάπτωσης τον Μάρτιο και τον Σεπτέμβριο του 2016, ο αριθμός των κεντρικών αποθετηρίων αξιών (ΚΑΑ) στην πλατφόρμα T2S αυξήθηκε από 5 σε12[82] και ο όγκος των συναλλαγών αυξήθηκε στο 50% περίπου του συνολικού όγκου που αναμένεται όταν θα έχουν συνδεθεί με την πλατφόρμα και τα υπόλοιπα εννέα συμμετέχοντα ΚΑΑ. Προβλέπεται ότι το T2S θα διεκπεραιώνει ημερησίως κατά μέσο όρο πάνω από 550.000 συναλλαγές, όταν θα ολοκληρωθεί η μετάπτωση το 2017.

Από λειτουργικής απόψεως, τα TARGET2 και T2S κινούνται με άξονα την αποτελεσματική διαχείριση της ρευστότητας στους τομείς των πληρωμών, του διακανονισμού τίτλων και της διαχείρισης ασφαλειών. Ωστόσο, καθώς τα δύο συστήματα αναπτύχθηκαν σε διαφορετικές χρονικές στιγμές, λειτουργούν σε χωριστές πλατφόρμες το καθένα και χρησιμοποιούν διαφορετικές τεχνικές λύσεις και περιβάλλον. Ως εκ τούτου, είναι λογικό να διερευνώνται οι δυνατότητες συνέργειας μεταξύ των δύο συστημάτων. Πρωταρχικοί στόχοι είναι ο εκσυγχρονισμός του TARGET2, η αξιοποίηση των δυνατοτήτων που είναι ήδη διαθέσιμες στο T2S και η ενοποίηση των τεχνικών και λειτουργικών συνιστωσών των υπηρεσιών του TARGET2 και του T2S. Επιπλέον, η ενοποίηση αποτελεί ευκαιρία για την περαιτέρω ενίσχυση της ανθεκτικότητας έναντι κυβερνοαπειλών, τη βελτίωση των υπηρεσιών που παρέχονται στους χρήστες και τη δημιουργία ενιαίου διαύλου πρόσβασης. Το διερευνητικό έργο στον τομέα αυτόν θα συνεχιστεί καθ’ όλη τη διάρκεια του 2017.

Υπηρεσίες διακανονισμού για την υποστήριξη άμεσων πληρωμών

Για το Ευρωσύστημα, η μεγαλύτερη πρόκληση που θέτει η ψηφιοποίηση του τομέα των πληρωμών είναι να διασφαλιστεί ότι η εισαγωγή καινοτόμων προϊόντων και υπηρεσιών πληρωμών που αναπτύσσονται στην αγορά δεν θα προκαλέσει εκ νέου τον κατακερματισμό της ευρωπαϊκής αγοράς.

Το 2016 οι άμεσες πληρωμές (instant payments), δηλαδή οι πληρωμές κατά τις οποίες τα χρηματικά ποσά είναι άμεσα διαθέσιμα στον δικαιούχο, υπήρξαν ίσως το πιο πολυσυζητημένο θέμα στον τομέα των πληρωμών μικρής αξίας. Το σύστημα άμεσων πληρωμών που ξεκίνησε τον Νοέμβριο του 2016 επιτρέπει την παροχή λύσεων άμεσων πληρωμών στους τελικούς χρήστες. Έως τον Νοέμβριο του 2017 η ευρωπαϊκή χρηματοπιστωτική αγορά έχει θέσει στόχο οι υποδομές της να είναι έτοιμες για τη διεκπεραίωση άμεσων πληρωμών σε πανευρωπαϊκή κλίμακα.

Το Ευρωσύστημα θα υποστηρίζει τον διακανονισμό μεταξύ των υποδομών πληρωμών μικρής αξίας που παρέχουν υπηρεσίες εκκαθάρισης για άμεσες πληρωμές σε ευρώ πανευρωπαϊκά, ενισχύοντας τη λειτουργικότητα του TARGET2 για αυτοματοποιημένα συστήματα εκκαθάρισης (ΑΣΕ) και προωθώντας τον διάλογο και τη διαλειτουργικότητα μεταξύ των ΑΣΕ.

Επιπλέον, το Ευρωσύστημα, στο πλαίσιο του διερευνητικού έργου του όσον αφορά το μέλλον της δικής του υποδομής αγοράς, αναλύει το ενδεχόμενο ανάπτυξης μιας υπηρεσίας μέσω του TARGET για τον διακανονισμό άμεσων πληρωμών σε πραγματικό χρόνο με χρήμα κεντρικής τράπεζας, που θα είναι διαθέσιμη καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους.

Η μελλοντική υποδομή της αγοράς του Ευρωσυστήματος και η τεχνολογία κατανεμημένου καθολικού (DLT)

Στο πλαίσιο του στρατηγικού προβληματισμού της για το μέλλον της υποδομής της αγοράς του Ευρωσυστήματος, η ΕΚΤ εξετάζει σειρά μοντέλων τεχνολογίας κατανεμημένου καθολικού (distributed ledger technology – DLT) που βρίσκονται επί του παρόντος στο στάδιο της ανάπτυξης. Για πληρέστερη εικόνα της πιθανής επίδρασης της τεχνολογίας κατανεμημένου καθολικού στην υποδομή της αγοράς, βλ. το ειδικό θέμα στον δικτυακό τόπο της ΕΚΤ.

Ασφαλείς υποδομές της χρηματοπιστωτικής αγοράς

Το Ευρωσύστημα προάγει την ασφάλεια και την αποδοτικότητα των υποδομών της χρηματοπιστωτικής αγοράς μέσω της επίβλεψης που ασκεί και, εφόσον είναι αναγκαίο, προωθεί αλλαγές. Τον Ιούλιο του 2016 η ΕΚΤ δημοσίευσε αναθεωρημένη έκδοση του πλαισίου του Ευρωσυστήματος για την πολιτική επίβλεψης, λαμβάνοντας υπόψη τις κανονιστικές και λοιπές εξελίξεις των τελευταίων ετών που έχουν επηρεάσει τη λειτουργία επίβλεψης του Ευρωσυστήματος. Η ΕΚΤ είναι ο κύριος επιβλέπων φορέας τριών συστημικής σημασίας συστημάτων πληρωμών (ΣΣΣΠ): του TARGET2, του EURO1 και του STEP2. Το 2016 η ΕΚΤ, σε συνεργασία με τις ΕθνΚΤ της ζώνης του ευρώ, ολοκλήρωσε μια συνολική αξιολόγηση των εν λόγω ΣΣΣΠ με βάση τις απαιτήσεις επίβλεψης του Κανονισμού σχετικά με τα ΣΣΣΠ[83]. Η ΕΚΤ επέκτεινε επίσης τις δραστηριότητες επίβλεψης που ασκεί σε σχέση με το T2S, συμβαδίζοντας με την αυξημένη μετάπτωση των ΚΑΑ στην ενιαία πλατφόρμα διακανονισμού στη διάρκεια του 2016.

Επιπλέον, η ΕΚΤ δημοσίευσε έκθεση σχετικά με την άσκηση επικοινωνίας σε περίπτωση κρίσης όσον αφορά τις υποδομές χρηματοπιστωτικών αγορών της ζώνης του ευρώ, που οργανώθηκε από φορείς επίβλεψης του Ευρωσυστήματος. Η άσκηση αυτή, που κάλυψε όλο το φάσμα της αγοράς, σχεδιάστηκε για να αξιολογήσει την ετοιμότητα του Ευρωσυστήματος να ασκεί αποτελεσματικά τις αρμοδιότητές του όσον αφορά τη λειτουργία και την επίβλεψη των υποδομών της αγοράς σε συνθήκες κρίσης και να εξακριβώσει την αποτελεσματικότητα των διαδικασιών διαχείρισης κρίσεων των διαφόρων ενδιαφερόμενων φορέων σε περίπτωση γεγονότων με διασυνοριακές επιπτώσεις. Γενικότερα, η ΕΚΤ συνεργάζεται με άλλες κεντρικές τράπεζες, ρυθμιστικούς φορείς και αρχές για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας του χρηματοπιστωτικού τομέα συνολικά έναντι κυβερνοεπιθέσεων και συνέβαλε στην κατάρτιση διεθνούς εγγράφου κατευθύνσεων σχετικά με την ανθεκτικότητα έναντι των κυβερνοαπειλών[84], που εκδόθηκε το 2016.

Όσον αφορά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους (CCP), η ΕΚΤ συνέβαλε στις διεθνείς προσπάθειες υπό την αιγίδα των αρμόδιων φορέων καθορισμού προτύπων της G20 για την ολοκλήρωση της μεταρρύθμισης των διεθνών αγορών παραγώγων.

Η ΕΚΤ εξακολούθησε να συμμετέχει σε παγκόσμιες και ευρωπαϊκές συμφωνίες συνεργασίας σχετικά με ορισμένες υποδομές χρηματοπιστωτικών αγορών από τη σκοπιά της κεντρικής εκδοτικής τράπεζας. Σε αυτό το πλαίσιο, η ΕΚΤ συνέβαλε στο εν εξελίξει έργο των εποπτικών σωμάτων για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους (CCP), τα οποία έχουν ιδρυθεί βάσει του Κανονισμού για τις υποδομές της ευρωπαϊκής αγοράς (EMIR). Από την ίδια σκοπιά, η ΕΚΤ, μαζί με τις ΕθνΚΤ της ζώνης του ευρώ, πραγματοποίησαν προπαρασκευαστικές εργασίες για τη μελλοντική αδειοδότηση των ΚΑΑ βάσει του Κανονισμού ΚΑΑ.

Χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες προς άλλα ιδρύματα

Διαχείριση δανειοληπτικών και δανειοδοτικών πράξεων

Η ΕΚΤ είναι αρμόδια για τη διαχείριση των δανειοληπτικών και δανειοδοτικών πράξεων της ΕΕ στο πλαίσιο του μηχανισμού μεσοπρόθεσμης οικονομικής στήριξης (medium-term financial assistance facility – MTFA)[85] και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Χρηματοοικονομικής Σταθεροποίησης (European Financial Stabilisation Mechanism – EFSM)[86]. Το 2016 η ΕΚΤ διεκπεραίωσε πληρωμές τόκων σε σχέση με δάνεια που χορηγήθηκαν μέσω του MTFA. Στις 31.12.2016 το συνολικό υπόλοιπο αυτής της διευκόλυνσης ήταν 4,2 δισεκ. ευρώ. Επίσης, το 2016 η ΕΚΤ διεκπεραίωσε διάφορες πληρωμές χρεολυσίων και τόκων σε σχέση με τα δάνεια του EFSM. Στις 31.12.2016 το συνολικό υπόλοιπο αυτής της διευκόλυνσης ήταν 46,8 δισεκ. ευρώ.

Ομοίως, η ΕΚΤ είναι αρμόδια για τη διαχείριση των πληρωμών σε σχέση με πράξεις στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (European Financial Stability Facility – EFSF)[87] και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (European Stability Mechanism – ESM)[88]. Το 2016 η ΕΚΤ διεκπεραίωσε διάφορες πληρωμές τόκων και προμηθειών σε σχέση με δάνεια στο πλαίσιο του EFSF. Επίσης, η ΕΚΤ διεκπεραίωσε πληρωμές που αφορούσαν εισφορές μελών του ESM και διάφορες πληρωμές τόκων και προμηθειών σε σχέση με τα δάνεια που χορηγήθηκαν μέσω αυτού του μηχανισμού.

Τέλος, η ΕΚΤ είναι αρμόδια για τη διεκπεραίωση όλων των πληρωμών σε σχέση με τη σύμβαση δανειακής διευκόλυνσης για την Ελλάδα.[89] Στις 31.12.2016 το συνολικό ανεξόφλητο υπόλοιπο στο πλαίσιο αυτής της σύμβασης ήταν 52,9 δισεκ. ευρώ.

Υπηρεσίες Διαχείρισης Συναλλαγματικών Διαθεσίμων από το Ευρωσύστημα

Το 2016 το Ευρωσύστημα συνέχισε να παρέχει ολοκληρωμένη δέσμη χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών στο πλαίσιο των Υπηρεσιών Διαχείρισης Συναλλαγματικών Διαθεσίμων του Ευρωσυστήματος (Eurosystem Reserve Management Services – ERMS), το οποίο θεσπίστηκε το 2005 για τη διαχείριση των συναλλαγματικών διαθεσίμων σε ευρώ για λογαριασμό πελατών του. Οι επιμέρους ΕθνΚΤ του Ευρωσυστήματος (“φορείς παροχής υπηρεσιών του Ευρωσυστήματος”) παρέχουν την πλήρη δέσμη υπηρεσιών, υπό εναρμονισμένους όρους και σύμφωνα με τα γενικά πρότυπα της αγοράς, σε κεντρικές τράπεζες, νομισματικές αρχές και δημόσιους φορείς χωρών εκτός της ζώνης του ευρώ, καθώς και σε διεθνείς οργανισμούς. Η ΕΚΤ έχει αναλάβει τον γενικό συντονισμό, μεριμνώντας για την ομαλή λειτουργία του πλαισίου και υποβάλλοντας αναφορές προς το Διοικητικό Συμβούλιο.

Ο αριθμός των πελατών που διατήρησαν συναλλακτικές σχέσεις με το Ευρωσύστημα στο πλαίσιο των ERMS ήταν 286 το 2016, έναντι 285 το 2015. Όσον αφορά τις ίδιες τις παρεχόμενες υπηρεσίες, στη διάρκεια του 2016 τα συνολικά υπόλοιπα σε ταμειακά διαθέσιμα και τίτλους που διαχειρίστηκε το ERMS αυξήθηκαν κατά 8% περίπου σε σύγκριση με το τέλος του 2015.

Τραπεζογραμμάτια και κέρματα

Η ΕΚΤ και οι εθνικές κεντρικές τράπεζες (ΕθνΚΤ) της ζώνης του ευρώ είναι υπεύθυνες για την έκδοση τραπεζογραμματίων ευρώ εντός της ζώνης του ευρώ και για τη διατήρηση της εμπιστοσύνης στο νόμισμα.

Η κυκλοφορία τραπεζογραμματίων και κερμάτων

Το 2016 ο αριθμός και η αξία των τραπεζογραμματίων ευρώ σε κυκλοφορία αυξήθηκαν κατά περίπου 7,0% και 3,9% αντίστοιχα. Στο τέλος του έτους ήταν σε κυκλοφορία 20,2 δισεκ. τραπεζογραμμάτια ευρώ συνολικής αξίας 1.126 δισεκ. ευρώ (βλ. Διαγράμματα 32 και 33). Τα τραπεζογραμμάτια των 100 και των 200 ευρώ κατέγραψαν τους υψηλότερους ετήσιους ρυθμούς αύξησης, οι οποίοι έφθασαν στο 13,4% και 12,9% αντίστοιχα το 2016. Ο ρυθμός αύξησης των τραπεζογραμματίων των 50 ευρώ παρέμεινε δυναμικός στο 9,9%, αλλά ήταν ελαφρώς βραδύτερος από ό,τι το προηγούμενο έτος.

Διάγραμμα 32

Αριθμός και αξία τραπεζογραμματίων ευρώ σε κυκλοφορία

Πηγή: ΕΚΤ.

Διάγραμμα 33

Αξία τραπεζογραμματίων ευρώ σε κυκλοφορία ανά ονομαστική αξία

(δισεκ. ευρώ)

Πηγή: ΕΚΤ.

Μετά την αναθεώρηση των ονομαστικών αξιών που θα περιλαμβάνονται στη δεύτερη σειρά των τραπεζογραμματίων ευρώ, γνωστή ως η σειρά “Ευρώπη”, το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε να διακόψει την παραγωγή του τραπεζογραμματίου των 500 ευρώ και να το εξαιρέσει από τη σειρά Ευρώπη, λαμβάνοντας υπόψη τις ανησυχίες για το ενδεχόμενο το συγκεκριμένο τραπεζογραμμάτιο να διευκολύνει παράνομες δραστηριότητες. Η έκδοση του τραπεζογραμματίου των 500 ευρώ θα διακοπεί γύρω στο τέλος του 2018, λίγο πριν από την προγραμματισμένη εισαγωγή των τραπεζογραμματίων των 100 και των 200 ευρώ της σειράς Ευρώπη. Οι υπόλοιπες ονομαστικές αξίες – από 5 ευρώ έως 200 ευρώ – θα παραμείνουν ως έχουν. Η παραγωγή τραπεζογραμματίων ευρώ κατανέμεται μεταξύ των ΕθνΚΤ της ζώνης του ευρώ, οι οποίες ήταν υπεύθυνες για την παραγωγή 6,22 δισεκ. τραπεζογραμματίων συνολικά το 2016.

Δεδομένου του διεθνούς ρόλου του ευρώ και της ευρέως διαδεδομένης εμπιστοσύνης στα τραπεζογραμμάτια ευρώ, το τραπεζογραμμάτιο των 500 ευρώ θα παραμείνει νόμιμο χρήμα και συνεπώς μπορεί να συνεχίσει να χρησιμοποιείται ως μέσο πληρωμών και ως μέσο αποθήκευσης αξίας. Το τραπεζογραμμάτιο των 500 ευρώ, όπως και οι λοιπές ονομαστικές αξίες των τραπεζογραμματίων ευρώ, διατηρεί πάντοτε την αξία του και θα μπορεί να ανταλλάσσεται στις ΕθνΚΤ της ζώνης του ευρώ για απεριόριστο χρονικό διάστημα.

Μετά την απόφαση διακοπής της έκδοσης των τραπεζογραμματίων των 500 ευρώ, η κυκλοφορία των τραπεζογραμματίου των 500 ευρώ μειώθηκε το 2016. Η μείωση αυτή αντισταθμίστηκε εν μέρει από την υψηλότερη ζήτηση τραπεζογραμματίων των 200 ευρώ, των 100 ευρώ και των 50 ευρώ.

Επεξεργασία τραπεζογραμματίων ευρώ

Εκτιμάται ότι, σε όρους αξίας, περίπου το 1/3 των τραπεζογραμματίων ευρώ σε κυκλοφορία διακρατείται εκτός της ζώνης του ευρώ. Τα τραπεζογραμμάτια αυτά διακρατούνται κυρίως στις γειτονικές χώρες και αποτελούνται κατά κύριο λόγο από τις υψηλότερες ονομαστικές αξίες. Χρησιμοποιούνται ως μέσο αποθήκευσης αξίας και για τον διακανονισμό συναλλαγών στις διεθνείς αγορές.

Το 2016 ο συνολικός αριθμός των κερμάτων ευρώ σε κυκλοφορία αυξήθηκε κατά 4,2% σε 121,0 δισεκ. τεμάχια στο τέλος του 2016. Στο τέλος του 2016 η αξία των κερμάτων σε κυκλοφορία διαμορφώθηκε σε 26,9 δισεκ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 3,6% σε σχέση με το τέλος του 2015.

Το 2016 οι ΕθνΚΤ της ζώνης του ευρώ έλεγξαν τη γνησιότητα και την καταλληλότητα προς κυκλοφορία περίπου 32,3 δισεκ. τραπεζογραμματίων, αποσύροντας από την κυκλοφορία γύρω στα 5,4 δισεκ. εξ αυτών. Το Ευρωσύστημα συνέχισε επίσης τις προσπάθειές του ώστε να βοηθά τους κατασκευαστές εξοπλισμού επεξεργασίας τραπεζογραμματίων να διασφαλίζουν ότι τα μηχανήματά τους ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές της ΕΚΤ όσον αφορά τον έλεγχο της γνησιότητας και της καταλληλότητας των τραπεζογραμματίων ευρώ πριν από την επανεισαγωγή τους στην κυκλοφορία. Το 2016 τα πιστωτικά ιδρύματα και οι λοιποί φορείς που κατ’ επάγγελμα χειρίζονται μετρητά έλεγξαν περίπου 33 δισεκ. τραπεζογραμμάτια ευρώ ως προς τη γνησιότητα και την καταλληλότητά τους χρησιμοποιώντας τέτοια μηχανήματα.

Το νέο τραπεζογραμμάτιο των 50 ευρώ

Στις 5.7.2016 έγινε η επίσημη παρουσίαση του νέου τραπεζογραμματίου των 50 ευρώ, το οποίο θα τεθεί σε κυκλοφορία στις 4.4.2017. Η εισαγωγή του νέου τραπεζογραμματίου αποτελεί το πιο πρόσφατο βήμα στην προσπάθεια να καταστούν τα τραπεζογραμμάτια ευρώ ακόμη πιο ασφαλή. Μετά τα τραπεζογραμμάτια των 5, 10 και 20 ευρώ, το νέο τραπεζογραμμάτιο των 50 ευρώ είναι η τέταρτη ονομαστική αξία της σειράς Ευρώπη που θα εισαχθεί. Περιέχει ενισχυμένα χαρακτηριστικά ασφαλείας, όπως τον βαθυπράσινο αριθμό, ο οποίος δημιουργεί μια αίσθηση κίνησης του φωτός από πάνω προς τα κάτω και αντίστροφα όταν παρατηρείται υπό γωνία και οποίος αλλάζει χρώμα, και ένα παράθυρο με προσωπογραφία – ένα καινοτόμο χαρακτηριστικό που χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στο τραπεζογραμμάτιο των 20 ευρώ της σειράς Eυρώπη. Όταν το τραπεζογραμμάτιο κοιταχθεί στο φως, ένα διαφανές παράθυρο κοντά στην άνω πλευρά του ολογράμματος αποκαλύπτει μια προσωπογραφία της Ευρώπης (μορφής από την ελληνική μυθολογία), η οποία είναι ορατή και από τις δύο πλευρές του τραπεζογραμματίου. Η ίδια προσωπογραφία εμφανίζεται και στο υδατογράφημα.

Το νέο τραπεζογραμμάτιο των 50 ευρώ

Την περίοδο πριν από την εισαγωγή του νέου τραπεζογραμματίου των 50 ευρώ η ΕΚΤ και οι ΕθνΚΤ της ζώνης του ευρώ διεξήγαγαν εκστρατεία για την ενημέρωση του κοινού και των φορέων που κατ’ επάγγελμα χειρίζονται μετρητά σχετικά με το νέο τραπεζογραμμάτιο και τα χαρακτηριστικά του. Έλαβαν επίσης σειρά μέτρων για να βοηθήσουν τους κατασκευαστές μηχανημάτων επεξεργασίας τραπεζογραμματίων να προετοιμαστούν για την εισαγωγή του νέου τραπεζογραμματίου.

Πλαστά τραπεζογραμμάτια ευρώ

Ο συνολικός αριθμός των πλαστών τραπεζογραμματίων ευρώ μειώθηκε το 2016, ενώ περίπου 685.000 πλαστά τραπεζογραμμάτια αποσύρθηκαν από την κυκλοφορία. Σε σύγκριση με τον αριθμό των γνήσιων τραπεζογραμματίων ευρώ σε κυκλοφορία, το ποσοστό των πλαστών είναι πολύ χαμηλό. Η μακροχρόνια εξέλιξη της ποσότητας πλαστών τραπεζογραμματίων που αποσύρθηκαν από την κυκλοφορία παρουσιάζεται στο Διάγραμμα 34. Δημοφιλέστερος στόχος των παραχαρακτών είναι τα τραπεζογραμμάτια των 20 και των 50 ευρώ, τα οποία το 2016 συναποτελούσαν περίπου το 80% του συνολικού αριθμού των πλαστών που κατασχέθηκαν. Το μερίδιο των πλαστών τραπεζογραμματίων των 20 ευρώ μειώθηκε το 2016.

Διάγραμμα 34

Αριθμός πλαστών τραπεζογραμματίων ευρώ που αποσύρθηκαν από την κυκλοφορία

Πηγή: ΕΚΤ.

Η ΕΚΤ εξακολουθεί να συνιστά στο κοινό να επαγρυπνεί όσον αφορά την πιθανότητα απάτης, να μην ξεχνά τον τριπλό έλεγχο (οπτικό, με την αφή και με εξέταση υπό γωνία) και να μη βασίζεται ποτέ σε ένα και μόνο χαρακτηριστικό ασφαλείας. Επίσης, παρέχεται διαρκής εκπαίδευση στους φορείς που κατ’ επάγγελμα χειρίζονται μετρητά, εντός και εκτός Ευρώπης, ενώ διατίθεται επικαιροποιημένο ενημερωτικό υλικό που βοηθά το Ευρωσύστημα στην καταπολέμηση της παραχάραξης. Τον ίδιο σκοπό εξυπηρετεί και η συνεργασία της ΕΚΤ με την Ευρωπόλ, την Ιντερπόλ και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Στατιστική

Η ΕΚΤ, επικουρούμενη από τις ΕθνΚΤ, αναπτύσσει, συλλέγει, καταρτίζει και κοινοποιεί ευρύ φάσμα στατιστικών στοιχείων, τα οποία βοηθούν σημαντικά στη χάραξη της νομισματικής πολιτικής της ζώνης του ευρώ, στην άσκηση των εποπτικών αρμοδιοτήτων της ΕΚΤ και στην εκπλήρωση διαφόρων άλλων καθηκόντων του ΕΣΚΤ, καθώς και των καθηκόντων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου (ΕΣΣΚ). Αυτά τα στατιστικά στοιχεία χρησιμοποιούνται επίσης από τις δημόσιες αρχές, τους συμμετέχοντες στις χρηματοπιστωτικές αγορές, τα μέσα ενημέρωσης και το ευρύ κοινό.

Το 2016 το ΕΣΚΤ συνέχισε την απρόσκοπτη και έγκαιρη παροχή των τακτικά δημοσιευόμενων στατιστικών στοιχείων για τη ζώνη του ευρώ. Επιπλέον, κατέβαλε σημαντικές προσπάθειες για να ικανοποιήσει νέα αιτήματα για την παροχή πολύ έγκαιρων, υψηλής ποιότητας και πιο αναλυτικών στατιστικών στοιχείων σε επίπεδο χώρας, τομέα και μέσου. Tα νέα αυτά αιτήματα οδήγησαν στην ανάγκη να “προχωρήσουμε πέρα από τα συγκεντρωτικά μεγέθη”, ένα θέμα στο οποίο η ΕΚΤ αφιέρωσε το 8ο Συνέδριο Στατιστικής τον Ιούλιο του 2016.[90]

Νέες και επαυξημένες στατιστικές σειρές της ζώνης του ευρώ

Τον Ιούλιο του 2016 η ΕΚΤ ξεκίνησε να συλλέγει καθημερινά από τις μεγαλύτερες τράπεζες της ζώνης του ευρώ στοιχεία σε επίπεδο επιμέρους συναλλαγών στην αγορά χρήματος ευρώ, που καλύπτουν τα κύρια τμήματα της αγοράς (δηλ. για συναλλαγές με και χωρίς εξασφαλίσεις αντίστοιχα, πράξεις ανταλλαγής νομισμάτων και συμφωνίες ανταλλαγής επί του δείκτη μίας ημέρας), με περίπου 45.000 αρχεία συναλλαγών ανά ημέρα. Οι πληροφορίες αυτές θα υποστηρίξουν αρκετές λειτουργίες πολιτικής και θα καταστήσουν δυνατή τη δημοσίευση νέων στατιστικών στοιχείων.

Νέα βελτιωμένα στατιστικά στοιχεία σχετικά με τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις έχουν συγκεντρωθεί βάσει του Κανονισμού ΕΚΤ/2014/50 (και της Οδηγίας σχετικά με τη Φερεγγυότητα ΙΙ) για το πρώτο και το δεύτερο τρίμηνο του 2016. Αυτά τα στοιχεία είναι το αποτέλεσμα πολυετούς συνεργασίας μεταξύ της ΕΚΤ και της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και μεταξύ των ΕθνΚΤ και των εθνικών αρμόδιων αρχών με στόχο να ελαχιστοποιηθεί η στατιστική επιβάρυνση των επιχειρήσεων του κλάδου. Τα στοιχεία αξιολογούνται και συγκεντρώνονται εν όψει της προγραμματισμένης δημοσίευσής τους το 2017.

Τον Απρίλιο του 2016 η διεθνής επενδυτική θέση της ζώνης του ευρώ συμπεριέλαβε για πρώτη φορά μια πλήρη συμφωνία μεγεθών ελλείμματος-χρέους και οι τριμηνιαίοι λογαριασμοί της ζώνης του ευρώ συμπεριέλαβαν στοιχεία ανά πηγή και αποδέκτη (“who-to-whom”) για τους τίτλους, επιπρόσθετα προς τις καταθέσεις και τα δάνεια.

Τον Σεπτέμβριο του 2016 η ΕΚΤ ξεκίνησε να δημοσιεύει τους μηνιαίους τυποποιημένους πίνακες (templates) των διεθνών διαθεσίμων και της ρευστότητας σε ξένο νόμισμα της ΕΚΤ και του Ευρωσυστήματος με χρονική υστέρηση 15 ημερών, επισπεύδοντας τη δημοσίευσή τους κατά 15 ημερολογιακές ημέρες.

Τον Νοέμβριο του 2016 η ΕΚΤ ξεκίνησε να δημοσιεύει επιπρόσθετα και πιο λεπτομερή τριμηνιαία στοιχεία σχετικά με τη χρηματοοικονομική ευρωστία των σημαντικών τραπεζών που εποπτεύονται άμεσα από την ΕΚΤ και παρείχε ορισμένα στατιστικά στοιχεία ανά χώρα και κατηγορία. Με τον τρόπο αυτό θα βελτιωθεί η διαφάνεια όσον αφορά την ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού των τραπεζών και θα ενισχυθεί η πειθαρχία που επιβάλλει η αγορά.

Τον Δεκέμβριο του 2016 η ΕΚΤ δημοσίευσε τα αποτελέσματα του δεύτερου κύματος της έρευνας για την οικονομική κατάσταση και την κατανάλωση των νοικοκυριών (Household Finance and Consumption Survey), το οποίο κάλυψε περισσότερα από 84.000 νοικοκυριά στη ζώνη του ευρώ (εκτός της Λιθουανίας), όπως επίσης στην Ουγγαρία και την Πολωνία (βλ. και Ενότητα 5 του Κεφαλαίου 2). Η ανάλυση των ευρημάτων της έρευνας πεδίου θα συμβάλει στην καλύτερη κατανόηση του τρόπου με τον οποίο η μικροοικονομική ετερογένεια επηρεάζει τη διαμόρφωση των μακροοικονομικών μεγεθών.

Άλλες στατιστικές εξελίξεις

Το ΕΣΚΤ συνέχισε να αναπτύσσει νέες ή σημαντικά βελτιωμένες πλατφόρμες μικροδεδομένων ως πρωτογενή πηγή για τις στατιστικές του. Αν και η κατάρτιση αναλυτικών πληροφοριών συνεπάγεται μεγαλύτερη επιβάρυνση των στατιστικών υπηρεσιών του ΕΣΚΤ για την επεξεργασία και τη διασφάλιση της ποιότητας των δεδομένων, το δυνητικό της πλεονέκτημα είναι ότι μειώνει την επιβάρυνση των φορέων υποβολής στοιχείων. Επιπλέον, παρέχει ευελιξία και ταχύτητα όσον αφορά την προσαρμογή στις ανάγκες των χρηστών και βελτιώνει την ποιότητα και την εσωτερική συνοχή των συλλεγόμενων δεδομένων.

To προϊόν της Κεντρικής Βάσης Δεδομένων για τους Τίτλους διευρύνθηκε ώστε να διευκολύνει, μεταξύ άλλων, τη διαχείριση ενεχύρων.

Τον Μάιο 2016 η ΕΚΤ ενέκρινε έναν νέο στατιστικό Κανονισμό (EKT/2016/13) που καθιερώνει μια αναλυτική βάση δεδομένων η οποία περιλαμβάνει στοιχεία σχετικά με τις πιστώσεις και τον πιστωτικό κίνδυνο για το Ευρωσύστημα. Η δέσμη δεδομένων AnaCredit θα παρέχει από το τέλος του 2018 μηνιαίες πληροφορίες ανά δάνειο για πιστώσεις που χορηγούνται από τις τράπεζες της ζώνης του ευρώ και τα ξένα υποκαταστήματά τους σε εταιρίες και άλλα νομικά πρόσωπα, όπως ορίζονται στον Κανονισμό (δεν θα καλύπτονται φυσικά πρόσωπα). Ταυτόχρονα, η χωρητικότητα της Βάσης Δεδομένων Μητρώου Ιδρυμάτων και Θυγατρικών (Register of Institutions and Affiliates Database – RIAD) θα επεκταθεί ώστε να ενσωματώσει τις απαραίτητες πληροφορίες για τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις.

Τον Αύγουστο του 2016 η ΕΚΤ τροποποίησε τον Κανονισμό και την Κατευθυντήρια Γραμμή για την υποβολή στατιστικών στοιχείων για τη διακράτηση τίτλων προκειμένου να συλλέγονται από τους τραπεζικούς ομίλους πρόσθετες πληροφορίες σχετικά με λογιστικά χαρακτηριστικά και χαρακτηριστικά πιστωτικού κινδύνου. Επίσης, ο κατάλογος των τραπεζικών ομίλων που υποβάλλουν στοιχεία θα διευρυνθεί ώστε να καλύψει όλους τους σημαντικούς ομίλους που εποπτεύονται άμεσα από την ΕΚΤ. Επιπλέον, η τροποποιημένη Κατευθυντήρια Γραμμή θεσπίζει ένα πλαίσιο διαχείρισης ποιότητας των δεδομένων για την αξιολόγηση και τη διασφάλιση ποιότητας των παραγόμενων στοιχείων.

Το ΕΣΚΤ αποδίδει μεγάλη σημασία στην ποιότητα των στατιστικών του, ενώ προσπαθεί να διατηρεί την επιβάρυνση των φορέων που υποβάλλουν στοιχεία στο ελάχιστο. Από την άποψη αυτή, η ενοποίηση των στατιστικών και εποπτικών απαιτήσεων είναι ουσιαστικής σημασίας προκειμένου να απλοποιηθεί η συνολική διαδικασία υποβολής στοιχείων από τις τράπεζες στις εθνικές και τις ευρωπαϊκές αρχές. Τρεις βασικοί άξονες δράσης σε αυτόν τον τομέα σχετίζονται με: (α) την ανάπτυξη, σε συνεργασία με τον τραπεζικό κλάδο, του Λεξικού για την Ενοποιημένη Υποβολή Στοιχείων εκ μέρους των Τραπεζών, με στόχο την καθιέρωση κοινών κανόνων που θα εφαρμόζουν οι τράπεζες όταν υποβάλλουν στοιχεία στις αρχές[91], (β) την καθιέρωση ενός Ενιαίου Λεξικού Δεδομένων για το Ευρωσύστημα και τον ΕΕΜ και (γ) τη θέσπιση ενός ενιαίου εναρμονισμένου Ευρωπαϊκού Πλαισίου Υποβολής Στοιχείων για τις τράπεζες.

Τον Οκτώβριο του 2016 η ΕΚΤ αποφάσισε να βελτιώσει περαιτέρω τη διαφάνεια της αξιολόγησης επιπτώσεων που πραγματοποιείται για τους νέους κανονισμούς της ΕΚΤ για τις ευρωπαϊκές στατιστικές, διενεργώντας, εάν θεωρηθεί απαραίτητο, δημόσια διαβούλευση επιπλέον της διαδικασίας ανάλυσης κόστους-οφέλους που διεξάγεται από το 2000.

Τον Νοέμβριο του 2016 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η ΕΚΤ υπέγραψαν Μνημόνιο Συνεννόησης μεταξύ της Eurostat και της Γενικής Διεύθυνσης Στατιστικής της ΕΚΤ σχετικά με τη διασφάλιση της ποιότητας των στατιστικών δεδομένων στο πλαίσιο της διαδικασίας μακροοικονομικών ανισορροπιών.

Επίσης, το 2016 η ΕΚΤ συνέχισε να καθιστά τις στατιστικές της πιο προσιτές και φιλικές στο χρήστη, για παράδειγμα μέσω μιας νέας λειτουργίας αναζήτησης στη βάση δεδομένων Statistical Data Warehouse, δυναμικών γραφημάτων, μιας επικαιροποιημένης εφαρμογής ECBstatsApp, και νέων επεξηγήσεων στον δικτυακό τόπο της ΕΚΤ “Tα στατιστικά μας στοιχεία”.

Οικονομική έρευνα

Η παραγωγή υψηλής ποιότητας επιστημονικού ερευνητικού έργου βοηθά στην αξιόπιστη και εμπεριστατωμένη θεμελίωση των αναλύσεων πολιτικής που διενεργεί η ΕΚΤ και, ως εκ τούτου, συμβάλλει τα μέγιστα στην επίτευξη των στόχων πολιτικής. Κατά τη διάρκεια του 2016 οι οικονομικές έρευνες που διενεργήθηκαν στην ΕΚΤ οδήγησαν στη βαθύτερη κατανόηση πολλών απαιτητικών και μεταβαλλόμενων προτεραιοτήτων ανάλυσης. Επιπλέον, οι δραστηριότητες τριών ερευνητικών δικτύων προώθησαν την εντατική συνεργασία μεταξύ των ερευνητών σε ολόκληρο το ΕΣΚΤ.[92]

Ερευνητικές προτεραιότητες και ερευνητικές ομάδες της ΕΚΤ

Η έρευνα που διεξάγεται στην ΕΚΤ είναι οργανωμένη σε επτά ερευνητικές ομάδες, που εκτείνονται σε ένα ευρύ φάσμα οικονομικών και χρηματοπιστωτικών θεμάτων (βλ. Σχήμα 1). Οι εν λόγω ομάδες βοηθούν στον συντονισμό του ερευνητικού προγράμματος της τράπεζας μεταξύ των υπηρεσιακών μονάδων. Επιπλέον, για την καλύτερη δυνατή αξιοποίηση των πολλών και ποικίλων δεξιοτήτων που υπάρχουν σε διάφορες μονάδες της ΕΚΤ, οι ερευνητικές ομάδες συνεργάζονται μεταξύ τους σε θέματα κοινού ενδιαφέροντος. Το 2016 οι ερευνητικές ομάδες της ΕΚΤ επικεντρώθηκαν σε τέσσερις βασικές ερευνητικές προτεραιότητες (βλ. Σχήμα 2), εμβαθύνοντας σε θέματα όπως η μετάδοση της νομισματικής πολιτικής, οι παράγοντες που συμβάλλουν στον χαμηλό πληθωρισμό και η λειτουργία των νέων θεσμικών ρυθμίσεων στην ΟΝΕ. Εκτός από αυτούς τους βασικούς τομείς, άλλα θέματα αφορούσαν τους μέτριους ρυθμούς ανάπτυξης στη ζώνη του ευρώ, το παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον, την τραπεζική και μικροπροληπτική πολιτική, καθώς επίσης και την ανάπτυξη και περαιτέρω βελτίωση οικονομετρικών υποδειγμάτων. Όσον αφορά το τελευταίο θέμα, ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην ανάπτυξη πιο επικαιροποιημένων υποδειγμάτων για τις εθνικές οικονομίες και για τη ζώνη του ευρώ ως σύνολο που να αποτυπώνουν πιο διεξοδικά τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ του χρηματοπιστωτικού και του πραγματικού τομέα της οικονομίας.

Σχήμα 1

Ερευνητικές ομάδες της ΕΚΤ

Σχήμα 2

Ερευνητικές προτεραιότητες το 2016

Τα ερευνητικά δίκτυα του Ευρωσυστήματος/ΕΣΚΤ

Τα ερευνητικά δίκτυα του Ευρωσυστήματος/ΕΣΚΤ πραγματοποίησαν σημαντική πρόοδο κατά τη διάρκεια του 2016, καθώς και τα τρία τους βοήθησαν σημαντικά στην καλύτερη κατανόηση της λειτουργίας των οικονομιών της ΕΕ και της ζώνης του ευρώ.

Το Δίκτυο Έρευνας της Δυναμικής των Μισθών (Wage Dynamics Network – WDN) ολοκλήρωσε το τρίτο κύμα της συναφούς έρευνας πεδίου, που σκοπό είχε να αξιολογήσει τους τρόπους με τους οποίους οι επιχειρήσεις στην ΕΕ αντέδρασαν στις διάφορες διαταραχές και στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που έλαβαν χώρα κατά την περίοδο 2010-13. Η έρευνα καλύπτει περισσότερες από 25.000 επιχειρήσεις από 25 χώρες της ΕΕ και παρέχει μια πλήρως εναρμονισμένη σειρά στοιχείων που επιτρέπει την ενδελεχή ανάλυση μεταξύ των χωρών. Κατά τη διάρκεια του έτους το δίκτυο δημοσίευσε εκθέσεις ανά χώρα παρουσιάζοντας τα βασικά ευρήματα, όπως επίσης και ένα άρθρο στο Οικονομικό Δελτίο της ΕΚΤ, στο οποίο παρουσιάζονται εκτενή νέα στοιχεία σχετικά με την προσαρμογή των μισθών. Μια βασική διαπίστωση είναι ότι η συχνότητα των μισθολογικών μεταβολών στις χώρες της ΕΕ ήταν χαμηλότερη κατά την περίοδο 2010-13 από ό,τι την προ της κρίσης περίοδο 2002-2007 και αυτό αποδίδεται, εν μέρει τουλάχιστον, στην απροθυμία των επιχειρήσεων να μειώσουν τους βασικούς μισθούς, αν και αυτή η τάση ήταν πιο περιορισμένη στις χώρες που βρίσκονται σε πρόγραμμα μακροοικονομικής προσαρμογής.

Το Δίκτυο για τα Οικονομικά και την Κατανάλωση των Νοικοκυριών (Household Finance and Consumption Network) συντονίζει τη διεξαγωγή της έρευνας πεδίου για την οικονομική κατάσταση και την κατανάλωση των νοικοκυριών και αναλύει τα στοιχεία που προκύπτουν με απώτερο στόχο την κατανόηση του τρόπου με τον οποίο οι διαφορές μεταξύ των καταναλωτών μπορούν να βοηθήσουν στην ερμηνεία των συνολικών οικονομικών εξελίξεων. Το 2016 το δίκτυο δημοσίευσε έκθεση παρουσιάζοντας τα αποτελέσματα του δεύτερου κύματος της έρευνας, το οποίο κάλυψε περισσότερα από 84.000 νοικοκυριά σε 20 χώρες. Η έρευνα πεδίου εξετάζει μεταξύ άλλων τον πλούτο των νοικοκυριών και την κατανομή του μεταξύ των νοικοκυριών (βλ. Διάγραμμα 35). Το διάμεσο νοικοκυριό έχει καθαρό πλούτο 104.100 ευρώ, το 75ο εκατοστημόριο της κατανομής είναι 258.800 ευρώ, το 90ο 496.000 ευρώ και το 95ο 743.900 ευρώ. Το δίκτυο ερεύνησε διάφορους ευρείς τομείς, όπως: οι προσδιοριστικοί παράγοντες της κατανάλωσης, η μελέτη της χρηματοοικονομικής ευπάθειας των νοικοκυριών για την αξιολόγηση των μακροπροληπτικών εργαλείων, οι διανεμητικές επιδράσεις των τιμών των περιουσιακών στοιχείων και της νομισματικής πολιτικής[93], η μέτρηση της κατανομής του πλούτου μεταξύ των νοικοκυριών και η αντίδραση της καταναλωτικής δαπάνης στη φορολογική πολιτική.

Διάγραμμα 35

Η κατανομή του πλούτου στα νοικοκυριά της ζώνης του ευρώ

(άξονας y: χιλιάδες ευρώ, άξονας x: εκατοστημόρια καθαρού πλούτου)

Πηγή: Έρευνα του Ευρωσυστήματος για την οικονομική κατάσταση και την κατανάλωση των νοικοκυριών.

Κατά τη διάρκεια του 2016 το Δίκτυο Έρευνας της Ανταγωνιστικότητας (Competitiveness Research Network) συνέχισε να λειτουργεί ως κόμβος για τους ερευνητές του ΕΣΚΤ στον τομέα της ανάλυσης της ανταγωνιστικότητας και της παραγωγικότητας. Το ερευνητικό έργο που παρήχθη ήταν ιδιαίτερα πλούσιο όσον αφορά το διεθνές εμπόριο, την παγκόσμια μετάδοση των οικονομικών διαταραχών και την αποτελεσματικότητα της κατανομής πόρων στην ΕΕ. Σημαντικό έργο του δικτύου το 2016 ήταν η συλλογή και δημοσίευση της πέμπτης σειράς στοιχείων του δικτύου σε επίπεδο επιχείρησης στην ΕΕ. Το εν λόγω σύνολο δεδομένων αποτελείται από μια ολοκληρωμένη ομάδα δεικτών που σχετίζονται με την παραγωγικότητα και είναι μοναδικό ως προς τη συγκρισιμότητα και την κάλυψη μεταξύ χωρών. Η έρευνα με αυτά τα νέα στοιχεία συνέβαλε στην καλύτερη κατανόηση της σχέσης μεταξύ της ανόδου της παραγωγικότητας και της δημιουργίας απασχόλησης στη ζώνη του ευρώ.

Συνέδρια και δημοσιεύσεις

Tα τελευταία χρόνια η προηγμένη έρευνα και ο διάλογος με οικονομολόγους από τον ακαδημαϊκό χώρο αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερη σημασία, καθώς τα θέματα που σχετίζονται με την ΕΚΤ έχουν αυξηθεί σε αριθμό και πολυπλοκότητα. Έχοντας αυτό κατά νου, η ΕΚΤ οργάνωσε διάφορα υψηλού επιπέδου ερευνητικά συνέδρια το 2016, τα οποία επικεντρώθηκαν σε μερικά από τα πιο φλέγοντα ζητήματα που αντιμετωπίζουν οι κεντρικές τράπεζες. Δύο σημαντικές εκδηλώσεις που έλαβαν χώρα εντός του έτους ήταν το Φόρουμ Κεντρικών Τραπεζών που διοργάνωσε η ΕΚΤ στη Σίντρα και το πρώτο Ετήσιο Ερευνητικό Συνέδριο της ΕΚΤ. Άλλα σημαντικά συνέδρια ήταν και το Διεθνές Ερευνητικό Φόρουμ για τη Νομισματική Πολιτική (International Monetary Policy Research Forum), το 9ο Εργαστήριο για Τεχνικές Προβλέψεων (the 9th Workshop on Forecasting Techniques) που διοργάνωσε η ΕΚΤ και το 12ο Συνέδριο του Δικτύου Έρευνας της Ανταγωνιστικότητας (12th Competitiveness Research Network Conference).

Πολλές από τις ερευνητικές δραστηριότητες της ΕΚΤ επίσης κατέληξαν σε δημοσιευμένες μελέτες. Συνολικά, 115 μελέτες δημοσιεύθηκαν στη σειρά “Working Papers” της ΕΚΤ κατά τη διάρκεια του 2016. Επιπλέον, 73 μελέτες που εκπονήθηκαν ή συνεκπονήθηκαν από στελέχη της ΕΚΤ δημοσιεύθηκαν σε έγκριτα επιστημονικά περιοδικά. Αυτό το σύνολο των ερευνητικών μελετών υψηλής ποιότητας αποτέλεσε επίσης τη βάση για την καλύτερη γνωστοποίηση των πορισμάτων των ερευνών σε ένα ευρύτερο κοινό, για παράδειγμα μέσω τoυ δελτίου της ΕΚΤ με τίτλο “Research Bulletin”.

Νομικές δραστηριότητες και καθήκοντα

Το 2016 η ΕΚΤ έλαβε μέρος σε αρκετές δικαστικές διαδικασίες σε επίπεδο ΕΕ. Εξέδωσε επίσης πολλές γνώμες βάσει της εκ της Συνθήκης υποχρέωσης να ζητείται η γνώμη της για κάθε σχεδιαζόμενη νομοθετική πράξη της ΕΕ ή εθνική νομοθετική ρύθμιση που εμπίπτει στους τομείς αρμοδιότητάς της, καθώς και σε σχέση με τη συμμόρφωση προς την απαγόρευση της νομισματικής χρηματοδότησης και της προνομιακής πρόσβασης. Τέλος, η ΕΚΤ εξέδωσε σειρά νομικών πράξεων που αφορούν τα εποπτικά της καθήκοντα.

Συμμετοχή της ΕΚΤ σε δικαστικές διαδικασίες σε επίπεδο ΕΕ

Τον Σεπτέμβριο του 2016 το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξέδωσε δύο αποφάσεις επί προσφυγών ορισμένων καταθετών των κυπριακών τραπεζών στις οποίες εφαρμόστηκαν μέτρα εξυγίανσης το 2013. Οι προσφεύγοντες ισχυρίστηκαν ότι τα εν λόγω μέτρα εξυγίανσης επιβλήθηκαν από την ΕΚΤ και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με βάση τη συμμετοχή τους στις συνεδριάσεις του Eurogroup και τον ρόλο τους στη διαπραγμάτευση και έγκριση του κυπριακού Μνημονίου.

Στην πρώτη σειρά υποθέσεων[94], οι προσφεύγοντες ζητούσαν την ακύρωση της δήλωσης του Eurogroup της 25.3.2013 σχετικά με το πρόγραμμα οικονομικής στήριξης της Κύπρου και ειδικότερα την αναδιάρθρωση του τραπεζικού τομέα της. Το Δικαστήριο επιβεβαίωσε τη διαπίστωση του Γενικού Δικαστηρίου ότι η επίδικη δήλωση του Eurogroup δεν μπορεί να θεωρηθεί ως κοινή απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της ΕΚΤ. Το Δικαστήριο επισήμανε επίσης ότι η έγκριση από τις κυπριακές αρχές του αναγκαίου νομικού πλαισίου για την αναδιάρθρωση των τραπεζών δεν ήταν δυνατόν να θεωρηθεί ότι έχει επιβληθεί από κοινή απόφαση της Επιτροπής και της ΕΚΤ η οποία εκφράστηκε συγκεκριμένα με τη μορφή της επίδικης δήλωσης του Eurogroup. Συνεπώς οι υποθέσεις απορρίφθηκαν ως απαράδεκτες.

Στη δεύτερη σειρά υποθέσεων[95], οι προσφεύγοντες ζητούσαν αποζημίωση ισχυριζόμενοι ότι υπέστησαν ζημία λόγω της προσθήκης στο κυπριακό Μνημόνιο παραγράφων που αναφέρονται στην εξυγίανση των δύο κυπριακών τραπεζών ή/και ακύρωση των επίμαχων παραγράφων. Το Δικαστήριο αναίρεσε τις διατάξεις με τις οποίες το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε ως απαράδεκτες τις προσφυγές, με το σκεπτικό ότι η προβαλλόμενη παράνομη συμπεριφορά των θεσμικών οργάνων της ΕΕ, ακόμη και εντός του νομικού πλαισίου της Συνθήκης για τη θέσπιση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (“Συνθήκη ΕΜΣ”), μπορεί θεωρητικά να γεννά αστική ευθύνη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, βάσει του άρθρου 340(2) και (3) της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η διαπίστωση αυτή βασίστηκε στην υποχρέωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 17(1) της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση να προάγει το κοινό συμφέρον της Ένωσης και να επιβλέπει την εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης, καθώς και την υποχρέωσή της σύμφωνα με το άρθρο 13(3) και (4) της Συνθήκης ΕΜΣ να διασφαλίζει ότι τα μνημόνια που συνάπτονται από τον ΕΜΣ είναι συμβατά προς το δίκαιο της ΕΕ. Το Δικαστήριο επί της ουσίας της υποθέσεως έκρινε ότι, εν όψει του σκοπού γενικού συμφέροντος που επιδιώκει η Ευρωπαϊκή Ένωση, ήτοι της διασφάλισης της σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος της ζώνης του ευρώ, τα μέτρα εξυγίανσης που καθορίζονται στο κυπριακό Μνημόνιο δεν συνιστούν υπέρμετρα επαχθή και δυσανάλογη παρέμβαση θίγουσα το δικαίωμα ιδιοκτησίας των προσφευγόντων. Συνεπώς, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι η Επιτροπή με το να επιτρέψει την υιοθέτηση της επίμαχης παραγράφου στο κυπριακό Μνημόνιο συνέβαλε στην προσβολή του δικαιώματος ιδιοκτησίας των προσφευγόντων. Το Δικαστήριο απέρριψε τα αιτήματα αποζημιώσεως ως νόμω αβάσιμα.

Τον Ιούλιο του 2016 το Γενικό Δικαστήριο της ΕΕ εξέδωσε απόφαση υπέρ της ΕΚΤ επί προσφυγής ακύρωσης και αγωγής αποζημίωσης αναφορικά με ορισμένες αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ σχετικά με την παροχή έκτακτης ενίσχυσης σε ρευστότητα (ELA) από την Τράπεζα της Ελλάδος προς τις ελληνικές τράπεζες. Στην υπόθεση T-368/15, η προσφεύγουσα ισχυρίστηκε ότι οι προσβαλλόμενες αποφάσεις σχετικά με την έκτακτη ενίσχυση σε ρευστότητα (ELA) ήταν παράνομες και “αναπόφευκτα οδήγησαν” στην επιβολή προσωρινής τραπεζικής αργίας και περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων από τις ελληνικές αρχές το καλοκαίρι του 2015, που με τη σειρά τους είχαν ως αποτέλεσμα η προσφεύγουσα να υποστεί “σοβαρή και ανεπανόρθωτη ζημία”. Σχετικά με το αίτημα ακύρωσης, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι η προϋπόθεση του έννομου συμφέροντος στο πρόσωπο της προσφεύγουσας προδήλως δεν συντρέχει και συνεπώς απέρριψε το αίτημα ως απαράδεκτο. Ειδικότερα, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι με τη διατήρηση του ανώτατου ορίου του ELA, οι προσβαλλόμενες αποφάσεις δεν επέβαλαν με κανέναν τρόπο τα επίμαχα μέτρα (δηλ. τους περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων) και ως εκ τούτου οι ελληνικές αρχές είχαν απόλυτη ελευθερία να λάβουν μέτρα διαφορετικά από τα εν λόγω μέτρα. Το Γενικό Δικαστήριο επίσης απέρριψε το αίτημα για αποζημίωση ως απαράδεκτο.

Τον Μάιο του 2016 το Γενικό Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση επί της αίτησης αναιρέσεως που υπέβαλαν 150 υπάλληλοι της ΕΚΤ (υπόθεση T-129/14 P) κατά της απόφασης του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της ΕΕ στην υπόθεση F-15/10 σχετικά με τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος της ΕΚΤ. Τον Μάιο του 2009, μετά από μια διαδικασία μεταρρύθμισης περίπου δύο ετών, η ΕΚΤ “πάγωσε” το υπάρχον Συνταξιοδοτικό Πρόγραμμα, ένα υβριδικό σύστημα, και υιοθέτησε ένα νέο Συνταξιοδοτικό Σύστημα, που αποτελείται από ένα σκέλος καθορισμένων παροχών ως πρώτο πυλώνα και ένα σκέλος καθορισμένων εισφορών ως δεύτερο πυλώνα. Τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα συσσωρεύονται στο Συνταξιοδοτικό Σύστημα της ΕΚΤ για χρόνο υπηρεσίας από 1.6.2009, για όλους τους υπαλλήλους, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που είχαν προσληφθεί έως και την ημερομηνία έναρξης ισχύος της μεταρρύθμισης, με μοναδική εξαίρεση όσους στις 31.5.2009 είχαν ηλικία μεταξύ 60 και 65 ετών και οι οποίοι εξακολούθησαν να καλύπτονται από το Συνταξιοδοτικό Πρόγραμμα της ΕΚΤ ως προς το παρελθόν και το μελλοντικό διάστημα υπηρεσίας τους. Η αίτηση αναιρέσεως που κατατέθηκε από 150 υπαλλήλους επέκρινε σε πολλά σημεία την πρωτόδικη απόφαση, με επίκληση οκτώ λόγων αναιρέσεως. Με την απόφαση επί της αναιρέσεως το Γενικό Δικαστήριο επικύρωσε την απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, απορρίπτοντας και τους οκτώ λόγους στο σύνολό τους και ως εκ τούτου επιβεβαιώνοντας πλήρως τη νομιμότητα της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού συστήματος της ΕΚΤ. Όσον αφορά τη διαδικασία που ακολουθήθηκε για την εφαρμογή της μεταρρύθμισης, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι η ΕΚΤ δεν είχε παραβεί τις αρχές της νομιμότητας και της ασφάλειας δικαίου. Επιβεβαίωσε ότι οι αλλαγές στους κανόνες συνταξιοδότησης είχαν αποφασιστεί σύμφωνα με τους κανόνες που διέπουν την αρμοδιότητα και τη διαδικασία. Όσον αφορά τα ουσιαστικά ζητήματα, η απόφαση αυτή αποτέλεσε αφορμή για μια εις βάθος ανάλυση της φύσης των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων. Το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα δεν συνιστούν “αμοιβή” κατά την έννοια της Οδηγίας 91/533[96]. Ως εκ τούτου, δεν αποτελούν άυλο στοιχείο της σύμβασης εργασίας και η ΕΚΤ δικαιούται να μεταρρυθμίζει το καθεστώς συνταξιοδότησης χωρίς τη συγκατάθεση του προσωπικού της. Όσον αφορά το κεκτημένο δικαίωμα που επικαλούνται οι προσφεύγοντες να συνταξιοδοτηθούν με τη συμπλήρωση του 60ού έτους της ηλικίας τους χωρίς μείωση των παροχών, το Γενικό Δικαστήριο υπενθύμισε ότι, κατά πάγια νομολογία, ένας υπάλληλος μπορεί να επικαλεστεί κεκτημένο δικαίωμα μόνον εφόσον το γενεσιουργό του δικαιώματός του γεγονός ανάγεται σε χρόνο προγενέστερο της τροποποιήσεως των διατάξεων. Επιπλέον, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι τα κεκτημένα δικαιώματα των υπαλλήλων που είχαν συμπληρώσει το 60ό έτος της ηλικίας τους όταν η μεταρρύθμιση τέθηκε σε ισχύ δεν θίγονται από τη μεταρρύθμιση, δεδομένου του μεταβατικού καθεστώτος που είχε προβλέψει η ΕΚΤ, ως μέρος της δέσμης μεταρρυθμίσεων.

Γνώμες της ΕΚΤ και περιπτώσεις μη συμμόρφωσης

Σύμφωνα με τα άρθρα 127(4) και 282(5) της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πρέπει να ζητείται η γνώμη της ΕΚΤ για κάθε προτεινόμενη κοινοτική ή εθνική νομοθετική ρύθμιση που εμπίπτει στο πεδίο αρμοδιοτήτων της.[97] Όλες οι γνώμες της ΕΚΤ δημοσιεύονται στον δικτυακό της τόπο. Οι γνώμες της ΕΚΤ επί προτεινόμενων κοινοτικών νομοθετικών διατάξεων δημοσιεύονται επίσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το 2016 η ΕΚΤ εξέδωσε 8 γνώμες επί προτεινόμενων κοινοτικών νομοθετικών ρυθμίσεων και 53 γνώμες επί σχεδίων εθνικών νομοθετικών ρυθμίσεων που εμπίπτουν στο πεδίο αρμοδιοτήτων της.

Σε επίπεδο ΕΕ, οι πιο σημαντικές γνώμες[98] που εξέδωσε η ΕΚΤ αφορούσαν τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού πλαισίου για απλές, διαφανείς και τυποποιημένες τιτλοποιήσεις και τροποποιήσεις του κανονισμού για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις (CON/2016/11), την ενιαία εκπροσώπηση της ζώνης του ευρώ στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (CON/2016/22) και τη θέσπιση ευρωπαϊκού συστήματος ασφάλισης των καταθέσεων (CON/2016/26).

Μεταξύ των περιπτώσεων που ζητήθηκε η γνώμη της ΕΚΤ από εθνικές αρχές, ορισμένες αφορούσαν νομοθετικές διατάξεις σχετικά με τραπεζογραμμάτια και κέρματα[99], την επίβλεψη των συστημάτων πληρωμών[100], το σύστημα τίτλων σε λογιστική μορφή[101], τη θέσπιση υποχρεωτικών όρων για τις μεταφορές πιστώσεων και τις άμεσες χρεώσεις[102] και την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας[103].

Η ΕΚΤ εξέδωσε γνώμες σχετικά με τις εθνικές κεντρικές τράπεζες (ΕθνΚΤ), μεταξύ άλλων αναφορικά με τις απαιτήσεις του λογιστικού ελέγχου που εφαρμόζονται σε μια ΕθνΚΤ[104], τις υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων μιας ΕθνΚΤ έναντι του εθνικού κοινοβουλίου[105], τη λειτουργία του οργάνου λήψεως αποφάσεων μιας ΕθνΚΤ[106], τη μείωση των αμοιβών των ανώτερων στελεχών μιας ΕθνΚΤ[107], την απόκτηση από μια ΕθνΚΤ της κυριότητας ενός φορέα που διενεργεί πράξεις νομισματικής πολιτικής στις εξόχως απόκεντρες περιοχές και υπερπόντια εδάφη της[108], τις πράξεις έκτακτης ενίσχυσης σε ρευστότητα μιας ΕθνΚΤ[109], τις αρμοδιότητες μιας ΕθνΚΤ σχετικά με την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων[110], τον ρόλο μιας ΕθνΚΤ σχετικά με το σύστημα εγγύησης των καταθέσεων[111], την εποπτεία εκ μέρους μιας ΕθνΚΤ της παροχής υπηρεσιών πληρωμών[112], οργανισμούς διαχείρισης διαδικασίας μεταβίβασης ακίνητης ιδιοκτησίας (escrow institutions)[113] και ρυθμίσεις σχετικά με την καταναλωτική πίστη[114], τη λειτουργία κεντρικών αρχείων δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς και μητρώων τραπεζικών λογαριασμών από τις ΕθνΚΤ[115], τη συλλογή χρηματοοικονομικών στατιστικών δεδομένων από μια ΕθνΚΤ[116], τον ρόλο μιας ΕθνΚΤ στην αξιολόγηση του ανταγωνισμού στην αγορά στεγαστικών δανείων[117], την εισφορά μιας ΕθνΚΤ σε ειδικό ταμείο που διαχειρίζεται το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο[118], τον ρόλο μιας ΕθνΚΤ στην παροχή στοιχείων για τα επιβαλλόμενα τέλη επί ασφαλίστρων[119], τα μέσα νομισματικής πολιτικής των ΕθνΚΤ εκτός ζώνης του ευρώ[120], τον αποκλεισμό της δυνατότητας συμψηφισμού σε σχέση με απαιτήσεις που παρέχονται ως ασφάλεια σε κεντρικές τράπεζες του ΕΣΚΤ[121] και την έκδοση αναμνηστικών τραπεζογραμματίων από μια ΕθνΚΤ[122].

Η ΕΚΤ εξέδωσε γνώμες για διάφορες πτυχές των δραστηριοτήτων των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων[123], μεταξύ άλλων την ιεράρχηση πιστωτών των πιστωτικών ιδρυμάτων στο πλαίσιο διαδικασιών αφερεγγυότητας[124], την επιβολή ορίων επί των κυμαινόμενων επιτοκίων των στεγαστικών δανείων[125], τον εκτοκισμό αποταμιευτικών λογαριασμών[126], τις προϋποθέσεις τοκοχρεολυτικής απόσβεσης στεγαστικών δανείων[127], την επιστροφή ορισμένων διαφορών συναλλαγματικής ισοτιμίας που επιβαρύνουν δάνεια συνομολογούμενα σε ξένο νόμισμα[128], την αναδιάρθρωση δανείων που έχουν συνομολογηθεί σε ξένο νόμισμα[129], τη μεταρρύθμιση των συνεταιριστικών τραπεζών[130], περιορισμούς στην απόκτηση ακινήτων ή μετοχικού κεφαλαίου από τα πιστωτικά ιδρύματα[131], τον διορισμό των μελών του εποπτικού συμβουλίου μιας τράπεζας[132], τους λόγους εξυπηρέτησης χρέους προς το εισόδημα και ύψους δανείου προς αξία εξασφαλίσεων[133], ένα εγγυοδοτικό σύστημα για τις τιτλοποιήσεις μη εξυπηρετούμενων δανείων[134], την επιβολή φόρου επί ορισμένων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων[135], τη λειτουργία κεντρικών αρχείων δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς[136] και τη λειτουργία εθνικού συστήματος εγγύησης των καταθέσεων[137].

Η ΕΚΤ εξέδωσε επίσης γνώμη σχετικά με τον ρόλο του εκπροσώπου μιας εθνικής αρχής χρηματοπιστωτικής εποπτείας στο Εποπτικό Συμβούλιο της EKT[138].

Καταγράφηκαν οκτώ περιπτώσεις μη συμμόρφωσης προς την υποχρέωση να ζητείται η γνώμη της ΕΚΤ επί σχεδίων εθνικών νομοθετικών ρυθμίσεων, από τις οποίες οι ακόλουθες κρίθηκαν σαφείς και σημαντικές[139].

Η γνώμη της ΕΚΤ δεν ζητήθηκε από το Υπουργείο Οικονομικών της Ιταλίας επί νομοθετικού διατάγματος σχετικά με επείγοντα μέτρα για την προστασία των αποταμιεύσεων στον τραπεζικό τομέα, με στόχο τη θέσπιση νομικού πλαισίου για την παροχή έκτακτης δημόσιας οικονομικής ενίσχυσης προς τις ιταλικές τράπεζες. Η γνώμη της ΕΚΤ δεν ζητήθηκε από το ελληνικό Υπουργείο Οικονομικών επί του νόμου για τις ηλεκτρονικές πληρωμές.

Τέλος, η γνώμη της ΕΚΤ δεν ζητήθηκε από το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας της Ουγγαρίας επί του νόμου για τους Εθνικούς Οικοδομικούς Συνεταιρισμούς[140], εγείροντας ανησυχίες για πιθανή παράβαση της αρχής της ανεξαρτησίας της κεντρικής τράπεζας.

Οι περιπτώσεις στις οποίες δεν ζητήθηκε η γνώμη της ΕΚΤ από την Ελλάδα, την Ουγγαρία και την Ιταλία κρίθηκαν σαφείς και σημαντικές καθώς και επανειλημμένες.

Νομικές εξελίξεις σχετικά με τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό

Το 2016 η ΕΚΤ εξέδωσε σειρά νομικών πράξεων που αφορούν την εκτέλεση των εποπτικών καθηκόντων της, οι οποίες δημοσιεύθηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στον δικτυακό τόπο της ΕΚΤ. Κατάλογος των νομικών πράξεων που έχει εκδώσει η ΕΚΤ σχετικά με την τραπεζική εποπτεία είναι διαθέσιμος στην Ετήσια Έκθεση της ΕΚΤ για την εποπτική δραστηριότητα 2016.

Συμμόρφωση προς την απαγόρευση της νομισματικής χρηματοδότησης και της προνομιακής πρόσβασης

Σύμφωνα με το άρθρο 271(δ) της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει ανατεθεί στην ΕΚΤ το καθήκον να παρακολουθεί τη συμμόρφωση των εθνικών κεντρικών τραπεζών (ΕθνΚΤ) της ΕΕ και της ΕΚΤ προς τις απαγορεύσεις που απορρέουν από τα άρθρα 123 και 124 της Συνθήκης και από τους Κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 3603/93 και 3604/93 του Συμβουλίου. Το άρθρο 123 απαγορεύει στην ΕΚΤ και στις ΕθνΚΤ να παρέχουν διευκολύνσεις υπεραναλήψεων ή άλλου είδους πιστωτικές διευκολύνσεις προς κυβερνήσεις και όργανα ή οργανισμούς της ΕΕ, καθώς και να αγοράζουν στην πρωτογενή αγορά χρεόγραφα εκδόσεώς τους. Το άρθρο 124 απαγορεύει οποιοδήποτε μέτρο, εφόσον δεν υπαγορεύεται από λόγους προληπτικής εποπτείας, που θεσπίζει προνομιακή πρόσβαση των κυβερνήσεων και των οργάνων ή οργανισμών της ΕΕ σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Παράλληλα με το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ, τη συμμόρφωση των κρατών-μελών προς τις ανωτέρω διατάξεις παρακολουθεί και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Η ΕΚΤ παρακολουθεί επίσης τις τοποθετήσεις, μέσω της δευτερογενούς αγοράς, των κεντρικών τραπεζών της ΕΕ σε χρεόγραφα που έχουν εκδοθεί από τον εγχώριο δημόσιο τομέα, τον δημόσιο τομέα άλλων κρατών-μελών και από όργανα και οργανισμούς της ΕΕ. Σύμφωνα με το σκεπτικό του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3603/93 του Συμβουλίου, η απόκτηση χρεογράφων του δημόσιου τομέα στη δευτερογενή αγορά δεν πρέπει να χρησιμοποιείται για την καταστρατήγηση του άρθρου 123 της Συνθήκης. Οι τοποθετήσεις αυτές δεν πρέπει να αποτελούν μορφή έμμεσης νομισματικής χρηματοδότησης του δημόσιου τομέα.

Η άσκηση παρακολούθησης που διενεργήθηκε το 2016 επιβεβαιώνει ότι οι διατάξεις των άρθρων 123 και 124 της Συνθήκης και οι σχετικοί Κανονισμοί του Συμβουλίου γενικώς τηρήθηκαν.

Από την άσκηση παρακολούθησης προέκυψε ότι, όσον αφορά το επιτόκιο που εφαρμόζεται στις καταθέσεις του δημόσιου τομέα, το 2016 δεν είχαν θεσπίσει όλες οι ΕθνΚΤ της ΕΕ πολιτική σε πλήρη συμμόρφωση προς τα ανώτατα όρια επιτοκίου. Ειδικότερα, ορισμένες ΕθνΚΤ οφείλουν να διασφαλίσουν ότι το επιτόκιο των καταθέσεων του δημόσιου τομέα δεν υπερβαίνει το ανώτατο όριο, ακόμη και όταν αυτό είναι αρνητικό.

Η ΕΚΤ έκρινε ότι η ίδρυση και χρηματοδότηση της εταιρίας διαχείρισης απαιτήσεων MARK Zrt. από την Magyar Nemzeti Bank συνιστά παράβαση της απαγόρευσης της νομισματικής χρηματοδότησης, η οποία πρέπει να διορθωθεί.

Τον Μάιο του 2016 η Magyar Nemzeti Bank παρείχε μεταβατική διευκόλυνση ρευστότητας διάρκειας τριών μηνών στο ουγγρικό σύστημα αποζημίωσης επενδυτών Karrendezesi Alap. Η ΕΚΤ έκρινε ότι η εν λόγω πράξη προσκρούει δυνητικά στην απαγόρευση νομισματικής χρηματοδότησης, δεδομένου ότι για την παροχή βραχυπρόθεσμης χρηματοδότησης στο σύστημα αποζημίωσης επενδυτών υπήρχαν και άλλες διαθέσιμες δυνατότητες, οι οποίες δεν απαιτούσαν τη χρηματοδοτική συμμετοχή της Magyar Nemzeti Bank. Η περίπτωση αυτή δεν θα πρέπει να αποτελέσει προηγούμενο.

Σε συνέχεια του σχετικού ζητήματος που αναφέρθηκε στην Ετήσια Έκθεση της ΕΚΤ για το 2014 και για το 2015, η ΕΚΤ εξακολούθησε να παρακολουθεί διάφορα προγράμματα που ξεκίνησε η Magyar Nemzeti Bank το 2014 και το 2015. Τα εν λόγω προγράμματα δεν σχετίζονταν με τη νομισματική πολιτική και θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι προσκρούουν δυνητικά στην απαγόρευση της νομισματικής χρηματοδότησης, στον βαθμό που θα μπορούσε να εκληφθεί ότι η Magyar Nemzeti Bank αναλαμβάνει καθήκοντα που ανήκουν στο κράτος ή με άλλον τρόπο παρέχει οικονομικά οφέλη στο κράτος. Αυτά περιλάμβαναν επενδύσεις σε ακίνητα από την Magyar Nemzeti Bank, ένα πρόγραμμα με σκοπό την εξοικείωση του κοινού με χρηματοπιστωτικά θέματα, το οποίο διαχειριζόταν ένα δίκτυο έξι ιδρυμάτων και την επενδυτική στρατηγική αυτών των ιδρυμάτων, την ένταξη των πρώην εργαζομένων της Ουγγρικής Αρχής Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας στο προσωπικό της κεντρικής τράπεζας, ένα πρόγραμμα αγοράς ουγγρικών έργων τέχνης και πολιτιστικών αγαθών, καθώς και ένα πρόγραμμα παροχής κινήτρων στις τράπεζες για την αγορά επιλέξιμων τίτλων, κυρίως κρατικών ομολόγων. Εν όψει του πλήθους, του εύρους και του μεγέθους των εν λόγω προγραμμάτων, η ΕΚΤ θα συνεχίσει να παρακολουθεί προσεκτικά τις σχετικές πράξεις ώστε να διασφαλίσει ότι η πραγματοποίησή τους δεν προσκρούει στην απαγόρευση της νομισματικής χρηματοδότησης και της προνομιακής πρόσβασης. Επίσης, η Magyar Nemzeti Bank θα πρέπει να διασφαλίσει ότι οι πόροι τους οποίους παρείχε στο δίκτυο ιδρυμάτων της δεν χρησιμοποιούνται, άμεσα ή έμμεσα, για σκοπούς χρηματοδότησης του κράτους. Επιπλέον, η ΕΚΤ θα εξακολουθήσει να παρακολουθεί την ανάμιξη της Magyar Nemzeti Bank στο Χρηματιστήριο της Βουδαπέστης, δεδομένου ότι η αγορά της πλειοψηφίας των μετοχών του Χρηματιστηρίου της Βουδαπέστης από την Magyar Nemzeti Bank τον Νοέμβριο του 2015 μπορεί να θεωρηθεί ότι γεννά ανησυχίες από πλευράς νομισματικής χρηματοδότησης.

Η μείωση στοιχείων ενεργητικού συναφών με την IBRC από τη Banc Ceannais na hÉireann/Central Bank of Ireland το 2016, κυρίως μέσω πωλήσεων μακροπρόθεσμων τίτλων κυμαινόμενου επιτοκίου, είναι ένα βήμα προς την αναγκαία πλήρη διάθεση των εν λόγω στοιχείων. Ωστόσο, ένα πιο φιλόδοξο πρόγραμμα πωλήσεων θα περιόριζε περαιτέρω τις σοβαρές ανησυχίες που εξακολουθούν να υπάρχουν από πλευράς νομισματικής χρηματοδότησης.

Διεθνείς και ευρωπαϊκές σχέσεις

Ευρωπαϊκές σχέσεις

Το 2016 η ΕΚΤ διατήρησε τις τακτικές επαφές της με θεσμικά όργανα και φορείς της ΕΕ, ιδίως με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, το Συμβούλιο ECOFIN, το Eurogroup και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Στη διάρκεια του έτους έγιναν περαιτέρω βήματα για την ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης και τη συνέχιση της αποκατάστασης της ευρωστίας του χρηματοπιστωτικού τομέα στη ζώνη του ευρώ. Η οικονομική κατάσταση στη ζώνη του ευρώ και το πρόγραμμα μακροοικονομικής προσαρμογής για την Ελλάδα απασχόλησαν επίσης τις συνεδριάσεις του Εurogroup και του Συμβουλίου ECOFIN, στις οποίες συμμετείχαν ο Πρόεδρος της ΕΚΤ και άλλα μέλη της Εκτελεστικής της Επιτροπής. Η ανάγκη για μια συνεκτική στρατηγική που θα συγκεράσει τις επιμέρους δημοσιονομικές, χρηματοπιστωτικές και διαρθρωτικές πολιτικές με στόχο την ενίσχυση της ανάκαμψης στην Ευρώπη συζητήθηκε στις συνεδριάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, στις οποίες συμμετείχε ο Πρόεδρος της ΕΚΤ.

Ολοκλήρωση της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης της Ευρώπης

Πραγματοποιήθηκαν περαιτέρω εργασίες για την ολοκλήρωση της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ), σύμφωνα με τον οδικό χάρτη που παρουσιάστηκε το 2015 στη λεγόμενη “έκθεση των Πέντε Προέδρων” με τίτλο “Η ολοκλήρωση της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης της Ευρώπης”.

Σημειώθηκε πρόοδος στη δημιουργία της τραπεζικής ένωσης με την εφαρμογή της οδηγίας για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των τραπεζών και της οδηγίας για τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων. Επίσης, καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους η ΕΚΤ συνέχισε να τάσσεται υπέρ της πραγματοποίησης αποφασιστικών βημάτων προς την ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης, ιδίως σε συζητήσεις σε τεχνικό επίπεδο με σκοπό τη δημιουργία ενός αξιόπιστου κοινού μηχανισμού στήριξης για το Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης και τη θέσπιση ενός ευρωπαϊκού συστήματος εγγύησης των καταθέσεων. Παράλληλα με την τραπεζική ένωση, μια ευρωπαϊκή ένωση κεφαλαιαγορών μπορεί να καταστήσει ανθεκτικότερο το χρηματοπιστωτικό σύστημα, βελτιώνοντας τον επιμερισμό των κινδύνων σε διασυνοριακό επίπεδο και προάγοντας την ευρύτερη και ευκολότερη πρόσβαση σε χρηματοδότηση.

Σε ό,τι αφορά το πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης, ξεκίνησε η λειτουργία του Ευρωπαϊκού Δημοσιονομικού Συμβουλίου. Μελλοντικά, η αποστολή και η θεσμική ανεξαρτησία του Ευρωπαϊκού Δημοσιονομικού Συμβουλίου θα πρέπει να ενισχυθούν ώστε το Συμβούλιο να είναι σε θέση να διαδραματίσει σημαίνοντα ρόλο στην αύξηση της διαφάνειας και τη βελτίωση της συμμόρφωσης προς τους δημοσιονομικούς κανόνες.[141] Στις 20.9.2016 το Συμβούλιο της ΕΕ εξέδωσε σύσταση προς τις χώρες της ζώνης του ευρώ να συστήσουν εθνικά συμβούλια παραγωγικότητας. Τα συμβούλια παραγωγικότητας αναμένεται να δώσουν νέα ώθηση στην εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στις χώρες της ζώνης του ευρώ. Η αποτελεσματικότητά τους θα εξαρτηθεί όχι μόνο από το αναμενόμενο υψηλό επίπεδο τεχνικής κατάρτισης των μελών τους, αλλά και από την πλήρη ανεξαρτησία τους. Έργο των συμβουλίων παραγωγικότητας είναι να εξασφαλίζουν ότι λαμβάνεται επαρκώς υπόψη η ευρωπαϊκή διάσταση, μέσω της ανταλλαγής ορθών πρακτικών μεταξύ των κρατών-μελών και μέσω της έμφασης στη διάσταση της ευρωζώνης κατά την εξέταση και αξιολόγηση ζητημάτων παραγωγικότητας σε εθνικό επίπεδο.

Επιπλέον, η ΕΚΤ έχει κατ’ επανάληψη υπογραμμίσει την ανάγκη για συνεπή και πλήρη εφαρμογή των διατάξεων του τρέχοντος πλαισίου διακυβέρνησης, τομέας όπου μέχρι στιγμής καταγράφεται ανεπαρκής πρόοδος, όπως υποδηλώνουν λ.χ. η περιορισμένη ανταπόκριση στις ειδικές ανά χώρα συστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (βλ. επίσης την Ενότητα 1.6 του Κεφαλαίου 1) και η μη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης.

Η πλήρης εφαρμογή των δημοσιονομικών κανόνων και ο αποτελεσματικότερος συντονισμός των οικονομικών πολιτικών αποτελούν απαραίτητες προϋποθέσεις για την ανάπτυξη των σχέσεων εμπιστοσύνης μεταξύ κρατών-μελών που είναι αναγκαίες για τη συνέχιση της βάθυνσης της ΟΝΕ. Η ΕΚΤ έχει τονίσει πόσο σημαντικό είναι να εξασφαλιστεί περισσότερος επιμερισμός κυριαρχίας μεσομακροπρόθεσμα, π.χ. μέσω ενισχυμένης διακυβέρνησης με μετάβαση από ένα σύστημα κανόνων σε θεσμούς[142].

Ταυτόχρονα, η Ευρώπη αντιμετωπίζει και προκλήσεις που δεν εμπίπτουν στην οικονομική σφαίρα και συνδέονται ιδίως με τη μετανάστευση και με θέματα ασφαλείας. Για να αντιμετωπιστούν αυτές οι προκλήσεις με μόνιμο τρόπο, απαιτείται ισχυρή οικονομία. Η ολοκλήρωση της ΟΝΕ είναι επομένως ένα μείζονος σημασίας εγχείρημα στην πορεία για μια ισχυρότερη Ευρώπη. Το Ευρωσύστημα είναι έτοιμο να υποστηρίξει αυτό το έργο.

Εκπλήρωση των υποχρεώσεων δημοκρατικής λογοδοσίας

Η ΕΚΤ είναι ανεξάρτητο ίδρυμα που απολαύει πλήρους ανεξαρτησίας όσον αφορά τη χρήση των μέσων που διαθέτει στο πλαίσιο της αποστολής της. Η λογοδοσία συνιστά το απαραίτητο συμπλήρωμα αυτής της ανεξαρτησίας και η Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορίζει ότι η ΕΚΤ λογοδοτεί πρωτίστως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το σώμα που απαρτίζουν οι εκλεγμένοι εκπρόσωποι των πολιτών της ΕΕ.

Το 2016 ο Πρόεδρος της ΕΚΤ παρέστη σε τέσσερις τακτικές ακροάσεις της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.[143] Κατά τις εν λόγω ακροάσεις διάφορα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενδιαφέρθηκαν να ενημερωθούν ιδίως για τη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ, τις πολιτικές για τον χρηματοπιστωτικό τομέα, τα προγράμματα μακροοικονομικής προσαρμογής και τη μεταρρύθμιση της οικονομικής διακυβέρνησης στη ζώνη του ευρώ (βλ. Διάγραμμα 36).

Διάγραμμα 36

Θέματα τα οποία αφορούσαν οι ερωτήσεις που υποβλήθηκαν κατά τις τακτικές ακροάσεις της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων

(ποσοστά %)

Πηγή: ΕΚΤ.

Το 2016 η ΕΚΤ αποφάσισε να δημοσιεύσει για πρώτη φορά τις παρατηρήσεις της επί των προτάσεων που διατύπωσε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο ψήφισμά του σχετικά με την περυσινή Ετήσια Έκθεση της ΕΚΤ, κατόπιν σχετικής πρότασης του εν λόγω ψηφίσματος και ως βήμα προς την περαιτέρω ενίσχυση της λογοδοσίας της.[144] Στο παρελθόν οι παρατηρήσεις της αυτές διανέμονταν μόνο στα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μαζί με την Ετήσια Έκθεση της Τράπεζας.

Πίνακας 3

Συνοπτικός πίνακας ακροάσεων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το 2016

Πηγή: ΕΚΤ.

Επίσης, η ΕΚΤ εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της για λογοδοσία μέσω της υποβολής τακτικών εκθέσεων και απαντώντας σε γραπτές ερωτήσεις των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Το 2016 ο Πρόεδρος της ΕΚΤ έλαβε επιστολές με γραπτές ερωτήσεις και οι απαντήσεις δημοσιεύθηκαν στον δικτυακό τόπο της ΕΚΤ.[145] Οι περισσότερες ερωτήσεις αφορούσαν την εφαρμογή μη συμβατικών μέτρων νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ, τις οικονομικές προοπτικές και τα προγράμματα μακροοικονομικής προσαρμογής.

Όπως και στο παρελθόν, η ΕΚΤ συνεισέφερε στις συζητήσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της ΕΕ σχετικά με νομοθετικές προτάσεις στο πεδίο των αρμοδιοτήτων της. Εκτός του πλαισίου λογοδοσίας, άλλοι εκπρόσωποι της ΕΚΤ έλαβαν μέρος σε δημόσιες συνεδριάσεις ενώπιον της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων που αφορούσαν συζητήσεις σε τεχνικό επίπεδο για τα θέματα που σχετίζονται με τους τομείς εξειδίκευσης και τα καθήκοντα της Τράπεζας.

Η ΕΚΤ λογοδοτεί επίσης τόσο στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσο και στο Συμβούλιο της ΕΕ για τις δραστηριότητές της στον τομέα της τραπεζικής εποπτείας.[146] Λεπτομερέστερη πληροφόρηση παρέχεται στην Ετήσια Έκθεση της ΕΚΤ για την εποπτική δραστηριότητα 2016.

Διεθνείς σχέσεις

Σε ένα δύσκολο διεθνές περιβάλλον, η ΕΚΤ συμμετείχε σε διεθνείς συζητήσεις, συγκέντρωσε πληροφορίες και ενημέρωσε για την πολιτική της, συσφίγγοντας έτσι τις σχέσεις της με βασικούς διεθνείς εταίρους. Αυτό ήταν ιδιαίτερα σημαντικό σε μια περίοδο που οι νομισματικές αρχές σε ολόκληρο τον κόσμο συνέχισαν να στηρίζουν την αρχόμενη οικονομική ανάκαμψη.

G20

Εν μέσω της συνεχιζόμενης βραδείας ανάκαμψης της παγκόσμιας οικονομίας, η κινεζική προεδρία της G20 εστίασε τις προσπάθειές της στην προαγωγή της οικονομικής ανάπτυξης παγκοσμίως και κατάφερε να αναδείξει τον συμπληρωματικό προς τη δημοσιονομική και νομισματική πολιτική ρόλο των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στην επίτευξη αυτού του στόχου. Επιπλέον, η προεδρία της G20 διεύρυνε τη συζήτηση σχετικά με τις κινητήριες δυνάμεις της ανάπτυξης, συμπεριλαμβάνοντας την καινοτομία και την ψηφιοποίηση. Η G20 έλαβε επίσης πρόσθετα μέτρα για τη βελτίωση της αλληλοαξιολόγησης (peer review) στο πλαίσιο των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων του “ενισχυμένου προγράμματος διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων”. Εντός ενός κλίματος ολοένα εντονότερης αντίθεσης στην παγκοσμιοποίηση, η G20 εστίασε περισσότερο το ενδιαφέρον της στις ανισότητες και στην καταπολέμηση των αποκλεισμών και ενθάρρυνε την πρόοδο προς ένα δικαιότερο παγκόσμιο φορολογικό περιβάλλον με ανανεωμένη έμφαση στο θέμα του πραγματικού δικαιούχου και στην αντιμετώπιση των μη συνεργάσιμων φορολογικά χωρών. Οι υπουργοί οικονομικών και οι διοικητές των κεντρικών τραπεζών της G20, στις συνεδριάσεις των οποίων παρίσταται ο Πρόεδρος της ΕΚΤ, δεσμεύθηκαν να συνεργαστούν στενά σε θέματα αγορών συναλλάγματος, καθώς και να αποφύγουν οποιαδήποτε μορφή προστατευτισμού στις εθνικές εμπορικές και επενδυτικές πολιτικές. Εν όψει των πρόσφατων τρομοκρατικών επιθέσεων εντάθηκαν επίσης οι προσπάθειες καταπολέμησης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Παρασχέθηκε στήριξη για την οριστικοποίηση των βασικών στοιχείων του κανονιστικού πλαισίου του χρηματοπιστωτικού τομέα, με έμφαση στην έγκαιρη, πλήρη και συνεπή εφαρμογή των συμφωνημένων μεταρρυθμίσεων. Επίσης, στη Σύνοδο Κορυφής του Χαντζόου οι ηγέτες της G20 ενθάρρυναν την πρόοδο στο θέμα της προώθησης της πράσινης χρηματοδότησης και, στο πλαίσιο των συζητήσεων σχετικά με την αρχιτεκτονική του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος, στο θέμα της εξέτασης ενδεχόμενης διεύρυνσης της χρήσης των ειδικών τραβηκτικών δικαιωμάτων (SDR), της αύξησης του αριθμού των πιστωτριών χωρών που συμμετέχουν στη Λέσχη των Παρισίων (Paris Club) και της προώθησης του ρόλου των νέων και υφιστάμενων πολυμερών τραπεζών ανάπτυξης.

Θέματα πολιτικής που σχετίζονται με το ΔΝΤ και την αρχιτεκτονική του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος

Η ΕΚΤ εξακολούθησε να προωθεί τις κοινές ευρωπαϊκές θέσεις στις συζητήσεις που έλαβαν χώρα στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) σχετικά με τις πολιτικές του Ταμείου και γενικότερα την αρχιτεκτονική του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος. Όσον αφορά το πλαίσιο διακυβέρνησης του ΔΝΤ, η εκτεταμένη μεταρρύθμιση των ποσοστώσεων και της διακυβέρνησης του ΔΝΤ που είχε συμφωνηθεί το 2010 τέθηκε σε ισχύ στις αρχές του 2016 μετά την κύρωσή της σύμφωνα με τις απαιτούμενες πλειοψηφίες των μελών. Αυτό είχε συνέπεια τη μεταβίβαση ποσοστώσεων άνω του 6% σε δυναμικές αναδυόμενες αγορές και αναπτυσσόμενες χώρες, αλλαγή που αντανακλούσε καλύτερα τον αυξημένο ρόλο τους στην παγκόσμια οικονομία. Στο πλαίσιο αυτών των μεταρρυθμίσεων, οι προηγμένες ευρωπαϊκές χώρες δεσμεύθηκαν να μειώσουν κατά δύο έδρες τη συνδυασμένη εκπροσώπησή τους στο Εκτελεστικό Συμβούλιο.

Διάγραμμα 37

Κατανομή των ποσοστώσεων του ΔΝΤ πριν και μετά τη μεταρρύθμιση του 2010

(εκατ. SDR)

Πηγές: ΔΝΤ και υπολογισμοί των εμπειρογνωμόνων της ΕΚΤ.

H EKT τάσσεται υπέρ ενός ισχυρού, βασιζόμενου σε ποσοστώσεις και με επαρκείς πόρους ΔΝΤ στο κέντρο του διεθνούς νομισματικού συστήματος, θέση από την οποία συμβάλλει σημαντικά στην οικονομική και χρηματοπιστωτική σταθερότητα παγκοσμίως. Με τη στήριξη των κρατών-μελών της ΕΕ, οι συνολικοί πόροι του ΔΝΤ που βασίζονται σε ποσοστώσεις διπλασιάστηκαν το 2016, φθάνοντας τα 477 δισεκ. SDR. Τα μέλη του Ταμείου, συμπεριλαμβανομένων και κάποιων κρατών-μελών της ΕΕ, δέσμευσαν επίσης κεφάλαια ύψους γύρω στα 260 δισεκ. SDR, προκειμένου να διασφαλιστεί η αδιάλειπτη πρόσβαση του Ταμείου σε διμερή δανεισμό εντός ενός ενισχυμένου πλαισίου διακυβέρνησης. Το χρονοδιάγραμμα των συζητήσεων για τη 15η Γενική Αναθεώρηση των Ποσοστώσεων τροποποιήθηκε ούτως ώστε η επανεξέταση να έχει ολοκληρωθεί μέχρι τις Ετήσιες Συνελεύσεις του 2019.

Δεδομένου ότι είναι θέμα ζωτικής σημασίας οι δανειοδοτικές πολιτικές του ΔΝΤ να είναι ανά πάσα στιγμή σύστοιχες προς τις ανάγκες των μελών του, το Ταμείο εξέτασε την επάρκεια του παγκόσμιου χρηματοοικονομικού πλέγματος ασφαλείας, συμπεριλαμβανομένων της κάλυψής του, της διαθεσιμότητάς του και του κόστους παροχής εργαλείων πρόληψης και επίλυσης κρίσεων.

Μετά τις κρίσεις που ξέσπασαν σε ορισμένες χώρες της ζώνης του ευρώ και τα συναφή δάνεια και προγράμματα προσαρμογής των ΕΕ-ΔΝΤ, το Ανεξάρτητο Γραφείο Αξιολόγησης του ΔΝΤ (IEO) δημοσίευσε συνολική έκθεση για τον ρόλο του Ταμείου κατά τη διάρκεια αυτών των κρίσεων και τη συμμετοχή του σε προγράμματα οικονομικής στήριξης για την Ελλάδα, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία. Παρότι η έκθεση ασχολήθηκε ως επί το πλείστον με τη διαδικασία λήψης αποφάσεων του Ταμείου, περιλάμβανε ωστόσο και προβληματισμούς για οικονομικά θέματα, όπως τα αίτια της κρίσης, αλλά και η φύση και η καταλληλότητα των επιβληθέντων όρων πολιτικής.

Τεχνική συνεργασία

Η ΕΚΤ διεύρυνε την τεχνική συνεργασία της με κεντρικές τράπεζες εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης με στόχο την προώθηση ορθών πρακτικών κεντρικής τραπεζικής και, κατ’ επέκταση, τη συμβολή της στην προαγωγή της νομισματικής και χρηματοπιστωτικής σταθερότητας παγκοσμίως. Οι συνεργασίες αυτές αντανακλούν τον ρόλο της ως μείζονος κεντρικής τράπεζας στην παγκόσμια οικονομία. Η ΕΚΤ συνέχισε επίσης να συνεργάζεται με τις κεντρικές τράπεζες των αναδυόμενων οικονομιών της G20 (λ.χ. της Ινδίας και της Τουρκίας) με στόχο την ανταλλαγή τεχνογνωσίας και βέλτιστων πρακτικών. Το 2016 υπέγραψε νέο Μνημόνιο Συνεννόησης με την Banco Central do Brasil ως βάση για μια εντατικότερη μεταξύ τους συνεργασία επί βασικών θεμάτων κεντρικής τραπεζικής, συμπεριλαμβανομένων της νομισματικής πολιτικής, της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και της τραπεζικής εποπτείας. Η σύσφιγξη της συνεργασίας της με διεθνείς και περιφερειακούς οργανισμούς ενίσχυσε την εμβέλειά της στη Λατινική Αμερική, την Ασία και την Αφρική.

Η συνεργασία της ΕΚΤ με τις κεντρικές τράπεζες των χωρών που έχουν την προοπτική να ενταχθούν στην ΕΕ συνεχίστηκε, κυρίως μέσω μιας σειράς περιφερειακών εργαστηρίων. Οι συναφείς δραστηριότητες επικεντρώθηκαν στις θεσμικές προκλήσεις που συνδέονται με την ένταξη στην ΕΕ, στη μακροπροληπτική και μικροπροληπτική εποπτεία, καθώς και στην ανεξαρτησία της κεντρικής τράπεζας ως βασικό συστατικό της ορθής οικονομικής διακυβέρνησης. Η τεχνική συνεργασία με τις κεντρικές τράπεζες των υποψήφιων και δυνητικά υποψήφιων για ένταξη στην ΕΕ χωρών γίνεται από κοινού με τις ΕθνΚΤ των χωρών που είναι ήδη στην ΕΕ και συμπληρώνει την τακτική παρακολούθηση και ανάλυση των οικονομικών και χρηματοπιστωτικών εξελίξεων που διενεργεί η ΕΚΤ για τις υποψήφιες και δυνητικά υποψήφιες για ένταξη στην ΕΕ χώρες, καθώς και τον διάλογο σε θέματα πολιτικής με τις κεντρικές τράπεζες αυτών των χωρών.

Πλαίσιο 9 Brexit – συνέπειες και προοπτικές

Στις 23.6.2016 το Ηνωμένο Βασίλειο διεξήγαγε δημοψήφισμα σχετικά με την παραμονή της χώρας στην ΕΕ. Η πλειοψηφία των Βρετανών (51,9%) ψήφισε υπέρ της αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Κατά το άρθρο 50 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, μόλις το Ηνωμένο Βασίλειο γνωστοποιήσει επισήμως στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο την πρόθεσή του να αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση, θα ξεκινήσει διαδικασία διαπραγματεύσεων για τη σύναψη συμφωνίας αποχώρησης μεταξύ ΕΕ και Ηνωμένου Βασιλείου. Επί του παρόντος, υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα ως προς τη μελλοντική μορφή των οικονομικών σχέσεων Ηνωμένου Βασιλείου-Ευρωπαϊκής Ένωσης.[147]

Αμέσως μετά το δημοψήφισμα καταγράφηκε όξυνση της αβεβαιότητας, παροδική έξαρση της μεταβλητότητας και κατακόρυφη πτώση της αγγλικής λίρας. Η ζώνη του ευρώ αντιμετώπισε την έξαρση της αβεβαιότητας και της μεταβλητότητας με ενθαρρυντική ανθεκτικότητα, αφενός χάρη στις προετοιμασίες που είχαν γίνει από τις κεντρικές τράπεζες και τις εποπτικές αρχές (στις οποίες περιλαμβάνονταν η θέσπιση μηχανισμών ενίσχυσης ρευστότητας από τις κεντρικές τράπεζες και η υιοθέτηση ενός πλαισίου στενής συνεργασίας μεταξύ φορέων εποπτείας και τραπεζών σε θέματα κινδύνων ρευστότητας, αλλά και χρηματοδοτικών και λειτουργικών κινδύνων) και αφετέρου χάρη στο ενισχυμένο κανονιστικό της πλαίσιο.[148] Παρότι, λόγω των υψηλών επιπέδων υπερβάλλουσας ρευστότητας, ήταν απίθανο να χρειαστεί να ληφθούν μέτρα εκτάκτου ανάγκης, εξασφαλίστηκε, όπως αναφέρεται στο δελτίο τύπου της ΕΚΤ της 24.6.2016, ότι, εάν χρειαζόταν, η ΕΚΤ θα μπορούσε να παράσχει πρόσθετη ρευστότητα π.χ. μέσω μόνιμων συμφωνιών ανταλλαγής νομισμάτων με την Bank of England. Επιπλέον, πριν από το δημοψήφισμα η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ βρισκόταν σε στενή επαφή με τις πιο εκτεθειμένες τράπεζες για να διασφαλίσει ότι παρακολουθούν προσεκτικά τους κινδύνους και προετοιμάζονται για κάθε πιθανή έκβαση του δημοψηφίσματος.

Όσον αφορά το μέλλον, οι οικονομικές συνέπειες που θα έχει το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος είναι δύσκολο να προβλεφθούν με ακρίβεια. Θα εξαρτηθούν ιδίως από τον χρόνο, την πρόοδο και την τελική έκβαση των επικείμενων διαπραγματεύσεων ΕΕ-Ηνωμένου Βασιλείου. Η επίδραση του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος στις οικονομικές προοπτικές της ζώνης του ευρώ αναλύθηκε στις μακροοικονομικές προβολές των εμπειρογνωμόνων της ΕΚΤ του Σεπτεμβρίου 2016 και σε πλαίσιο του Οικονομικού Δελτίου της ΕΚΤ, όπου διαπιστώνεται περιορισμένη μόνο επίδραση στην οικονομική δραστηριότητα της ζώνης του ευρώ βραχυπρόθεσμα. Επιπλέον, θέματα που άπτονται της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και σχετίζονται με το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος καλύπτονται στην έκδοση Financial Stability Review που δημοσίευσε η ΕΚΤ τον Νοέμβριο του 2016. Η έκδοση διαπιστώνει ότι τα περισσότερα τμήματα της αγοράς που επηρεάστηκαν από την αναταραχή που ακολούθησε το βρετανικό δημοψήφισμα σύντομα ανέκτησαν το μεγαλύτερο μέρος των απωλειών τους.

Ο Πρόεδρος της ΕΚΤ εξήγησε επίσης επανειλημμένως, μιλώντας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (π.χ. στις 26.9.2016 και στις 28.11.2016), την αξιολόγηση της ΕΚΤ όσον αφορά τον πιθανό αντίκτυπο του Brexit. Στις ομιλίες αυτές υπογραμμίζονται από την ΕΚΤ τα οφέλη της Ενιαίας Αγοράς τόσο για τη ζώνη του ευρώ όσο και για το Ηνωμένο Βασίλειο. Όπως και αν διαμορφωθούν οι σχέσεις ΕΕ-Ηνωμένου Βασιλείου, είναι επιτακτική ανάγκη να διαφυλαχθεί η ακεραιότητα της Ενιαίας Αγοράς καθώς και η ομοιογένεια των κανόνων της και της επιβολής συμμόρφωσης με αυτούς. Στην άτυπη σύνοδό τους στην Μπρατισλάβα τον Σεπτέμβριο, οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων των υπόλοιπων 27 κρατών-μελών της ΕΕ για πρώτη φορά συζήτησαν το κοινό τους μέλλον μετά την αναμενόμενη αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου. Εν όψει των υφιστάμενων ανησυχιών των πολιτών, συμφώνησαν επί ενός οδικού χάρτη για την αντιμετώπιση κοινών τους προκλήσεων συνδεόμενων με τη μετανάστευση, την τρομοκρατία και την οικονομική και κοινωνική ανασφάλεια. Η ΕΚΤ τόνισε επανειλημμένως ότι, προκειμένου να ενισχυθούν οι δυνατότητες ευρωπαϊκής παρέμβασης σε αυτούς τους τομείς, το εγχείρημα της ευρωπαϊκής ενοποίησης χρειάζεται ισχυρότερες οικονομικές βάσεις.

Εξωτερική επικοινωνία

Εξήγηση της πολιτικής της ΕΚΤ στους Ευρωπαίους πολίτες

Η ανοικτή και διαφανής επικοινωνία ενισχύει την αποτελεσματικότητα της πολιτικής της κεντρικής τράπεζας. Επιτρέπει στην κεντρική τράπεζα να ενημερώνει το ευρύ κοινό και τις χρηματοπιστωτικές αγορές για τους σκοπούς και τα καθήκοντά της, καθώς και να εξηγεί τους λόγους των πράξεών της, καθοδηγώντας τις προσδοκίες τους. Η ΕΚΤ έχει μακρά παράδοση ανοικτής επικοινωνία και συνέχισε να βελτιώνει την επικοινωνία της και το 2016, ιδίως αναπτύσσοντας περαιτέρω τις επικοινωνιακές της δράσεις αλλά και την ψηφιακή επικοινωνία.

Επικοινωνιακές δράσεις

Το 2016 η ΕΚΤ ανέπτυξε περαιτέρω πρωτοβουλίες προσέγγισης του κοινού, ώστε να βελτιώσει την κατανόηση των πολιτικών και των αποφάσεών της, και έτσι να ενισχύσει την εμπιστοσύνη των πολιτών της ζώνης του ευρώ.

Η ΕΚΤ υποδέχθηκε 522 ομάδες επισκεπτών στη Φραγκφούρτη και συνολικά περισσότερους από 15.000 εξωτερικούς επισκέπτες από 35 χώρες. Οι επισκέπτες είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν γενικής φύσεως παρουσιάσεις, αλλά και πιο στοχευμένες παρουσιάσεις οι οποίες παρείχαν τη δυνατότητα επαφής με εμπειρογνώμονες της ΕΚΤ. Είχαν επίσης τη δυνατότητα να περιηγηθούν στο νέο κτίριο της ΕΚΤ, καθώς και να ξεναγηθούν τόσο στις καλλιτεχνικού περιεχομένου εκθέσεις της Τράπεζας όσο και στην έκθεσή της για το ευρώ. Επιπλέον, τον Ιούλιο του 2016 η ΕΚΤ ξεκίνησε να ανοίγει το πρώτο Σάββατο κάθε μηνός τις πύλες της στην τοπική κοινωνία, προσελκύοντας έτσι περισσότερους από 3.000 επισκέπτες το δεύτερο εξάμηνο του έτους.

Η ΕΚΤ διοργάνωσε για έκτη φορά τον μαθητικό διαγωνισμό Generation €uro (Η Γενιά του €υρώ) προκειμένου να εξηγήσει τα καθήκοντά της στους νεότερους πολίτες της ζώνης του ευρώ. O διαγωνισμός είναι ο κύριος δίαυλος επικοινωνίας μεταξύ της ΕΚΤ και των μαθητών ηλικίας 16-19 ετών και των καθηγητών τους, με στόχο να αυξήσει τις γνώσεις τους για τη νομισματική πολιτική και την Τράπεζα. Οι μαθητές συμμετέχουν σε παιχνίδι ρόλων, στο οποίο καλούνται να λάβουν αποφάσεις νομισματικής πολιτικής με γνώμονα τη διάγνωσή τους για την οικονομική και νομισματική κατάσταση στη ζώνη του ευρώ.

H ΕΚΤ ασχολήθηκε επίσης και με νεότερες ηλικιακές ομάδες. Στις 3.10.2016 η ΕΚΤ υποδέχθηκε 230 παιδιά ηλικίας 8-10 ετών μαζί με τις οικογένειές τους στο πλαίσιο της δεύτερης ανοικτής ημέρας της δημοφιλούς εκπομπής της γερμανικής τηλεόρασης “Die Sendung mit der Maus”. Το πρόγραμμα περιλάμβανε ξεναγήσεις στο κτίριο, παρουσιάσεις, σεμινάρια για τον ρόλο και τη λειτουργία της ΕΚΤ και τα τραπεζογραμμάτια και κέρματα ευρώ, εκπαιδευτικά παιχνίδια και διάφορες εκθέσεις.

Οι επικοινωνιακές προσπάθειές της δεν περιορίστηκαν όμως μόνο στη Φραγκφούρτη. Για παράδειγμα, μαζί με τη Banc Ceannais na hÉireann/Central Bank of Ireland, συμμετείχε στο Εθνικό Πρωτάθλημα Οργώματος της Ιρλανδίας (“Ireland’s National Ploughing Championships 2016”), τη μεγαλύτερη υπαίθρια έκθεση και έκθεση γεωργικών προϊόντων στην Ευρώπη.

Μεγαλύτερη ψηφιοποίηση

Η ΕΚΤ έχει επίσης αυξήσει τις προσπάθειές της στον τομέα της ψηφιακής επικοινωνίας, ούτως ώστε να συμβαδίζει με τα σύγχρονα πρότυπα στην κατανάλωση ειδήσεων.

Από πλευράς περιεχομένου, ενέτεινε τις προσπάθειες να γίνει πιο προσιτή στο ευρύ κοινό, χρησιμοποιώντας απλή γλώσσα για να καταστήσει τις αποφάσεις της πιο κατανοητές και ψηφιακά μέσα επικοινωνίας για να εξηγήσει σχετικά πιο τεχνικές έννοιες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι “επεξηγήσεις” που δημοσιεύονται σε πολλές ευρωπαϊκές γλώσσες στον δικτυακό τόπο της ΕΚΤ. Η έμφαση στην ψηφιακή επικοινωνία συνοδεύθηκε από εντατικότερη χρήση infographics.

Από τεχνικής πλευράς, η Τράπεζα εκσυγχρόνισε περαιτέρω τους δικτυακούς της τόπους. Ο δικτυακός της τόπος και ο δικτυακός τόπος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου έγιναν εξ ολοκλήρου προσαρμοστικοί (responsive), διασφαλίζοντας έτσι ότι οι επιμέρους ιστοσελίδες και οι σημαντικές εκδόσεις και δημοσιεύσεις θα εμφανίζονται με βέλτιστο τρόπο ανεξαρτήτως της συσκευής που επιλέγουν οι αναγνώστες. Επίσης, ανταποκρίθηκε στην αυξημένη ζήτηση για διαδικτυακή μετάδοση γεγονότων σε συνεχή ροή (web streaming).

Η ΕΚΤ ενίσχυσε περαιτέρω την παρουσία της σε πλατφόρμες μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Ο λογαριασμός Twitter της ΕΚΤ αριθμεί πλέον περισσότερους από 360.000 followers και χρησιμοποιείται για να προβάλλει εκδόσεις και δημοσιεύσεις και για να συνοψίζει τα βασικά μηνύματα ομιλιών. Τον Δεκέμβριο του 2016 η ΕΚΤ διεξήγαγε την πρώτη ζωντανή συζήτηση στο Twitter, στη διάρκεια της οποίας ο Benoît Cœuré απάντησε σε ερωτήσεις που του έθεσαν οι πολίτες στο hashtag “#askECB”, παρέχοντας τη δυνατότητα για άμεση και αμφίδρομη επικοινωνία σε πραγματικό χρόνο. Επιπλέον, η ΕΚΤ χρησιμοποιεί το κανάλι της στο YouTube για να δημοσιεύει βίντεο και το Flickr για τη δημοσίευση φωτογραφιών. Η ΕΚΤ επίσης διαθέτει λογαριασμό στο Linkedln, στον οποίο έχουν εγγραφεί περίπου 43.000 πολίτες.

Παραρτήματα

Θεσμικό πλαίσιο

Όργανα λήψεως αποφάσεων και εταιρική διακυβέρνηση της ΕΚΤ

Το Ευρωσύστημα και το Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ) διοικούνται από τα όργανα λήψεως αποφάσεων της ΕΚΤ: το Διοικητικό Συμβούλιο και την Εκτελεστική Επιτροπή. Το Γενικό Συμβούλιο συγκροτείται ως τρίτο όργανο λήψεως αποφάσεων της ΕΚΤ επί όσο διάστημα υπάρχουν κράτη-μέλη της ΕΕ τα οποία δεν έχουν ακόμη υιοθετήσει το ευρώ. Η λειτουργία των οργάνων λήψεως αποφάσεων διέπεται από τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Καταστατικό του ΕΣΚΤ και τους συναφείς Εσωτερικούς Κανονισμούς.[149] Η λήψη αποφάσεων στο πλαίσιο του Ευρωσυστήματος και του ΕΣΚΤ γίνεται κεντρικά. Ωστόσο, η ΕΚΤ και οι εθνικές κεντρικές τράπεζες (ΕθνΚΤ) της ζώνης του ευρώ συμβάλλουν από κοινού, σε στρατηγικό και λειτουργικό επίπεδο, στην επίτευξη των κοινών στόχων του Ευρωσυστήματος, με τον δέοντα σεβασμό προς την αρχή της αποκέντρωσης σύμφωνα με το Καταστατικό του ΕΣΚΤ.

Στο πλαίσιο των νέων αρμοδιοτήτων της ΕΚΤ που αφορούν την τραπεζική εποπτεία, το Διοικητικό Συμβούλιο εκδίδει νομικές πράξεις που καθορίζουν το γενικό πλαίσιο εντός του οποίου λαμβάνονται οι εποπτικές αποφάσεις και εγκρίνει, σύμφωνα με τη διαδικασία μη διατύπωσης αντίρρησης, τα σχέδια των εποπτικών αποφάσεων που καταρτίζει το Εποπτικό Συμβούλιο.[150] Αναλυτικότερες πληροφορίες σχετικά με την εποπτική λειτουργία της ΕΚΤ είναι διαθέσιμες στην Ετήσια Έκθεση της ΕΚΤ για την εποπτική δραστηριότητα 2016.

Το Διοικητικό Συμβούλιο

Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι το κύριο όργανο λήψεως αποφάσεων της ΕΚΤ. Απαρτίζεται από τα μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ και τους διοικητές των ΕθνΚΤ των χωρών της ζώνης του ευρώ. Η άσκηση των δικαιωμάτων ψήφου των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου γίνεται εκ περιτροπής σύμφωνα με ειδικό σύστημα το οποίο δημοσιεύεται στον δικτυακό τόπο της ΕΚΤ.

Το Διοικητικό Συμβούλιο κατά κανόνα συνεδριάζει κάθε δύο εβδομάδες στα γραφεία της ΕΚΤ στη Φραγκφούρτη (Γερμανία). Το 2016 πραγματοποιήθηκαν συνολικά 23 συνεδριάσεις. Οι συνεδριάσεις που είναι αφιερωμένες στη νομισματική πολιτική πραγματοποιούνται κάθε έξι εβδομάδες. Δημοσιεύεται επίσης απολογισμός αυτών των συνεδριάσεων νομισματικής πολιτικής, συνήθως με καθυστέρηση τεσσάρων εβδομάδων. Στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου που δεν αφορούν τη νομισματική πολιτική συζητούνται θέματα σχετικά με άλλα καθήκοντα και αρμοδιότητες της ΕΚΤ και του Ευρωσυστήματος. Προκειμένου να διασφαλιστεί ο διαχωρισμός μεταξύ της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ και των λοιπών καθηκόντων της από τις εποπτικές της αρμοδιότητες, πραγματοποιούνται χωριστές συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου για εποπτικά θέματα.

Το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί επίσης να λαμβάνει αποφάσεις με γραπτή διαδικασία. Το 2016 πραγματοποιήθηκαν περισσότερες από 1.400 γραπτές διαδικασίες και σε περισσότερες από 1.000 εφαρμόστηκε η διαδικασία μη διατύπωσης αντίρρησης.

Το Διοικητικό Συμβούλιο

Mario Draghi Πρόεδρος της ΕΚΤ

Vítor Constâncio Αντιπρόεδρος της ΕΚΤ

Josef Bonnici Διοικητής της Bank Ċentrali ta’ Malta/Central Bank of Malta (ΕθνΚΤ της Μάλτας) (έως 30.6.2016)

Benoît Cœuré Μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ

Carlos Costa Διοικητής της Banco de Portugal (ΕθνΚΤ της Πορτογαλίας)

Χρυστάλλα Γιωρκάτζη Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου

Ardo Hansson Διοικητής της Eesti Pank (ΕθνΚΤ της Εσθονίας)

Boštjan Jazbec Διοικητής της Banka Slovenije (ΕθνΚΤ της Σλοβενίας)

Klaas Knot Πρόεδρος της De Nederlandsche Bank (ΕθνΚΤ της Ολλανδίας)

Philip R. Lane Διοικητής της Banc Ceannais na hÉireann/Central Bank of Ireland (ΕθνΚΤ της Ιρλανδίας)

Sabine Lautenschläger Μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ

Erkki Liikanen Διοικητής της Suomen Pankki – Finlands Bank (ΕθνΚΤ της Φινλανδίας)

Luis M. Linde Διοικητής της Banco de España (ΕθνΚΤ της Ισπανίας)

Jozef Makúch Διοικητής της Národná banka Slovenska (ΕθνΚΤ της Σλοβακίας)

Yves Mersch Μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ

Ewald Nowotny Διοικητής της Oesterreichische Nationalbank (ΕθνΚΤ της Αυστρίας)

Peter Praet Μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ

Gaston Reinesch Διοικητής της Banque centrale du Luxembourg (ΕθνΚΤ του Λουξεμβούργου)

Ilmārs Rimšēvičs Διοικητής της Latvijas Banka (ΕθνΚΤ της Λεττονίας)

Jan Smets Διοικητής της Nationale Bank van België/Banque Nationale de Belgique (ΕθνΚΤ του Βελγίου)

Γιάννης Στουρνάρας Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος

Vitas Vasiliauskas Πρόεδρος του Συμβουλίου της Lietuvos bankas (ΕθνΚΤ της Λιθουανίας)

Mario Vella Διοικητής της Bank Ċentrali ta’ Malta/Central Bank of Malta (ΕθνΚΤ της Μάλτας) (από 1.7.2016)

François Villeroy de Galhau Διοικητής της Banque de France (ΕθνΚΤ της Γαλλίας)

Ignazio Visco Διοικητής της Banca d’Italia (ΕθνΚΤ της Ιταλίας)

Jens Weidmann Πρόεδρος της Deutsche Bundesbank (ΕθνΚΤ της Γερμανίας)

Εμπρός (από τα αριστερά): Γιάννης Στουρνάρας, Carlos Costa, Ewald Nowotny, Vítor Constâncio, Mario Draghi, Sabine Lautenschläger, Benoît Cœuré, Χρυστάλλα Γιωρκάτζη, Philip R. Lane, Yves Mersch

Μεσαία σειρά (από τα αριστερά): Ilmārs Rimšēvičs, François Villeroy de Galhau, Jens Weidmann, Erkki Liikanen, Jozef Makúch, Ignazio Visco

Πίσω (από τα αριστερά): Gaston Reinesch, Boštjan Jazbec, Ardo Hansson, Klaas Knot, Jan Smets, Peter Praet, Vitas Vasiliauskas

Σημείωση: Οι Luis M. Linde και Mario Vella δεν ήταν παρόντες κατά τη φωτογράφηση.

Η Εκτελεστική Επιτροπή

Η Εκτελεστική Επιτροπή απαρτίζεται από τον Πρόεδρο και τον Αντιπρόεδρο της ΕΚΤ και άλλα τέσσερα μέλη διοριζόμενα από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, το οποίο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία μετά από διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την ΕΚΤ. Η Εκτελεστική Επιτροπή είναι επιφορτισμένη με την προετοιμασία των συνεδριάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου, την εφαρμογή της νομισματικής πολιτικής στη ζώνη του ευρώ σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που καθορίζονται και τις αποφάσεις που λαμβάνονται από το Διοικητικό Συμβούλιο, καθώς και με τη διαχείριση των καθημερινών εργασιών της ΕΚΤ.

Η Εκτελεστική Επιτροπή

Mario Draghi Πρόεδρος της ΕΚΤ

Vítor Constâncio Αντιπρόεδρος της ΕΚΤ

Benoît Cœuré Μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ

Sabine Lautenschläger Μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ

Yves Mersch Μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ

Peter Praet Μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ

Εμπρός (από τα αριστερά): Sabine Lautenschläger, Mario Draghi, Vítor Constâncio

Πίσω (από τα αριστερά): Yves Mersch, Peter Praet, Benoît Cœuré

Το Γενικό Συμβούλιο

Το Γενικό Συμβούλιο απαρτίζεται από τον Πρόεδρο και τον Αντιπρόεδρο της ΕΚΤ και τους διοικητές των ΕθνΚΤ και των 28 κρατών-μελών της ΕΕ. Μεταξύ άλλων, το Γενικό Συμβούλιο συμβάλλει στις συμβουλευτικές λειτουργίες της ΕΚΤ, στη συλλογή στατιστικών πληροφοριών, στη θέσπιση των αναγκαίων κανόνων για την τυποποίηση της λογιστικής παρακολούθησης και της υποβολής εκθέσεων σχετικά με τις δραστηριότητες που αναλαμβάνουν οι ΕθνΚΤ, στη λήψη μέτρων που αφορούν τον καθορισμό της κλείδας κατανομής για την εγγραφή στο κεφάλαιο της ΕΚΤ, εκτός εκείνων που προβλέπονται στη Συνθήκη, και στη θέσπιση των όρων απασχόλησης του προσωπικού της ΕΚΤ.

Το Γενικό Συμβούλιο

Mario Draghi Πρόεδρος της ΕΚΤ

Vítor Constâncio Αντιπρόεδρος της ΕΚΤ

Marek Belka Πρόεδρος της Narodowy Bank Polski (ΕθνΚΤ της Πολωνίας) (έως 20.6.2016)

Josef Bonnici Διοικητής της Bank Ċentrali ta’ Malta/Central Bank of Malta (ΕθνΚΤ της Μάλτας) (έως 30.6.2016)

Mark Carney Διοικητής της Bank of England (ΕθνΚΤ του Ηνωμένου Βασιλείου)

Carlos Costa Διοικητής της Banco de Portugal (ΕθνΚΤ της Πορτογαλίας)

Χρυστάλλα Γιωρκάτζη Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου

Adam Glapiński Πρόεδρος της Narodowy Bank Polski (ΕθνΚΤ της Πολωνίας) (από 21.6.2016)

Ardo Hansson Διοικητής της Eesti Pank (ΕθνΚΤ της Εσθονίας)

Stefan Ingves Διοικητής της Sveriges Riksbank (ΕθνΚΤ της Σουηδίας)

Mugur Constantin Isărescu Διοικητής της Banca Naţională a României (ΕθνΚΤ της Ρουμανίας)

Boštjan Jazbec Διοικητής της Banka Slovenije (ΕθνΚΤ της Σλοβενίας)

Klaas Knot Πρόεδρος της De Nederlandsche Bank (ΕθνΚΤ της Ολλανδίας)

Philip R. Lane Διοικητής της Banc Ceannais na hÉireann/Central Bank of Ireland (ΕθνΚΤ της Ιρλανδίας)

Erkki Liikanen Διοικητής της Suomen Pankki – Finlands Bank (ΕθνΚΤ της Φινλανδίας)

Luis M. Linde Διοικητής της Banco de España (ΕθνΚΤ της Ισπανίας)

Jozef Makúch Διοικητής της Národná banka Slovenska (ΕθνΚΤ της Σλοβακίας)

György Matolcsy Διοικητής της Magyar Nemzeti Bank (ΕθνΚΤ της Ουγγαρίας)

Ewald Nowotny Διοικητής της Oesterreichische Nationalbank (ΕθνΚΤ της Αυστρίας)

Dimitar Radev Διοικητής της Българска народна банка (ΕθνΚΤ της Βουλγαρίας)

Gaston Reinesch Διοικητής της Banque centrale du Luxembourg (ΕθνΚΤ του Λουξεμβούργου)

Ilmārs Rimšēvičs Διοικητής της Latvijas Banka (ΕθνΚΤ της Λεττονίας)

Lars Rohde Διοικητής της Danmarks Nationalbank (ΕθνΚΤ της Δανίας)

Jiří Rusnok Διοικητής της Česká národní banka (ΕθνΚΤ της Τσεχίας) (από 1.7.2016)

Miroslav Singer Διοικητής της Česká národní banka (ΕθνΚΤ της Τσεχίας) (έως 30.6.2016)

Jan Smets Διοικητής της Nationale Bank van België/Banque Nationale de Belgique (ΕθνΚΤ του Βελγίου)

Γιάννης Στουρνάρας Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος

Vitas Vasiliauskas Πρόεδρος του Συμβουλίου της Lietuvos bankas (ΕθνΚΤ της Λιθουανίας)

Mario Vella Διοικητής της Bank Ċentrali ta’ Malta/Central Bank of Malta (ΕθνΚΤ της Μάλτας) (από 1.7.2016)

François Villeroy de Galhau Διοικητής της Banque de France (ΕθνΚΤ της Γαλλίας)

Ignazio Visco Διοικητής της Banca d’Italia (ΕθνΚΤ της Ιταλίας)

Boris Vujčić Διοικητής της Hrvatska narodna banka (ΕθνΚΤ της Κροατίας)

Jens Weidmann Πρόεδρος της Deutsche Bundesbank (ΕθνΚΤ της Γερμανίας)

Εμπρός (από τα αριστερά): Γιάννης Στουρνάρας, Carlos Costa, Ewald Nowotny, Vítor Constâncio, Mario Draghi, Mark Carney, Χρυστάλλα Γιωρκάτζη, Philip R. Lane

Μεσαία σειρά (από τα αριστερά): Ilmārs Rimšēvičs, François Villeroy de Galhau, Jens Weidmann, Erkki Liikanen, Ignazio Visco

Πίσω (από τα αριστερά): Gaston Reinesch, Boštjan Jazbec, Lars Rohde, Ardo Hansson, Klaas Knot, Jan Smets, Jozef Makúch, Vitas Vasiliauskas, Dimitar Radev

Σημείωση: Οι Adam Glapiński, Stefan Ingves, Mugur Constantin Isărescu, Luis M. Linde, György Matolcsy, Jiří Rusnok, Boris Vujčić και Mario Vella δεν ήταν παρόντες κατά τη φωτογράφηση.

Εταιρική διακυβέρνηση

Εκτός από τα όργανα λήψεως αποφάσεων, η εταιρική διακυβέρνηση της ΕΚΤ περιλαμβάνει δύο επιτροπές υψηλού επιπέδου, την Επιτροπή Επιθεώρησης και την Επιτροπή Δεοντολογίας, καθώς και διάφορα άλλα επίπεδα εξωτερικού και εσωτερικού ελέγχου. Συμπληρώνεται από το Πλαίσιο Δεοντολογίας, την απόφαση της ΕΚΤ[151] που παρέχει τους όρους και τις προϋποθέσεις διεξαγωγής ερευνών στο πλαίσιο της καταπολέμησης της απάτης, καθώς και από τους κανόνες που αφορούν την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα της ΕΚΤ. Μετά την εγκαθίδρυση του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (ΕΕΜ), τα ζητήματα εταιρικής διακυβέρνησης απέκτησαν ακόμη μεγαλύτερη σημασία για την ΕΚΤ.

Επιτροπή Επιθεώρησης

Η Επιτροπή Επιθεώρησης της ΕΚΤ επικουρεί το Διοικητικό Συμβούλιο παρέχοντας συμβουλές και γνωμοδοτήσεις όσον αφορά: (α) την ακεραιότητα των οικονομικών πληροφοριών, (β) την επίβλεψη των εσωτερικών ελέγχων, (γ) τη συμμόρφωση προς τους ισχύοντες νόμους, κανονισμούς και κώδικες συμπεριφοράς και (δ) την αποτελεσματικότητα και επάρκεια της λειτουργίας των υπηρεσιών επιθεώρησης. Περιγραφή των καθηκόντων της είναι διαθέσιμη στον δικτυακό τόπο της ΕΚΤ. Η Επιτροπή Επιθεώρησης απαρτίζεται από τον Πρόεδρό της, Erkki Liikanen, και το 2016 περιλάμβανε άλλα τέσσερα μέλη: τους Vítor Constâncio, Josef Bonnici[152], Patrick Honohan και Ewald Nowotny.

Επιτροπή Δεοντολογίας

Προκειμένου να διασφαλίζεται ότι οι διάφοροι κώδικες συμπεριφοράς των οργάνων λήψεως αποφάσεων της ΕΚΤ εφαρμόζονται με επαρκή και συνεκτικό τρόπο, η Επιτροπή Δεοντολογίας παρέχει συμβουλές και καθοδήγηση για ζητήματα δεοντολογίας στα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, της Εκτελεστικής Επιτροπής και του Εποπτικού Συμβουλίου. Περιγραφή των καθηκόντων της είναι διαθέσιμη στον δικτυακό τόπο της ΕΚΤ. Η Επιτροπή Δεοντολογίας απαρτίζεται από τον Πρόεδρό της, Jean-Claude Trichet, και άλλα δύο εξωτερικά μέλη: τον Patrick Honohan[153] και τον Klaus Liebscher.

Επίπεδα εξωτερικού και εσωτερικού ελέγχου

Επίπεδα εξωτερικού ελέγχου

Το Καταστατικό του ΕΣΚΤ προβλέπει δύο επίπεδα εξωτερικού ελέγχου, δηλ. τον εξωτερικό ελεγκτή, ο οποίος διορίζεται εκ περιτροπής με πενταετή θητεία και στον οποίο ανατίθεται ο έλεγχος των ετήσιων λογαριασμών της ΕΚΤ, και το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο, το οποίο εξετάζει την αποτελεσματικότητα της διαχείρισης της ΕΚΤ.

Επίπεδα εσωτερικού ελέγχου

Η ΕΚΤ έχει καθιερώσει σύστημα εσωτερικών ελέγχων τριών βαθμίδων, το οποίο αποτελείται από: (α) ελέγχους διαχείρισης, (β) διάφορες λειτουργίες επίβλεψης των κινδύνων και της συμμόρφωσης και (γ) ανεξάρτητες ελεγκτικές υπηρεσίες.

Το σύστημα εσωτερικού ελέγχου της ΕΚΤ βασίζεται σε μια λειτουργική προσέγγιση, σύμφωνα με την οποία κάθε υπηρεσιακή μονάδα (τμήμα, τομέας, διεύθυνση ή γενική διεύθυνση) είναι υπεύθυνη για τη διαχείριση των κινδύνων της και τη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας και αποδοτικότητας του έργου της.

Οι λειτουργίες επίβλεψης περιλαμβάνουν μηχανισμούς παρακολούθησης και αποτελεσματικές διαδικασίες για την επίτευξη επαρκούς ελέγχου των χρηματοοικονομικών και λειτουργικών κινδύνων, του κινδύνου φήμης και του κινδύνου συμπεριφοράς. Αυτές οι δευτεροβάθμιες λειτουργίες ελέγχου εκτελούνται από εσωτερικές υπηρεσίες της ΕΚΤ (όπως οι υπηρεσίες προϋπολογισμού και ελέγχου, οι υπηρεσίες διαχείρισης λειτουργικού και χρηματοοικονομικού κινδύνου, οι υπηρεσίες διασφάλισης ποιότητας της τραπεζικής εποπτείας ή οι υπηρεσίες συμμόρφωσης) ή/και από τις καθ’ ύλην αρμόδιες Επιτροπές του Ευρωσυστήματος/ΕΣΚΤ (π.χ. Επιτροπή Οργανωτικής Ανάπτυξης, Επιτροπή Διαχείρισης Κινδύνων και Επιτροπή Προϋπολογισμού).

Επιπλέον, και ανεξάρτητα από το σύστημα εσωτερικού ελέγχου και την παρακολούθηση των κινδύνων της ΕΚΤ, έλεγχοι διενεργούνται και από τη Γενική Διεύθυνση Εσωτερικής Επιθεώρησης της ΕΚΤ, υπό την άμεση ευθύνη της Εκτελεστικής Επιτροπής, σύμφωνα με το Καταστατικό Επιθεώρησης της ΕΚΤ. Οι δραστηριότητες εσωτερικής επιθεώρησης της ΕΚΤ συμμορφώνονται προς τα Διεθνή Πρότυπα για την Επαγγελματική Άσκηση του Εσωτερικού Ελέγχου του Ινστιτούτου Εσωτερικών Ελεγκτών (Institute of Internal Auditors). Επιπλέον, η Επιτροπή Εσωτερικών Επιθεωρητών, η οποία αποτελείται από ειδικούς σε θέματα εσωτερικής επιθεώρησης από την ΕΚΤ, τις ΕθνΚΤ και τις εθνικές αρμόδιες αρχές, επικουρεί το Ευρωσύστημα/ΕΣΚΤ και τον ΕΕΜ στην επίτευξη των στόχων τους.

Το Πλαίσιο Δεοντολογίας της ΕΚΤ

Το Πλαίσιο Δεοντολογίας της ΕΚΤ αποτελείται από τον Κώδικα Συμπεριφοράς των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, τον Συμπληρωματικό Κώδικα Κριτηρίων Δεοντολογίας για τα μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής, τον Κώδικα Συμπεριφοράς των μελών του Εποπτικού Συμβουλίου και τους Κανόνες της ΕΚΤ για Θέματα Προσωπικού. Το Πλαίσιο Δεοντολογίας ορίζει κανόνες δεοντολογίας και κατευθυντήριες αρχές ώστε να διασφαλίζεται ο μέγιστος βαθμός ακεραιότητας, ικανότητας, αποτελεσματικότητας και διαφάνειας κατά την εκπλήρωση των καθηκόντων της ΕΚΤ. Περιλαμβάνει μεταξύ άλλων: λεπτομερείς διατάξεις που διέπουν την αποφυγή και διαχείριση πιθανών συγκρούσεων συμφερόντων, περιορισμούς, υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων και πρόγραμμα παρακολούθησης των ιδιωτικών χρηματοοικονομικών συναλλαγών, κανόνες για την παρέλευση μεταβατικής περιόδου πριν από την ανάληψη νέας επαγγελματικής δραστηριότητας και λεπτομερείς κανόνες όσον αφορά τις εξωτερικές δραστηριότητες και τις σχέσεις με εξωτερικούς φορείς.

Μέτρα για την καταπολέμηση της απάτης και του ξεπλύματος χρήματος

Το 1999 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της ΕΕ εξέδωσαν Κανονισμό[154], ο οποίος προβλέπει μεταξύ άλλων ότι η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) διενεργεί εσωτερικές έρευνες σε περίπτωση που υπάρχουν υποψίες απάτης εντός των θεσμικών οργάνων, των φορέων, των γραφείων και των υπηρεσιών της ΕΕ. Το Διοικητικό Συμβούλιο ενέκρινε το 2004 και αναθεώρησε το 2016 το νομικό πλαίσιο σχετικά με τους όρους διεξαγωγής ερευνών από την OLAF στην ΕΚΤ στο πλαίσιο της καταπολέμησης της απάτης, της διαφθοράς και κάθε άλλης παράνομης δραστηριότητας.[155] Επιπλέον, το 2007 η ΕΚΤ θέσπισε εσωτερικά συστήματα για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες (ξέπλυμα χρήματος) (AML) και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (CTF). Το πλαίσιο AML/CTF της ΕΚΤ συμπληρώνεται από ένα εσωτερικό σύστημα αναφορών προκειμένου να συλλέγονται συστηματικά και να διαβιβάζονται δεόντως στην Εκτελεστική Επιτροπή όλες οι σχετικές πληροφορίες.

Πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα της ΕΚΤ

Η απόφαση της ΕΚΤ σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα της ΕΚΤ[156] είναι σύμφωνη με τους σκοπούς και τα πρότυπα που ισχύουν σε άλλα θεσμικά όργανα και οργανισμούς της ΕΕ όσον αφορά την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφά τους. Η απόφαση ενισχύει τη διαφάνεια, ενώ ταυτόχρονα λαμβάνει υπόψη την ανεξαρτησία της ΕΚΤ και των ΕθνΚΤ και διασφαλίζει το απόρρητο ορισμένων θεμάτων που αφορούν ειδικά την εκτέλεση των καθηκόντων της ΕΚΤ. Λόγω των νέων αρμοδιοτήτων της ΕΚΤ στον τομέα της τραπεζικής εποπτείας, ο αριθμός και η πολυπλοκότητα των αιτημάτων από πολίτες και εθνικές αρχές για πρόσβαση σε έγγραφα έχουν αυξηθεί σημαντικά.

Τον Φεβρουάριο του 2016, ως μέρος της δέσμευσής της για διαφάνεια και λογοδοσία, η ΕΚΤ άρχισε να δημοσιοποιεί το χρονοδιάγραμμα των συναντήσεων όλων των μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής και του Προέδρου του Εποπτικού Συμβουλίου της με τρίμηνη καθυστέρηση.

Γραφείο Συμμόρφωσης και Διακυβέρνησης

Το Γραφείο Συμμόρφωσης και Διακυβέρνησης (ΓΣΔ) λογοδοτεί απευθείας στον Πρόεδρο της ΕΚΤ, υποστηρίζει την Εκτελεστική Επιτροπή στην προστασία της ακεραιότητας και του κύρους της ΕΚΤ, προωθεί την εφαρμογή προτύπων δεοντολογίας και ενισχύει τη λογοδοσία και τη διαφάνεια της ΕΚΤ. Για τη βελτίωση της συνολικής συνοχής και της αποτελεσματικότητας του πλαισίου εταιρικής διακυβέρνησης της ΕΚΤ, το ΓΣΔ παρέχει επίσης γραμματειακές υπηρεσίες στις Επιτροπές Επιθεώρησης και Δεοντολογίας της ΕΚΤ και αποτελεί σημείο διασύνδεσης με τον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή και την OLAF.

Οι επιτροπές του Ευρωσυστήματος/ΕΣΚΤ

Οι επιτροπές του Ευρωσυστήματος/ΕΣΚΤ εξακολούθησαν να παίζουν σημαντικό ρόλο, επικουρώντας τα όργανα λήψεως αποφάσεων της ΕΚΤ στην εκτέλεση των καθηκόντων τους. Μετά από σχετικά αιτήματα του Διοικητικού Συμβουλίου και της Εκτελεστικής Επιτροπής, οι επιτροπές παρείχαν εξειδικευμένη γνώση στους τομείς των αρμοδιοτήτων τους και διευκόλυναν τη διαδικασία λήψεως αποφάσεων. Τα μέλη αυτών των επιτροπών συνήθως προέρχονται αποκλειστικά από τις κεντρικές τράπεζες του Ευρωσυστήματος. Στις συνεδριάσεις των επιτροπών συμμετέχουν όμως και οι ΕθνΚΤ των κρατών-μελών που δεν έχουν ακόμη υιοθετήσει το ευρώ οσάκις συζητούνται θέματα της αρμοδιότητας του Γενικού Συμβουλίου. Επιπρόσθετα, ορισμένες επιτροπές συνεδριάζουν με σύνθεση ΕΕΜ (δηλ. ένα μέλος από την κεντρική τράπεζα και ένα μέλος της εθνικής αρμόδιας αρχής ανά συμμετέχον κράτος-μέλος) οσάκις επικουρούν το έργο της ΕΚΤ σε θέματα πολιτικής που άπτονται της προληπτικής εποπτείας των πιστωτικών ιδρυμάτων. Κατά περίπτωση, καλούνται σε συνεδριάσεις επιτροπών και εκπρόσωποι άλλων αρμόδιων φορέων.

Οι επιτροπές του Ευρωσυστήματος/ΕΣΚΤ, η Επιτροπή Προϋπολογισμού, η Διάσκεψη για το Ανθρώπινο Δυναμικό και οι πρόεδροί τους (όπως είχαν την 1.1.2017)

Υπάρχουν επίσης άλλες δύο επιτροπές. Η Επιτροπή Προϋπολογισμού επικουρεί το Διοικητικό Συμβούλιο σε θέματα προϋπολογισμού της ΕΚΤ. Η Διάσκεψη για το Ανθρώπινο Δυναμικό αποτελεί φόρουμ για την ανταλλαγή εμπειριών, εξειδικευμένων γνώσεων και πληροφοριών μεταξύ των κεντρικών τραπεζών του Ευρωσυστήματος/ΕΣΚΤ στον τομέα της διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού.

Οργανωτικές εξελίξεις και εξελίξεις στο ανθρώπινο δυναμικό

Οργανόγραμμα της ΕΚΤ (όπως είχε την 1.1.2017)

Το ανθρώπινο δυναμικό της ΕΚΤ

Τον Ιανουάριο του 2016 διορίστηκε Γενικός Διευθυντής Υπηρεσιών (Chief Services Officer – CSO). Ο νέος αυτός ρόλος δημιουργήθηκε για να ενισχύσει περαιτέρω τις υψηλές λειτουργικές και αναλυτικές επιδόσεις, να βελτιώσει την οργανωτική απόδοση και να διευκολύνει τη συνεργασία και τον προσανατολισμό των υποστηρικτικών λειτουργιών προς τις ανάγκες του συνόλου του ιδρύματος. Επιπλέον, ο Γενικός Διευθυντής Υπηρεσιών, στην αρμοδιότητα του οποίου περιλαμβάνονται η Γενική Διεύθυνση Διοίκησης και η Γενική Διεύθυνση Πληροφοριακών Συστημάτων, έθεσε ως προτεραιότητα την ανάπτυξη μιας πιο ολιστικής διαδικασίας στρατηγικού σχεδιασμού, προωθώντας περαιτέρω τη συνεργασία τόσο μεταξύ των υπηρεσιακών μονάδων του τομέα ευθύνης του όσο και μεταξύ όλων των λοιπών υπηρεσιακών μονάδων της Τράπεζας.

Η δημιουργία μιας νέας υπηρεσιακής μονάδας αρμόδιας για όλα τα οικονομικά θέματα τον Απρίλιο του 2016 επέτρεψε στην αναδιαρθρωμένη πλέον Γενική Διεύθυνση Ανθρώπινου Δυναμικού να εστιάσει εξ ολοκλήρου την προσοχή της στην παροχή υψηλής ποιότητας υπηρεσιών ανθρώπινου δυναμικού, ώστε να είναι δυνατή η ανάπτυξη των ικανοτήτων και δεξιοτήτων του προσωπικού της Τράπεζας εντός μιας σύγχρονης και ευέλικτης οργανωτικής δομής. Η προσέλκυση και διατήρηση ταλαντούχου προσωπικού και η διαχείριση των επιδόσεών του αποτελούν προτεραιότητα. Επιπλέον, οι υπηρεσίες ανθρώπινου δυναμικού της ΕΚΤ δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στη διασφάλιση της υγείας και ευημερίας του προσωπικού της Τράπεζας.

Το 2016 τέθηκαν οι βάσεις για τη βελτίωση της λειτουργίας του “στρατηγικού Eπιχειρηματικού Eταίρου” (strategic Business Patner) προκειμένου να ενισχυθεί η διαχείριση θεμάτων προσωπικού και να μεταφραστούν οι υπηρεσιακές ανάγκες της Τράπεζας σε απαιτήσεις πολιτικής ανθρώπινου δυναμικού.

Η ενίσχυση των ικανοτήτων της Τράπεζας όσον αφορά τη διαχείριση του ταλέντου και τη δημιουργία ηγετικών στελεχών και η προώθηση μιας κουλτούρας αριστείας όσον αφορά την επαγγελματική δεοντολογία και τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του οργανισμού αποτέλεσαν επίσης υψηλές προτεραιότητες της πολιτικής ανθρώπινου δυναμικού της ΕΚΤ το 2016. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στη δημιουργία προγράμματος ανάπτυξης ηγεσίας (Leadership Growth Programme), το οποίο προβλέπεται να εφαρμοστεί σταδιακά το 2017 και το 2018, στην υλοποίηση προγράμματος “υγιούς ηγεσίας” (healthy leading) και στην παροχή στήριξης προς το νεοσύστατο Γραφείο Συμμόρφωσης και Διακυβέρνησης για την ανάπτυξη υποχρεωτικών επιμορφωτικών σεμιναρίων δεοντολογίας.

Επιπλέον, υλοποιήθηκαν διάφορες πρωτοβουλίες στον τομέα της διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού που αποσκοπούσαν στην ενίσχυση της λειτουργίας της ευρωπαϊκής τραπεζικής εποπτείας. Αυτές περιλάμβαναν την περαιτέρω στρατηγική ανάπτυξη ενός παντραπεζικού επιμορφωτικού προγράμματος για τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (στο οποίο συμμετείχαν περισσότερα από 1.900 άτομα), την οργάνωση 28 δραστηριοτήτων ανάπτυξης ομαδικότητας (team building) για την ενίσχυση της διασυνοριακής συνεργασίας σε επίπεδο Μεικτών Εποπτικών Ομάδων και την επιτυχή ένταξη της πρώτης σειράς 33 νέων πτυχιούχων που είχαν επιλεγεί για το πρόγραμμα μαθητείας στην ευρωπαϊκή τραπεζική εποπτεία, αφού ολοκλήρωσαν επιτυχώς τα εισαγωγικά σεμινάρια, την εκπαίδευση και την πρακτική τους στις αρμόδιες εθνικές αρχές.

Το 2016 η ΕΚΤ συνέχισε τις προσπάθειές της να ενισχύσει την ισόρροπη εκπροσώπηση των φύλων μεταξύ των ηγετικών της στελεχών. Αφού πέτυχε ποσοστό 27% γυναικών σε θέσεις ευθύνης και ποσοστό 18% γυναικών σε ανώτερες διοικητικές θέσεις στο τέλος του 2016, πλέον προσπαθεί να επιτύχει τον ενδιάμεσο στόχο της για το 2017 και τον τελικό της στόχο για το 2019 (βλ. Σχήμα 3). Μετά την εισαγωγή στόχων σχετικά με την ισόρροπη εκπροσώπηση των φύλων τον Ιούνιο του 2013, παράλληλα με ένα ειδικό σχέδιο δράσης, το θέμα της ισόρροπης εκπροσώπησης των φύλων αποτελεί υψηλή προτεραιότητα της ΕΚΤ, με στόχο την ανάδειξη, προσέλκυση και ανάπτυξη ταλέντων μεταξύ των γυναικών. Επιπλέον, η ΕΚΤ ανέλαβε περαιτέρω πρωτοβουλίες για την προώθηση της ισόρροπης εκπροσώπησης των φύλων το 2016. Σ’ αυτές περιλαμβάνονται η παροχή στήριξης σε υψηλό επίπεδο από το μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής Benoît Cœuré και τον Γενικό Διευθυντή Υπηρεσιών, η διοργάνωση της εκδήλωσης “Female Talent@ECB, Open day”, που απευθύνεται κυρίως σε φοιτήτριες, και η δημιουργία Δικτύου ΕΣΚΤ και ΕΕΜ για την ισόρροπη εκπροσώπηση των φύλων (ESCB & SSM Diversity Network).

Πέραν αυτής των φύλων, η ΕΚΤ δεσμεύεται να προωθεί την ισότητα και την ισονομία σε όλους τους τομείς, με στόχο την ανάπτυξη μιας εργασιακής νοοτροπίας χωρίς αποκλεισμούς, για την οποία θα είναι συνυπεύθυνοι οι υψηλόβαθμοι υποστηρικτές, οι Πρεσβευτές Ισότητας και Ισονομίας και η Γενική Διεύθυνση Ανθρώπινου Δυναμικού της ΕΚΤ, η ευρύτερη κοινότητα διοικητικών στελεχών και τα υφιστάμενα συναφή δίκτυα, όπως το Female Network, το Rainbow Network, καθώς και το Ethnic and Cultural Group της ΕΚΤ.

Σχήμα 3

Στόχοι και ποσοστά φύλων στην ΕΚΤ (όπως είχαν στις 31.12.2016)

Πηγή: ΕΚΤ.

Στις 31.12.2016 οι εγκεκριμένες θέσεις προσωπικού της ΕΚΤ σε ισοδύναμα πλήρους απασχόλησης ήταν 2.898,5, έναντι 2.650 στο τέλος του 2015. Ο αριθμός των υπαλλήλων της ΕΚΤ σε ισοδύναμα πλήρους απασχόλησης έφθασε τους 3.171 (έναντι 2.871 στις 31.12.2015).[157] Η ΕΚΤ προσέφερε συνολικά 208 νέες συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου (περιορισμένης διάρκειας ή μετατρέψιμες σε αορίστου χρόνου) το 2016 και 304 συμβάσεις εργασίας βραχυχρόνιας διάρκειας, πέραν ορισμένων περιπτώσεων παράτασης συμβάσεων, για την αναπλήρωση υπαλλήλων που απουσίαζαν για διάστημα μικρότερο του έτους. Καθ’ όλο το 2016 η ΕΚΤ εξακολούθησε να προσφέρει συμβάσεις εργασίας βραχυχρόνιας διάρκειας έως 36 μηνών σε υπαλλήλους ΕθνΚΤ και διεθνών οργανισμών. Στις 31.12.2016 εργάζονταν στην ΕΚΤ 250 υπάλληλοι ΕθνΚΤ και διεθνών οργανισμών σε διάφορες θέσεις, 11% περισσότεροι από ό,τι στο τέλος του 2015. Τον Σεπτέμβριο του 2016 η ΕΚΤ υποδέχθηκε δεκατέσσερις συμμετέχοντες από την ενδέκατη σειρά εισαχθέντων στο Πρόγραμμα Πτυχιούχων, ενώ στις 31.12.2016 η ΕΚΤ φιλοξενούσε 320 ασκουμένους (17% περισσότερους από ό,τι το 2015). Η ΕΚΤ χορήγησε επίσης πέντε υποτροφίες στο πλαίσιο του προγράμματος ερευνητικών υποτροφιών Wim Duisenberg, το οποίο απευθύνεται σε διαπρεπείς οικονομολόγους, και έξι υποτροφίες σε νέους ερευνητές στο πλαίσιο του προγράμματος υποτροφιών Lamfalussy.

Ενώ ο οργανισμός αυξήθηκε ελαφρά σε μέγεθος, 56 υπάλληλοι, ορισμένου χρόνου ή μόνιμοι, αποχώρησαν από την ΕΚΤ το 2016 λόγω παραίτησης ή συνταξιοδότησης (έναντι 53 το 2015) και 317 συμβάσεις βραχυχρόνιας διάρκειας έληξαν στη διάρκεια του έτους.

Ετήσιοι λογαριασμοί

https://www.ecb.europa.eu/pub/pdf/annrep/ar2016annualaccounts_el.pdf

Ενοποιημένος ισολογισμός του Ευρωσυστήματος της 31.12.2016

https://www.ecb.europa.eu/pub/pdf/other/eurosystembalancesheet2016.el.pdf

Στατιστική ενότητα (μόνο στα αγγλικά)

https://www.ecb.europa.eu/pub/pdf/annrep/ar2016/EN_AR16_STATISTICAL_ANNEX.pdf

Συντομογραφίες

Χώρες

BE

Βέλγιο

BG

Βουλγαρία

CZ

Τσεχία

DK

Δανία

DE

Γερμανία

EE

Εσθονία

IE

Ιρλανδία

GR

Ελλάδα

ES

Ισπανία

FR

Γαλλία

HR

Κροατία

IT

Ιταλία

CY

Κύπρος

LV

Λεττονία

LT

Λιθουανία

LU

Λουξεμβούργο

HU

Ουγγαρία

MT

Μάλτα

NL

Ολλανδία

AT

Αυστρία

PL

Πολωνία

PT

Πορτογαλία

RO

Ρουμανία

SI

Σλοβενία

SK

Σλοβακία

FI

Φινλανδία

SE

Σουηδία

UK

Ηνωμένο Βασίλειο

US

ΗΠΑ

Σύμφωνα με την πρακτική της ΕΕ, τα κράτη-μέλη της αναφέρονται στην παρούσα έκθεση με την αλφαβητική σειρά του ονόματός τους στην αντίστοιχη εθνική γλώσσα.

Άλλες συντομογραφίες

ΑΕΠ

ακαθάριστο εγχώριο προϊόν

ΓΔ ECFIN

Γενική Διεύθυνση Οικονομικών και Χρηματοδοτικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής

ΔΕΘ

διεθνής επενδυτική θέση

ΔΜΑ

διαδικασία μακροοικονομικών ανισορροπιών

ΔΝΤ

Διεθνές Νομισματικό Ταμείο

ΔΟΕ

Διεθνής Οργάνωση Εργασίας

ΔΤΚ

Δείκτης Τιμών Καταναλωτή

ΔΥΕ

διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος

ΕΕ

Ευρωπαϊκή Ένωση

ΕΕΜ

Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός

ΕθνΚΤ

εθνική κεντρική τράπεζα

ΕΚΤ

Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα

ΕνΔΤΚ

Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή

ENI

Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ίδρυμα

ESA 95

Ευρωπαϊκό Σύστημα Λογαριασμών 1995

ΕΣΚΤ

Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών

ΕΣΣΚ

Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου

EUR

ευρώ

ΜΣΙ

μηχανισμός συναλλαγματικών ισοτιμιών

ΝΧΙ

νομισματικό χρηματοπιστωτικό ίδρυμα

ΟΝΕ

Οικονομική και Νομισματική Ένωση

ΟΟΣΑ

Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης

ΣΣΙ

σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία

ΣΣΣΔ

Συνθήκη για τη σταθερότητα, τον συντονισμό και τη διακυβέρνηση στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση

ΤΔΔ

Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών

Στους πίνακες χρησιμοποιούνται τα εξής σύμβολα:

“-” δεν υπάρχουν/δεν εφαρμόζονται στοιχεία

“.” τα στοιχεία δεν είναι ακόμη διαθέσιμα

© Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, 2017

Ταχυδρομική διεύθυνση 60640 Frankfurt am Main, Germany

Τηλέφωνο +49 69 1344 0

Δικτυακός τόπος www.ecb.europa.eu

Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος. Επιτρέπεται η αναπαραγωγή για εκπαιδευτικούς και μη εμπορικούς σκοπούς, εφόσον αναφέρεται η πηγή.

Τελευταία ημερομηνία για τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στην παρούσα έκθεση: 10 Φεβρουαρίου 2017. Τελευταία ημερομηνία για τα στατιστικά στοιχεία που περιέχονται στη Στατιστική ενότητα: 15 Μαρτίου 2017.

Φωτογραφίες Andreas Böttcher

Luis Felipe Torrego

Andreas Varnhorn

ISSN 1725-2857 (html) DOI 10.2866/8392 (html)

ISSN 1725-2857 (pdf) DOI 10.2866/229324 (pdf)

ISBN 978-92-899-2676-8 (html) Αριθμός καταλόγου ΕΕ QB-AA-17-001-EL-Q (html)

ISBN 978-92-899-2669-0 (pdf) Αριθμός καταλόγου ΕΕ QB-AA-17-001-EL-N (pdf)

  1. Περισσότερες πληροφορίες βλ. στον δικτυακό τόπο της US Energy Information Administration.
  2. Βλ. επίσηςτοπλαίσιομετίτλο “Economic developments in the aftermath of the UK referendum on EU membership”, Economic Bulletin, Issue 7, ECB, 2016.
  3. Περισσότερες πληροφορίες για τη χαλάρωση των όρων χορήγησης τραπεζικών πιστώσεων βλ. στην Ενότητα 1.5 του Κεφαλαίου 1, όπου αναλύονται τα αποτελέσματα της έρευνας για τις τραπεζικές χορηγήσεις στη ζώνη του ευρώ.
  4. Βλ. The euro area bank lending survey, ECB, October 2016.
  5. Εκτιμάται ότι τα μη συμβατικά μέτρα νομισματικής πολιτικής άσκησαν περιορισμένη μόνο επίδραση στην κερδοφορία των τραπεζών, βλ. Financial Stability Review, ECB, November 2016, Box 4.
  6. Βλ. Macroprudential policy issues arising from low interest rates and structural changes in the EU financial system, European Systemic Risk Board, November 2016.
  7. Βλ. Kok, C., Mirza, H., Móré, C. and Pancaro, C., “Adapting bank business models: financial stability implications of greater reliance on fee and commission income”, Financial Stability Review, ECB, November 2016, Special Feature C.
  8. Βλ. Financial Stability Review, ECB, November 2016, Section 3.
  9. Βλ. Jappelli, T. and Pistaferri, L., “Fiscal policy and MPC heterogeneity”, American Economic Journal: Macroeconomics, Vol. 6, No 4, 2014, σελ. 107-136.
  10. Το συμπέρασμα ότι η τρέχουσα ανάκαμψη βασίζεται κυρίως στην κατανάλωση δεν εξαρτάται από τη μέθοδο με την οποία προσδιορίζεται ο ρόλος της κατανάλωσης στην ανάκαμψη. Αυτό μπορεί να εκτιμηθεί με βάση τη συμβολή της κατανάλωσης στη συνολική αύξηση του ΑΕΠ ή, εναλλακτικά, με σύγκριση του ρυθμού αύξησης της κατανάλωσης με τον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ. Το παρόν πλαίσιο χρησιμοποιεί την πρώτη μέθοδο, έτσι ώστε να μην επηρεάζεται η ακρίβεια της ανάλυσης από την ισχυρότερη κυκλικότητα των επενδύσεων (δηλ. τη μεγαλύτερη άνοδο αυτών σε περιόδους ανάκαμψης).
  11. Ενώ ο τριμηνιαίος ρυθμός αύξησης της απασχόλησης έχει έντονη θετική αυτοσυσχέτιση (δηλ. διάρκεια), η αυτοσυσχέτιση του τριμηνιαίου ρυθμού αύξησης των μισθών είναι πολύ χαμηλή. Η ετήσια αύξηση της απασχόλησης έχει επίσης κάπως μεγαλύτερη διάρκεια από την ετήσια αύξηση των μισθών.
  12. Campbell, J. and Deaton, A., “Why is consumption so smooth?”, Review of Economic Studies, Vol. 56, σελ. 357-373, 1989.
  13. Γιαπερισσότεραστοιχείαβλ. γιαπαράδειγμα Japelli, T. and Pistaferri, L., “Fiscal policy and MPC heterogeneity”, American Economic Journal: Macroeconomics, Vol. 6, No 4, 2014, σελ. 107-136, Casado, J.M. and Cuenca, J.A., “La recuperación del consumo en la UEM”, Boletín Económico, Banco de España, November 2015 καιAnnual Report 2015, Banco de España.
  14. Βλ. το πλαίσιο με τίτλο “Οι τιμές του πετρελαίου και οι τιμές καταναλωτή των ενεργειακών προϊόντων στη ζώνη του ευρώ”, Οικονομικό Δελτίο, Τεύχος 2, ΕΚΤ, 2016.
  15. Βλ. τοπλαίσιομετίτλο “Recent wage trends in the euro area”, Economic Bulletin, Issue 3, ECB, 2016.
  16. Βλ. το πλαίσιο με τίτλο “Ποιοι είναι οι ερμηνευτικοί παράγοντες για την πρόσφατη αποσύνδεση μεταξύ του αποπληθωριστή του ΑΕΠ και του ΕνΔΤΚ της ζώνης του ευρώ χωρίς τις τιμές της ενέργειας και των ειδών διατροφής;”, Οικονομικό Δελτίο, Τεύχος 6, ΕΚΤ, 2016.
  17. Ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος αυξήθηκε τα τρία πρώτα τρίμηνα του 2016 σε σύγκριση με το 2015, κάτι που αντανακλούσε κυρίως την επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας. Πάντως ο ετήσιος ρυθμός ανόδου του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος παρέμεινε σε επίπεδα πολύ χαμηλότερα από τον ιστορικό μέσο όρο του. Εντούτοις, στο σημερινό περιβάλλον χαμηλού πληθωρισμού, μια προσαρμογή των περιθωρίων κέρδους λειτούργησε ως ανάχωμα στην άνοδο του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος.
  18. Εάν από τις προσδοκίες για τον πληθωρισμό αφαιρεθεί η συνιστώσα τους που αφορά παρελθούσες εξελίξεις, δεν αυξάνεται σημαντικά η ερμηνευτική αξία του υποδείγματος.
  19. Βλ. τοάρθρομετίτλο “New evidence on wage adjustment in Europe during the period 2010-13”, Economic Bulletin, Issue 5, ECB, 2016, και Anderton, R. and Bonthuis, B., “Downward Wage Rigidities in the Euro Area”, Research Paper Series, No 2015/09, Nottingham University Centre for Research on Globalisation and Economic Policy, 2015.
  20. Ανάλυση της έννοιας της κατεύθυνσης της δημοσιονομικής πολιτικής βλ. στο άρθρο με τίτλο “The euro area fiscal stance”, Economic Bulletin, Issue 4, ECB, 2016. Η αξιολόγηση της καταλληλότητας της κατεύθυνσης της δημοσιονομικής πολιτικής στη ζώνη του ευρώ δεν είναι απλή. Μια τέτοια αξιολόγηση θα πρέπει να ισορροπεί διάφορους στόχους, όπως οι ανάγκες διατηρησιμότητας και σταθεροποίησης, και θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη προβλήματα μέτρησης, ιδίως όσον αφορά το παραγωγικό κενό.
  21. Βλ. τοάρθρομετίτλο “Government debt reduction strategies in the euro area”, Economic Bulletin, Issue 3, ECB, 2016.
  22. Βλ. “Joint report on health care and long-term care systems and fiscal sustainability”, Institutional Paper 37, European Commission, October 2016.
  23. Βλ. τοάρθρομετίτλο “Public investment in Europe”, Economic Bulletin, Issue 2, ECB, 2016.
  24. Βλ. π.χ. Attinasi et al., “Budget-neutral labour tax wedge reductions: a simulation-based analysis for selected euro area countries”, Discussion Paper No 26, Deutsche Bundesbank, 2016.
  25. Η Ελλάδα βρίσκεται σε πρόγραμμα οικονομικής στήριξης και έτσι δεν καλύπτεται από τις αξιολογήσεις δημοσιονομικής εποπτείας για τη συμμόρφωση προς το ΣΣΑ.
  26. Βλ. το πλαίσιο με τίτλο “Ειδικές ανά χώρα συστάσεις δημοσιονομικής πολιτικής στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου 2016”, Οικονομικό Δελτίο, Τεύχος 4, ΕΚΤ, 2016.
  27. Βλ. την ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που δημοσιεύθηκε στις 16.11.2016. Ανάλυση της αξιολόγησης της Επιτροπής βλ. στο πλαίσιο με τίτλο “Αξιολόγηση των σχεδίων δημοσιονομικών προγραμμάτων για το 2017 και της δημοσιονομικής κατάστασης στη ζώνη του ευρώ συνολικά”, Οικονομικό Δελτίο, Τεύχος 8, ΕΚΤ, 2016.
  28. Βλ. τη δήλωση του Eurogroup που δημοσιεύθηκε στις 5.12.2016.
  29. Βλ. π.χ. Masuch et al., “Institutions, public debt and growth in Europe”, Working Paper Series, No 1963, ECB, September 2016.
  30. Βλ. επίσηςτοάρθρο “Increasing resilience and long-term growth: the importance of sound institutions and economic structures for euro area countries and EMU”, Economic Bulletin, Issue 5, ECB, 2016.
  31. Βλ. π.χ. Going for Growth Interim Report, OECD, 2016.
  32. Βλ. π.χ. τοπλαίσιομετίτλο “Recent employment dynamics and structural reforms” στοάρθρο “The employment-GDP relationship since the crisis”, Economic Bulletin, Issue 6, ECB, 2016, πουδείχνειότιοιχώρεςπουεφάρμοσανμεταρρυθμίσειςαύξησαντηνανταπόκρισητηςαπασχόλησηςπροςτοΑΕΠκατάτηδιάρκειατηςανάκαμψης, ήτοπλαίσιομετίτλο “Episodes of unemployment decline in the euro area and the role of structural reforms” στοάρθρο “Increasing resilience and long-term growth: the importance of sound institutions and economic structures for euro area countries and EMU”, Economic Bulletin, Issue 5, ECB, 2016, πουδείχνειότιταεπεισόδιααπορρόφησηςτηςανεργίαςσυνδέονταισυχνάμεμιαπροηγηθείσαπερίοδοδιαρθρωτικώνμεταρρυθμίσεων.
  33. Βλ. π.χ. Fernández-Villaverde, J., Guerrón-Quintana, P. and Rubio-Ramírez, J. F., “Supply-Side Policies and the Zero Lower Bound”, IMF Economic Review, Vol. 62(2), 2014, σελ. 248-260.
  34. Juncker, J.-C., Tusk, D., Dijsselbloem, J., Draghi, M. and Schulz, M., “Completing Europe’s Economic and Monetary Union”, European Commission, June 2015.
  35. Βλ. επίσης τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της ΕΕ σχετικά με τον τρίτο πυλώνα του κοινοτικού επενδυτικού σχεδίου, όπου εντοπίζονται ορισμένοι φραγμοί στις επενδύσεις.
  36. Ενδεικτικά παρέχεται μια επισκόπηση των δεικτών σε μικρό αριθμό συγκεκριμένων τομέων που καλύπτονται από την έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας Doing Business 2017. Παρόμοια συμπεράσματα μπορούν να συναχθούν και από πολλούς άλλους δείκτες (π.χ. τους δείκτες του ΟΟΣΑ για τους διοικητικούς περιορισμούς ανά τομέα ή τους παγκόσμιους δείκτες ανταγωνιστικότητας του World Economic Forum).
  37. Βλ. επίσης το πλαίσιο με τίτλο “Διαρθρωτικοί δείκτες του επιχειρηματικού περιβάλλοντος της ζώνης του ευρώ”, Οικονομικό Δελτίο, Τεύχος 8, ΕΚΤ, 2016.
  38. Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε επίσης να μειώσει το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης και της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης κατά 5 μονάδες βάσης (σε 0% και 0,25% αντίστοιχα).
  39. Αντίθετα με την πρώτη σειρά TLTRO, δεν προβλέπονται υποχρεώσεις πρόωρης αποπληρωμής για τις TLTRO-II. Λεπτομέρειες βλ. στο Παράρτημα Ι της Απόφασης (ΕΕ) 2016/810 και στο δελτίο τύπου για τις TLTRO-II της 10.3.2016.
  40. Το πλαίσιο σύστασης ασφαλειών του Ευρωσυστήματος αποτελεί τη βάση προσδιορισμού της καταλληλότητας των τίτλων του επιχειρηματικού τομέα που αγοράζονται μέσω του CSPP, σε συνδυασμό με συγκεκριμένους ορισμούς των μη τραπεζικών επιχειρήσεων. Περισσότερες λεπτομέρειες βλ. στην Απόφαση (ΕΕ) 2016/948.
  41. Αρκετές ασφαλιστικές δικλίδες σχετικά με την απαγόρευση της νομισματικής χρηματοδότησης ενσωματώθηκαν στο πλαίσιο του CSPP. Για παράδειγμα, χρεόγραφα που εκδίδονται από φορείς που είναι δημόσιες επιχειρήσεις μπορούν να αποκτώνται μόνο μέσω της δευτερογενούς αγοράς.
  42. Τον Δεκέμβριο του 2015 το Διοικητικό Συμβούλιο είχε αποφασίσει να επανεπενδύονται τα ποσά από την εξόφληση τίτλων που είχαν αποκτηθεί στο πλαίσιο του APP κατά τη λήξη τους, για όσο διάστημα κρίνεται απαραίτητο. Βλ. την εισαγωγική δήλωση στο πλαίσιο της συνέντευξης τύπου της ΕΚΤ του Δεκεμβρίου 2015.
  43. Παράλληλα, επήλθαν αλλαγές στο πλαίσιο δανεισμού τίτλων για να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητά του. Βλ. το δελτίο τύπου της 8.12.2016.
  44. Περισσότερες λεπτομέρειες για τους θεμελιώδεις παράγοντες καθορισμού χαμηλών επιτοκίων βλ. στο πλαίσιο με τίτλο “Γιατί είναι τόσο χαμηλά τα επιτόκια;”, Ετήσια Έκθεση, ΕΚΤ, 2015.
  45. Βλ. επίσης την ομιλία του Mario Draghi με τίτλο “Stability, equity and monetary policy”, 2nd DIW Europe Lecture, German Institute for Economic Research (DIW), Βερολίνο, 25.10.2016.
  46. Οι μεταβολές των επιτοκίων μετακυλίονται με διαφορετικές ταχύτητες, ανάλογα με τη διάρκεια της απαίτησης ή της υποχρέωσης. Οι υπολογισμοί βασίζονται στις πραγματικές ροές τόκων από τους τομεακούς λογαριασμούς, που αντανακλούν έμμεσα τη διάρθρωση των διαρκειών των ισολογισμών των τομέων.
  47. Το καθαρό χρηματοοικονομικό εισόδημα είναι το εισόδημα των νοικοκυριών από χρηματοοικονομικές επενδύσεις (τόκους και μερίσματα) μείον τις συνολικές δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους τους.
  48. Βλ. Adam, K. and Tzamourani, P., “Distributional consequences of asset price inflation in the euro area”, European Economic Review, Vol. 89, 2016, σελ. 172-192.
  49. Η προσομοίωση υποθέτει ότι οι μεταβολές των συνιστωσών του πλούτου από τα μέσα του 2014 έως τα μέσα του 2016 καθορίζονται από τις ανά χώρα εξελίξεις των τιμών των κατοικιών, των τιμών των μετοχών και των τιμών των ομολόγων. Στη συνέχεια συνάγονται οι επιδράσεις στις μεταβολές του καθαρού πλούτου των επιμέρους νοικοκυριών, οι οποίες εξαρτώνται από το μερίδιο κάθε περιουσιακού στοιχείου κάθε νοικοκυριού στο σύνολο του πλούτου του.
  50. Από τα μέσα του 2014 και εξής ο σταθμισμένος ως προς το ΑΕΠ μέσος όρος των αποδόσεων των δεκαετών κρατικών ομολόγων της ζώνης του ευρώ μειώθηκε κατά 90 μονάδες βάσης περίπου. Η συνολική καθοδική τάση διακόπηκε προς το τέλος του 2016 όταν οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων ακολούθησαν την παγκόσμια ανοδική τάση εν μέσω αυξημένης πολιτικής αβεβαιότητας.
  51. Η πρώτη σειρά TLTRO (TLTRO-I) ανακοινώθηκε στις 5.6.2014 και η δεύτερη (TLTRO-II) στις 10.3.2016. Περισσότερες πληροφορίες για τις TLTRO-I βλ. στο σχετικό δελτίο τύπου και για τις TLTRO-IΙ στην Ενότητα 2.1 του Κεφαλαίου 1.
  52. Το 2016 κεφάλαια TLTRO-I αξίας 333 δισεκ. ευρώ υποκαταστάθηκαν από κεφάλαια TLTRO-II. Η ελάφρυνση που προέκυψε για τις τράπεζες από τις τρεις πρώτες TLTRO-II εκτιμάται σε 11 μονάδες βάσης.
  53. Ο διακανονισμός των TLTRO-II προγραμματίστηκε για τον Ιούνιο, τον Σεπτέμβριο και τον Δεκέμβριο του 2016 και τον Μάρτιο του 2017. Έτσι, η τελευταία πράξη θα λήξει τον Μάρτιο του 2021.
  54. Βλ. Survey on the Access to Finance of Enterprises in the euro area – April to September 2016, ECB November 2016.
  55. Ειδικότερα, οι τράπεζες συνέχισαν να αναφέρουν ότι οι TLTRO, το APP και το αρνητικό επιτόκιο της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων συνέβαλαν σε ευνοϊκότερους όρους χορήγησης δανείων. Η έρευνα για τις τραπεζικές χορηγήσεις του Ιουλίου 2016 περιλάμβανε συγκεκριμένες ερωτήσεις για την επίδραση των TLTRO. Η έρευνα για τις τραπεζικές χορηγήσεις του Οκτωβρίου 2016 περιλάμβανε συγκεκριμένες ερωτήσεις για την επίδραση του APP και του αρνητικού επιτοκίου της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων στους όρους χορήγησης και τους όγκους των δανείων.
  56. Οι εμπειρικές εκτιμήσεις υποδηλώνουν ότι το μεγαλύτερο μέρος αυτής της μείωσης οφειλόταν στην εισαγωγή του CSPP. Βλ. το πλαίσιο με τίτλο “The corporate bond market and the ECB’s corporate sector purchase programme”, Economic Bulletin, Issue 5, ECB, 2016.
  57. Συγκεκριμένα, στην κατευθυντήρια γραμμή της ΕΚΤ σχετικά με τις εγχώριες πράξεις διαχείρισης ενεργητικού και παθητικού από τις ΕθνΚΤ (ΕΚΤ/2014/9) και στη Συμφωνία για καθαρά χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία (ANFA).
  58. Τα ελάχιστα υποχρεωτικά αποθεματικά των αντισυμβαλλομένων περιλαμβάνουν τα υπόλοιπα που τηρούν στους τρεχούμενους λογαριασμούς τους και στο πλαίσιο της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων στις ΕθνΚΤ και, για την περίοδο κατά την οποία το Ευρωσύστημα διενεργούσε τέτοιες πράξεις, τις καταθέσεις καθορισμένης διάρκειας για τους σκοπούς της νομισματικής πολιτικής.
  59. Πληροφορίες σχετικά με την εξέλιξη των τίτλων που έχουν αποκτηθεί στο πλαίσιο του APP δημοσιεύονται στον δικτυακό τόπο της ΕΚΤ https://www.ecb.europa.eu/mopo/implement/omt/html/index.en.html
  60. Βλ. Financial Stability Review, ECB, May 2016 καιFinancial Stability Review, ECB, November 2016.
  61. Βλ. Fell, J., Grodzicki, M., Martin, R. and O’Brien, E., “Addressing market failures in the resolution of non-performing loans in the euro area”, Financial Stability Review, ECB, November 2016, Special Feature B.
  62. Βλ. Report on financial structures, ECB, October 2016.
  63. Βλ. Kok, C., Moré, C. and Petrescu, M., “Recent trends in euro area banks’ business models and implications for banking sector stability”, Financial Stability Review, ECB, May 2016, Special Feature C.
  64. Βλ. Kok, C., Mirza, H., Moré, C. and Pancaro, C., “Adapting bank business models: financial stability implications of greater reliance on fee and commission income”, Financial Stability Review, ECB, November 2016, Special Feature C.
  65. Βλ. Franch, F. and Żochowski, D., “A statistical approach to classify euro area banks according to business model characteristics”, Financial Stability Review, ECB, May 2016, Special Feature C, Box 2.
  66. Βλ. επίσης Chart C.2 στο Kok, C., Mirza, H., Moré, C. and Pancaro, C., “Adapting bank business models: financial stability implications of greater reliance on fee and commission income”, Financial Stability Review, ECB, November 2016, Special Feature C.
  67. Βλ. υποσημείωση 66.
  68. Βλ. υποσημείωση 66.
  69. Βλ. Macroprudential Bulletin, Issue 1, ECB, 2016.
  70. Οι εν λόγω G-SIB (εντός παρενθέσεως τα απαιτούμενα ποσοστά αποθεμάτων ασφαλείας τα οποία θα τεθούν σε πλήρη εφαρμογή το 2019) είναι οι εξής: BNP Paribas (2,0%), BPCE Group (1,0%), Crédit Agricole Group (1,0%), Deutsche Bank (2,0%), ING Bank (1,0%), Banco Santander (1,0%), Société Générale (1,0%) και UniCredit Group (1,0%). Τα απαιτούμενα ποσοστά προσδιορίστηκαν βάσει της μεθοδολογίας που δημοσίευσε η BCBS τον Ιούλιο του 2013.
  71. Η μεθοδολογία της ΕΚΤ για τον προσδιορισμό των O-SII ταξινομεί τις τράπεζες σε μία από τις τέσσερις κατηγορίες O-SII με βάση τη βαθμολογία που υποδηλώνει τη συστημική σημασία κάθε τράπεζας. Η βαθμολογία υπολογίζεται σύμφωνα με τις σχετικές κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (EBA/GL/2014/10), οι οποίες καθορίζουν τα κριτήρια μέτρησης της συστημικής σημασίας μεμονωμένων ιδρυμάτων. Βλ. επίσης το παράρτημα του δελτίου τύπου της 15.12.2016.
  72. Για λεπτομέρειες, βλ. Macroprudential Bulletin, Issue 2, ECB, 2016.
  73. Βλ. Henry, J. and Kok, C. (eds.), “A macro stress testing framework for assessing systemic risks in the banking sector”, Occasional Paper Series, No 152, ECB, October 2013 και Constâncio, V., “The role of stress testing in supervision and macroprudential policy”, ομιλία σε συνέδριο του London School of Economics σχετικά με τις ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων και το κανονιστικό πλαίσιο μακροπροληπτικής εποπτείας, 29.10.2015. Πρόκειται για ένα σπονδυλωτό αναλυτικό πλαίσιο που εφαρμόζει προσέγγιση από πάνω προς τα κάτω και απαρτίζεται από ανεξάρτητα υποδείγματα και εργαλεία που μπορούν να συνδυαστούν ώστε να επιτρέπουν ευρεία ανάλυση της επίπτωσης των μακροχρηματοπιστωτικών εντάσεων.
  74. Βλ. το δελτίο τύπου του ΕΣΣΚ της 28.11.2016.
  75. Συμβατική ή εκ του νόμου ρύθμιση ευθύνης που προστατεύει τα συμμετέχοντα ιδρύματα και, ειδικότερα, διασφαλίζει ότι διαθέτουν την απαιτούμενη ρευστότητα και φερεγγυότητα ώστε να αποφύγουν τη χρεοκοπία, εφόσον κρίνεται αναγκαίο.
  76. Βλ. “ECB contribution to the European Commission’s consultation on the review of the EU macroprudential policy framework”, ECB, December 2016.
  77. Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1092/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 2010 σχετικά με τη μακροπροληπτική επίβλεψη του χρηματοοικονομικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη σύσταση Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου.
  78. Ο ποσοτικός προσδιορισμός από τους Balgova, M., Nies, M. and Plekhanov, A. στο “The economic impact of reducing non-performing loans”, Working Paper No 193, European Bank for Reconstruction and Development, October 2016, υποδηλώνει ότι το πιθανό όφελος από τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα μπορούσε να είναι αύξηση του ΑΕΠ έως και 2 ποσοστιαίες μονάδες ετησίως. Αυτό αφορά παγκόσμιο δείγμα 100 χωρών. Ωστόσο, παρεμφερή αποτελέσματα για τη ζώνη του ευρώ περιλαμβάνονται στις ακόλουθες εκδόσεις: Global Financial Stability Report, International Monetary Fund, October 2016, Euro area policies: selected issues – Country Report No 15/205, International Monetary Fund, July 2015 και Unlocking lending in Europe , European Investment Bank, October 2014, Box 5.
  79. Βλ. Σεπτέμβριος 2016 Μακροοικονομικές προβολές εμπειρογνωμόνων της ΕΚΤ για τη ζώνη του ευρώ, ΕΚΤ, 2016.
  80. Βλ. Fell, J., Grodzicki, M., Martin, R. and O’Brien, E., “Addressing market failures in the resolution of non-performing loans in the euro area”, Financial Stability Review, ECB, November 2016, Special Feature B για λεπτομερέστερη περιγραφή των διαρθρωτικών παραγόντων στους οποίους οφείλονται τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
  81. Βλ. Draft guidance to banks on non-performing loans, ECB Banking Supervision, September 2016.
  82. Τον Ιούνιο του 2015 συνδέθηκαν στην πλατφόρμα τέσσερα ΚΑΑ, από την Ελλάδα, τη Μάλτα, τη Ρουμανία και την Ελβετία. Το ΚΑΑ της Ιταλίας συνδέθηκε τον Αύγουστο του 2015. Τον Μάρτιο και τον Σεπτέμβριο του 2016 ακολούθησαν άλλα επτά ΚΑΑ, από την Πορτογαλία, το Βέλγιο (δύο ΚΑΑ), τη Γαλλία, την Ολλανδία, το Λουξεμβούργο και τη Δανία.
  83. Κανονισμός της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΕ) αριθ. 795/2014 της 3ης Ιουλίου 2014 σχετικά με τις απαιτήσεις επίβλεψης για τα συστημικώς σημαντικά συστήματα πληρωμών (ΕΚΤ/2014/28).
  84. Guidanceoncyberresilienceforfinancialmarketinfrastructures, CommitteeonPaymentsandMarketInfrastructures-InternationalOrganizationofSecuritiesCommissions, June 2016.
  85. Σύμφωνα με το άρθρο 141(2) της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα άρθρα 17, 21.2, 43.1 και 46.1 του Καταστατικού του ΕΣΚΤ, και το άρθρο 9 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 332/2002 του Συμβουλίου της 18.2.2002.
  86. Σύμφωνα με τα άρθρα 122(2) και 132(1) της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα άρθρα 17 και 21 του Καταστατικού του ΕΣΚΤ και το άρθρο 8 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 407/2010 του Συμβουλίου της 11.5.2010.
  87. Σύμφωνα με τα άρθρα 17 και 21 του Καταστατικού του ΕΣΚΤ (σε συνδυασμό με το άρθρο 3(5) της Συμφωνίας-Πλαισίου για το EFSF).
  88. Σύμφωνα με τα άρθρα 17 και 21 του Καταστατικού του ΕΣΚΤ (σε συνδυασμό με το άρθρο 5.12.1 των Γενικών Όρων των Συμφωνιών Οικονομικής Στήριξης του ESM).
  89. Στο πλαίσιο της σύμβασης δανειακής διευκόλυνσης μεταξύ των κρατών-μελών που έχουν υιοθετήσει το ευρώ (εκτός από την Ελλάδα και τη Γερμανία) και της Kreditanstalt für Wiederaufbau (η οποία ενεργεί προς εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος, υπό τις οδηγίες και με την εγγύηση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας) ως δανειστών, της Ελληνικής Δημοκρατίας ως δανειολήπτριας και της Τράπεζας της Ελλάδος ως εντολοδόχου της δανειολήπτριας, και σύμφωνα με τα άρθρα 17 και 21.2 του Καταστατικού του ΕΣΚΤ και του άρθρου 2 της Απόφασης ΕΚΤ/2010/4 της 10.5.2010.
  90. Για περισσότερες πληροφορίες βλ. τον δικτυακό τόπο της ΕΚΤ.
  91. Για περισσότερες πληροφορίες βλ. http://banks-integrated-reporting-dictionary.eu/
  92. Αναλυτικότερες πληροφορίες για τις ερευνητικές δραστηριότητες της ΕΚΤ, καθώς και πληροφορίες για ερευνητικές εκδηλώσεις, δημοσιεύσεις και δίκτυα, παρέχονται στον δικτυακό τόπο της ΕΚΤ.
  93. Βλ. επίσης Πλαίσιο 5 στην Ενότητα 2.1 του Κεφαλαίου 1.
  94. Συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-105/15 P έως C-109/15 P.
  95. Συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-8/15 P έως C-10/15 P.
  96. Οδηγία του Συμβουλίου της 14ης Οκτωβρίου 1991 σχετικά με την υποχρέωση του εργοδότη να ενημερώνει τον εργαζόμενο για τους όρους που διέπουν τη σύμβαση ή τη σχέση εργασίας (91/533/ΕΟΚ).
  97. Σύμφωνα με το Πρωτόκολλο (αριθ. 15) για ορισμένες διατάξεις που αφορούν το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Βορείου Ιρλανδίας, όπως προσαρτάται στις Συνθήκες, η υποχρέωση να ζητείται η γνώμη της ΕΚΤ δεν ισχύει για το Ηνωμένο Βασίλειο.
  98. Οι άλλες γνώμες είναι: CON/2016/10 σχετικά με πρόταση κανονισμού για την τροποποίηση του κανονισμού για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις όσον αφορά τις απαλλαγές για διαπραγματευτές βασικών εμπορευμάτων, CON/2016/15 αναφορικά με πρόταση κανονισμού σχετικά με το ενημερωτικό δελτίο που πρέπει να δημοσιεύεται κατά τη δημόσια προσφορά κινητών αξιών ή κατά την εισαγωγή κινητών αξιών προς διαπραγμάτευση, CON/2016/27 σχετικά με πρόταση κανονισμού για την τροποποίηση του κανονισμού για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, του κανονισμού για την κατάχρηση της αγοράς και του κανονισμού σχετικά με τα κεντρικά αποθετήρια τίτλων, και με πρόταση οδηγίας για την τροποποίηση της οδηγίας για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, CON/2016/44 σχετικά με πρόταση κανονισμού για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 345/2013 σχετικά με τις ευρωπαϊκές εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 346/2013 σχετικά με τα ευρωπαϊκά ταμεία κοινωνικής επιχειρηματικότητας και CON/2016/49 σχετικά με πρόταση οδηγίας για την τροποποίηση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και για την τροποποίηση της οδηγίας 2009/101/ΕΚ.
  99. Βλ. CON /2016/2, CON /2016/4, CON /2016/25, CON /2016/36 και CON /2016/58.
  100. Βλ. CON/2016/38 και CON/2016/61.
  101. Βλ. CON /2016/46.
  102. Βλ. CON /2016/13.
  103. Βλ. CON /2016/23.
  104. Βλ. CON /2016/24, CON /2016/30, CON /2016/33 και CON /2016/52.
  105. Βλ. CON /2016/33, CON /2016/35 και CON /2016/52.
  106. Βλ. CON /2016/9, CON /2016/33, CON /2016/47 και CON /2016/52.
  107. Βλ. CON /2016/32.
  108. Βλ. CON /2016/14.
  109. Βλ. CON/2016/55.
  110. Βλ. CON/2016/5 και CON/2016/28.
  111. Βλ. CON/2016/3 και CON/2016/6.
  112. Βλ. CON/2016/19.
  113. Βλ. CON/2016/16.
  114. Βλ. CON/2016/31 και CON/2016/34.
  115. Βλ. CON/2016/42 και CON/2016/57.
  116. Βλ. CON/2016/29.
  117. Βλ. CON/2016/54.
  118. Βλ. CON/2016/21.
  119. Βλ. CON/2016/45.
  120. Βλ. CON/2016/12, CON/2016/40 και CON/2016/56.
  121. Βλ. CON/2016/37.
  122. Βλ. CON /2016/60.
  123. Βλ. CON /2016/17, CON /2016/41, CON /2016/50, CON /2016/1, CON /2016/18 και CON /2016/55.
  124. Βλ. CON /2016/7, CON /2016/28 και CON /2016/53.
  125. Βλ. CON /2016/54.
  126. Βλ. CON /2016/51.
  127. Βλ. CON/2016/18.
  128. Βλ. CON/2016/50.
  129. Βλ. CON/2016/39.
  130. Βλ. CON/2016/17 και CON/2016/41.
  131. Βλ. CON/2016/48.
  132. Βλ. CON/2016/28.
  133. Βλ. CON/2016/8.
  134. Βλ. CON/2016/17.
  135. Βλ. CON/2016/1.
  136. Βλ. CON/2016/42.
  137. Βλ. CON/2016/3 και CON/2016/6.
  138. Βλ. CON/2016/43.
  139. Αυτές αφορούν: (α) περιπτώσεις στις οποίες οι εθνικές αρχές δεν υπέβαλαν στην ΕΚΤ αίτημα γνωμοδότησης για σχέδια νομοθετικών διατάξεων που εμπίπτουν στο πεδίο αρμοδιοτήτων της και (β) περιπτώσεις στις οποίες οι εθνικές αρχές ζήτησαν επισήμως τη γνώμη της ΕΚΤ για σχέδια νομοθετικών ρυθμίσεων, χωρίς όμως να παράσχουν επαρκή χρονικά περιθώρια προκειμένου να εξεταστούν οι σχετικές διατάξεις και να ληφθεί υπόψη η γνώμη της ΕΚΤ πριν από την υιοθέτησή τους.
  140. Νόμος για την ίδρυση Εθνικών Οικοδομικών Συνεταιρισμών (National Home Building Communities), που δημοσιεύθηκε στη Magyar Kozlony (Επίσημη Εφημερίδα της Ουγγαρίας), Τεύχος 49, 11.4.2016.
  141. Περισσότερες λεπτομέρειες βλ. στο πλαίσιο “The creation of a European Fiscal Board”, Economic Bulletin, Issue 7, ECB, 2015.
  142. Βλ. επίσηςτοάρθρο “Increasing resilience and long-term growth: the importance of sound institutions and economic structures for euro area countries and EMU”, Economic Bulletin, Issue 5, ECB, 2016.
  143. Οι εισαγωγικές δηλώσεις του δημοσιεύονται στον δικτυακό τόπο της ΕΚΤ.
  144. Βλ. παράγραφο 23 του ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την Ετήσια Έκθεση της ΕΚΤ για το 2014, το οποίο δημοσιεύεται στον δικτυακό τόπο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
  145. Όλες οι απαντήσεις του Προέδρου της ΕΚΤ στις ερωτήσεις μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δημοσιεύονται στον ειδικά διαμορφωμένο χώρο του δικτυακού τόπου της ΕΚΤ.
  146. Οι γραπτές απαντήσεις του Προέδρου του Εποπτικού Συμβουλίου της ΕΚΤ σε ερωτήσεις μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δημοσιεύονται στον δικτυακό τόπο της Τραπεζικής Εποπτείας της ΕΚΤ.
  147. Βλ. επίσης Ενότητα 1.1 του Κεφαλαίου 1.
  148. Εκτενέστερη ανάλυση βλ. στην Ενότητα 1.2 του Κεφαλαίου 1.
  149. Για τον Eσωτερικό Kανονισμό της ΕΚΤ, βλ. την Απόφαση (ΕΕ) 2016/1717 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας της 21ης Σεπτεμβρίου 2016 για την τροποποίηση της Απόφασης ΕΚΤ/2004/2 για τη θέσπιση του Εσωτερικού Κανονισμού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ/2016/27), ΕΕ L 258, 24.9.2016, σελ. 17 και τις Αποφάσεις ΕΚΤ/2015/8, ΕΚΤ/2014/1 και ΕΚΤ/2009/5, την Απόφαση ΕΚΤ/2004/2 της 19ης Φεβρουαρίου 2004 για τη θέσπιση του Εσωτερικού Κανονισμού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ΕΕ L 80, 18.3.2004, σελ. 33, την Απόφαση ΕΚΤ/2004/12 της 17ης Ιουνίου 2004 για τη θέσπιση του Εσωτερικού Κανονισμού του Γενικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, ΕΕ L 230, 30.6.2004, σελ. 61, και την Απόφαση ΕΚΤ/1999/7 της 12ης Οκτωβρίου 1999 σχετικά με τον Εσωτερικό Κανονισμό της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ, ΕΕ L 314, 8.12.1999, σελ. 34. Οι κανονισμοί αυτοί δημοσιεύονται και στον δικτυακό τόπο της ΕΚΤ.
  150. Περισσότερες πληροφορίες για τα όργανα λήψεως αποφάσεων του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού δημοσιεύονται στον δικτυακό τόπο της ΕΚΤ για την τραπεζική εποπτεία.
  151. Απόφαση (ΕΕ) 2016/456 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 4ης Μαρτίου 2016, σχετικά με τους όρους και τις προϋποθέσεις διεξαγωγής ερευνών από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στο πλαίσιο καταπολέμησης της απάτης, της διαφθοράς και κάθε άλλης παράνομης δραστηριότητας που θίγει τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης (ΕΚΤ/2016/3), ΕΕ L 79, 30.3.2016, σελ 34.
  152. Αντικατέστησε τον Hans Tietmeyer από 1.12.2016.
  153. Αντικατέστησε τον Hans Tietmeyer από 1.8.2016.
  154. Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 1999, σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF), ΕΕ L 136, 31.5.1999, σελ.1.
  155. Απόφαση (ΕΕ) 2016/456 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 4ης Μαρτίου 2016, σχετικά με τους όρους και τις προϋποθέσεις διεξαγωγής ερευνών από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στο πλαίσιο καταπολέμησης της απάτης, της διαφθοράς και κάθε άλλης παράνομης δραστηριότητας που θίγει τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης (ΕΚΤ/2016/3), ΕΕ L 79, 30.3.2016, σελ 34.
  156. Απόφαση ΕΚΤ/2004/3, της 4ης Μαρτίου 2004, σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ΕΕ L 80, 18.3.2004, σελ. 42.
  157. Εκτός από συμβάσεις σε ισοδύναμα θέσεων πλήρους απασχόλησης, ο αριθμός αυτός περιλαμβάνει και συμβάσεις βραχυχρόνιας διάρκειας υπαλλήλων ΕθνΚΤ και διεθνών οργανισμών που αποσπάστηκαν στην ΕΚΤ, καθώς και συμβάσεις που παρέχονται στους συμμετέχοντες στο Πρόγραμμα Πτυχιούχων.